Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε: «Ό,τι είναι ο νους και η καρδιά για τον άνθρωπο, είναι και η Ελλάδα για την οικουμένη». Γκαίτε

 Nice Looking Counter
Προβολές Αναρτήσεως

Στις 22 Μαρτίου του 1832, σε ηλικία 83 ετών, ο Γιόχαν Γκαίτε αφήνει την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στη Βαϊμάρη της Γερμανίας από καρδιακή ανεπάρκεια. Τα τελευταία του λόγια φημολογείται πως ήταν «Περισσότερο φως!», απευθυνόμενος σε έναν υπηρέτη να ανοίξει τις κουρτίνες την ίδια στιγμή που ο ίδιος έψαχνε αόρατες επιστολές στον αέρα.


Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ Γκαίτε ήταν μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 19ου αιώνα. Μελέτησε τον κλασικισμό, επέκρινε τον ρομαντισμό και υπήρξε εκπρόσωπος του κινήματος Sturm und Drang (Θύελλα και Παρότρυνση)ενός λογοτεχνικού και καλλιτεχνικού κινήματος που χαρακτηρίστηκε από την έκφραση της συναισθηματικής αναταραχής και την απόσταση από την νεοκλασική λογοτεχνική νόρμα.
Μέσα από τα έργα του ο Γκαίτε έγραψε από την αρχή τους κανόνες της γερμανικής ποίησης και η επίδρασή του είναι εμφανής σε φιλοσόφους όπως ο Χέγκελ και ο Σοπενχάουερ, σε συγγραφείς όπως ο Έρμαν Έσσε καθώς και σε μουσικούς όπως ο Μότσαρτ και ο Βάγκνερ

Τα πρώτα χρόνια στην Φρανκφούρτη.
 Ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε γεννήθηκε στις 28 Αυγούστου του 1749 στη Φρανκφούρτη. Η οικογένειά του ήταν από τις πιο εύπορες της πόλης. Ο πατέρας του Γκαίτε είχε σπουδάσει Nομική στην Λειψία και παντρεύτηκε την κόρη του δημάρχου της Φρανκφούρτης.
Η οικογένεια απέκτησε πολλά παιδιά αλλά όλα, πέρα από τον Γκαίτε και την αδερφή του πέθαναν σε μικρή ηλικία.
Εξαιτίας της οικονομικής άνεσης, ο Βόλφγκανγκ είχε τη δυνατότητα να μορφωθεί. Έκανε ιδιαίτερα μαθήματα και έμαθε αρκετές ξένες γλώσσες, μεταξύ των οποίων Ελληνικά, Λατινικά, Γαλλικά και Ιταλικά. Παράλληλα διδάχτηκε χορό, ιππασία και κηπουρική.
Μέσα στο ιδιαίτερα καλλιτεχνικό περιβάλλον της οικογένειάς του, ο Γκαίτε είχε την ευκαιρία να γνωριστεί με τη λογοτεχνία και να αποστασιοποιηθεί από τον συντηρητισμό του ρωμαιοκαθολικισμού. 

