ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ «qaqnas»*
(Dr. Hiva Panahi she is a Kurdish-Greek writer and poet who was born in Sina (Sanandaj) - Kurdistan, located in today’s Iran. She has received
her degree in Social and Political Science at Panteion University and
PhD the same University. Her poetry works are in Kurdish and Greek.”Her
works translate in many languages.)
Είναι μια ζαλισμένη ιστορία, απίστευτη που όσο το σκέφτομαι δεν βγάζω άκρη, δηλαδή, τί άκρη;
Εκείνο το μέρος και εγώ τί σχέση είχαμε μεταξύ μας; Γιατί και πώς και χιλιάδες άλλες σκέψεις να χορεύουν στον κύκλο της και να ξεχνώ και πάλι εκ νέου να επιστρέφουν τα μισά και ατελείωτα.Σαν να ήμουν ένα χορταράκι που είχα φυτρώσει στο πουθενά, όπως έλεγε η αείμνηστη γιαγιά μου. Οι ιστορίες της ήταν γεμάτες εικόνες και παράξενες γεύσεις, όμως το ερώτημα επιμένει να με τρώει γιατί έπρεπε να δω εκείνα τα παράξενα; Τί σχέση;
Αυτά όλα να γυρνάνε και να ζαλίζουν το είναι μου. Από πείσμα λέω στον εαυτό μου: «Σώπασε και περπάτα σιωπηλά». Έτσι ίσως είναι καλύτερα... όμως, κατά βάθος ξέρω ότι η λογική της επιβίωσης με παρασύρει και με ξεγελά προς ένα ήρεμο κομμάτι, ίσιο.
Θυμάμαι, ναι θυμάμαι... εκείνη την γλυκιά γειτόνισσά μας που έμοιαζε με μια αρχαία φιγούρα, με άσπρα μαλλιά... τρία σπίτια πάνω από μας έμεναν. Κάθε φόρα που την έβλεπα έλεγε: “Ήταν γραφτό παιδάκι μου να συναντηθούμε” και εγώ απλά την κοίταζα με σεβασμό.
Το όνομά της, η κυρία «Zine»... Πάντοτε ήταν γλυκιά και στοργική, μετρία στο ύψος της με παραδοσιακά κουρδικά ρούχα...
Την είχα πάντα έτσι στο μυαλό μου... μια ωραία μυρωδιά άγριων λουλουδιών, που μόνο εκείνη ήξερε να φτιάξει, την συνόδευαν και μάγευε την γειτονιά μας... και εκτόπιζε το δικό μου μυαλό συνεχώς με τις σοφίες της και διηγήσεις που έκανε ώστε, να μας συνεπαίρνει η ροή του ποταμού, που βρισκόταν πίσω από το σπίτι της γιαγιάς. Αλήθεια είναι!.. Το βουνό δεν ήταν μακριά... και από μακριά είχες την αίσθηση ότι είναι δίπλα σου.
Την έβλεπα να ετοιμάζει μια φωτιά και να βγάζει τα φτερά της ένα προς ένα... Στην φωτιά έβαλε κάθε της φτερό και έπειτα θρήνησε.
Η «qaqnas» έπαιζε άρπα και τραγουδούσε ένα δικό της ανήκουστο άσμα.
Τα σύννεφα κάλυπταν το «ιερό βουνό» καθώς την είδα να βγάζει μια φωνή σαν λύκαινα. Το ανατριχιαστικό ήταν ότι κατάλαβα πως είμαι το μοναδικό άτομο στην οικογένεια και ανάμεσα σε όλους που την βλέπω. Δεν ήξερα τί να κάνω... και εκείνες οι άναρθρες κραυγές της ήταν... Θεέ μου!..
Έβλεπα τον εαυτό μου κατάχλωμο σαν φάντασμα...
«Τρελλαμένη» πια είχα γίνει... όταν είχα πυρετό η γιαγιά έλεγε ότι: «Τα κόκκαλά σου χαιρετάνε τις σκιές κορίτσι μου, να το θυμάσαι».
Πώς έγινε κάποια φορά και η κυρία Zine ήρθε σπίτι μας και μού έφερε «ιερό νερό» από τα πηγάδια που ήξερε μόνο εκείνη. Φυσικά δεν τόλμησα να βγάλω άχνα για όσα έβλεπα. Θα με πήγαινε σε ένα «ιερό λουλούδι» ή «ιερό τόπο» - ξέρω και εγώ; ... Έτσι, κράτησα το μυστικό μου, λυπήθηκε την «qaqnas»... Αναρωτιόμουν για ποιο λόγο είχε βρεθεί εκεί...
Μια μέρα είχα πάει στο σπίτι της θείας μου, πριν να μαζέψει ο ήλιος το πάθος του για την γη και το φεγγάρι να τραγουδά ανοιξιάτικους ύμνους. Κοίταξα το «Toushnawzar», όμως τί περίεργο που ήταν αυτό; ... την «qaqnas» δεν την είδα. Μερικές μέρες ηρέμησα... όμως, για ποιο λόγο είχε χαθεί; Έπρεπε να μάθω τον λόγο. Στην επιστροφή προς το σπίτι μας όλο έκανα διάφορα σενάρια στο νου μου και όμως έκανα λάθος αφού την είδα πάλι στην ίδια κατάσταση. Μετά λίγο καιρό κατάλαβα ότι η «qaqnas» είχε συνδεθεί με την μοίρα μου και με το σπίτι μας... Χωρίς να πω τίποτα στην γιαγιά μου πήγα στο «ιερό βουνό»... την είχα παρατηρήσει από μακριά, την έβλεπα να κλαίει να χτυπιέται, είχα ανάγκη να την δω από κοντά, έβγαλα τα σχολικά μου ρούχα, δεν φοβήθηκα... μόνο λίγο άγχος...
Είδα σε μια φωτιά να βράζει νερό σ' ένα καζάνι. Πόσο έμοιαζε σε γυναίκα... Μού είπε: «Έλα κοντά, πιες νερό κορίτσι μου»... είπε πάλι: «Γιατί ήρθες αργά; Είναι η τελευταία μου μέρα εδώ, πάρε αυτό το φτερό, ίσως να το χρειαστείς κάποτε, οπότε θα το κάψεις και η ζωή σου θα έχει φως και μην φοβάσαι» έκλαιγε... έκλαιγε... και τραγουδούσε... τραγουδούσε συνεχώς.
Το έκρυψα το φτερούλι στο βιβλίο της «Jila» και κοιμήθηκα... Είδα ότι πήγα κάπου στον ωκεανό σε μια