Ο νεαρός δικηγόρος που έγραφε ποιήματα.
Το 1765, ο Γκαίτε έπειτα από προτροπή του πατέρα του ταξίδεψε στη Λειψία για να σπουδάσει Νομική. Ωστόσο, η στείρα αποστήθιση απαρχαιωμένων νομικών όρων απομάκρυνε τον Γκαίτε από τις σπουδές του.
Αντιθέτως, ξεκίνησε να γράφει πιο συστηματικά ποιήματα και να διαβάζει μανιωδώς λογοτεχνικά βιβλία. Μετά από τρία χρόνια, ο Γκαίτε επέστρεψε, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του, στη γενέτειρά του.
Με την επιστροφή του στην Φρανκφούρτη, ο Γκαίτε αρρώστησε βαριά και οι συνεχείς υποτροπιασμοί της ασθένειάς του, τον κράτησαν μέσα στο σπίτι για πάνω από ενάμιση χρόνο.
Όταν ανάρρωσε πλήρως, ο Γκαίτε αποφάσισε να συνεχίσει τις σπουδές του στο Στρασβούργο. Παράλληλα, παρακολούθησε μαθήματα ιστορίας, πολιτικής επιστήμης, χειρουργικής και χημείας.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1771, ο Γκαίτε ολοκλήρωσε με επιτυχία τις σπουδές του, γύρισε στη Φρανκφούρτη και ξεκίνησε να ασκεί τη δικηγορία για μικρό χρονικό διάστημα και με διακοπές.
Το 1772, παράτησε οριστικά μια μελλοντική σταδιοδρομία στη Νομική και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική δημιουργία. Ήδη από την εφηβεία έγραφε ποιήματα, ωστόσο κατέστρεψε σχεδόν το σύνολό τους. 
«Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου». Ο αυτόχειρας που συγκίνησε την Ευρώπη
Το 1774 αποτέλεσε χρονιά ορόσημο για τον Γκαίτε. Στα 24 του το έργο «Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου», που κυκλοφόρησε αρχικά ανώνυμα, έκανε γνωστό τον Γκαίτε και πέρα από τα σύνορα της Γερμανίας. Πρόκειται για μια συλλογή γραμμάτων του Βέρθερου, ενός ταλαντούχου νεαρού, με φοβερές ευαισθησίες που έβαλε τέλος στη ζωή του.

«Τα Πάθη του Νεαρού Βέρθερου» αφορούν έναν ευαίσθητο νεαρό που βάζει τέλος στην ζωή του Ο Γκαίτε, επηρεάστηκε από τον καιρό που ζούσε στο Βέτσλαρ, πόλη της Γερμανίας, καθώς και από την αυτοκτονία του φίλου ενός συγγραφέα.
Ο δημιουργός δήλωσε πώς «σκότωσε τον ήρωα του για να σωθεί ο ίδιος», εξαιτίας μιας καταστροφικής ψύχωσης που είχε με μια νεαρή γυναίκα την περίοδο που συνέγραφε τα «Πάθη του Βέρθερου» και τον ώθησε στα όρια της αυτοχειρίας. Το έργο αγαπήθηκε από πολλούς μεταξύ των οποίων και ο Ναπολέοντας, ο Κάρολος Αύγουστος και ο Δούκας της Βαϊμάρης.
Ο Βόλφγκανγκ γίνεται «φον» Γκαίτε
Ύστερα από την επιτυχία του «Βέρθερου», το 1775, ο Δούκας της Βαϊμάρης, Κάρολος Αύγουστος, κάλεσε τον Γκαίτε στην αυλή του. Η Βαϊμάρη αποτέλεσε σημαντικό σταθμό στη ζωή του Γκαίτε, που έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, πέρα από ένα ταξίδι στην νότια Ιταλία.
Για περισσότερα από δέκα χρόνια, ο Γκαίτε εκτέλεσε χρέη συμβούλου του Δούκα. Οι απόψεις του πάντα υπήρξαν συντηρητικές. Ήταν ενάντια στην ένωση των εδαφών της Γερμανίας για την δημιουργία ενός ενιαίου Έθνους.
Ο Γκαίτε θεώρησε πώς μία χώρα δεν μπορεί να κυβερνηθεί από τον όχλο, παρ' όλο που υποστήριξε τον Πόλεμο της Απελευθέρωσης. Το 1792, πήρε μέρος στην Μάχη του Βαλμί και υπήρξε στρατιωτικός παρατηρητής για τον Δούκα της Βαϊμάρης. Για τη συνολική του προσφορά τιμήθηκε με τον τίτλο ευγενείας «φον».
«Άκουσα στον Άγιο Πέτρο της Ρώµης το Ευαγγέλιο σε όλες τις γλώσσες. Η Ελληνική αντήχησε άστρο λαµπερό µέσα στη νύχτα».
Το ταξίδι στη Σικελία και ο θαυμασμός στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό
Για δύο ολόκληρα χρόνια, ο Γκαίτε πραγματοποίησε ένα ταξίδι περισυλλογής στην Ιταλική χερσόνησο. Εκεί είχε την ευκαιρία να έρθει κοντά με τον Ρωμαϊκό και τον Ελληνικό πολιτισμό.
Ο χρόνος που πέρασε στην Ιταλία επηρέασε καθοριστικά την αισθητική του συγγραφέα, ενώ η Σικελία τον εντυπωσίασε βαθύτατα.
«Το να επισκεφτώ την Ιταλία χωρίς να δω τη Σικελία, είναι σαν να μην είδα καθόλου την Ιταλία, επειδή η Σικελία είναι κλειδί για τα πάντα» ανέφερε ο Γκαίτε.
Το 1788, επέστρεψε στη Βαϊμάρη, ανανεωμένος, γεμάτος εμπειρίες και με τρομερή έμπνευση. 

 Ο Γκαίτε θαύμασε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και λάτρεψε την Σικελία
Η απώλεια του φίλου του Σίλερ, «γέννησε» τον «Φάουστ»
Μια εξίσου σημαντική γνωριμία του Γκαίτε υπήρξε η στενή φιλία του με τον Φρίντριχ Σίλερ.
 Ο τελευταίος, από το 1796 έγραψε στον Γκαίτε, προτείνοντας του να γνωριστούν και να συζητήσουν από κοντά. Οι δύο άντρες συναντήθηκαν πρώτη φορά το 1788. Μεταξύ τους αναπτύχτηκε μια βαθύτατη φιλική σχέση, στην οποία οι δύο συγγραφείς αντάλλασσαν απόψεις και συμβουλές.
Από κοινού, επίσης, το 1799, ήταν οι υπεύθυνοι των παραστάσεων του Αυλικού Θεάτρου της Βαϊμάρης.
Το 1805, με τον θάνατο του Σίλερ, ο Γκαίτε βυθίστηκε σε μια περίοδο θλίψης και πλήρους εσωστρέφειας, αλλά και της  συγγραφής του επικού «Φάουστ».
 
«Το Δράμα των Γερμανών»
Η αιώνια μάχη του καλού με το κακό αποτυπώνεται τέλεια στο κλασικό ποίημα του Γκαίτε. Το έργο «Φάουστ» απασχόλησε για παραπάνω από 30 χρόνια τον Γκαίτε και αποτελεί το σημαντικότερο δραματικό έργο της Γερμανίας.
Το δραματικό έργο «Φάουστ» αποτελεί το σήμα-κατατεθέν του Γκαίτε. Η συγγραφή του τον απασχόλησε για παραπάνω από τρεις δεκαετίες. Το έργο αποτελείται από δύο μέρη και κατά γενική ομολογία αποτελεί το έργο- δράμα των Γερμανών. Το 1809 δημοσιεύτηκε το πρώτο μέρος και ο Γκαίτε τιμήθηκε με τον Σταυρό της Λεγεώνας της Τιμής από τον Ναπολέοντα.
Το δεύτερο και τελευταίο μέρος του Φάουστ, μετά από απαίτηση του Γκαίτε, δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του.
Μέρος της θεματικής του έργου, που αφορούσε την πώληση της ψυχής του ανθρώπου στον διάβολο για εξουσία επί του φυσικού κόσμου, προκάλεσε αίσθηση και έτσι το έργο παραμένει διάσημο ακόμη και σήμερα με αρκετές μεταφορές στην όπερα.
Αναμφίβολα, ο Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε υπήρξε σημαντικότατος κατά τον 19ο αιώνα.
Η επιρροή του δεν έκανε αίσθηση μόνο στην λογοτεχνία.
Υπήρξε ικανότατος πολιτικός, αλλά και φυσιολάτρης με μία συλλογή που ξεπερνούσε τα 14,000 ορυκτά και μέταλλα.
Ο Γκαίτε παντρεύτηκε το 1806, την Κριστιάν Βούλπιους έπειτα από 18 χρόνια σχέσης. Μαζί απέκτησαν έναν γιο και μεγάλωσαν τα παιδιά που είχε αποκτήσει ο Γκαίτε από προηγούμενες παράλληλες σχέσεις....

Πηγή:mixanitouxronou.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου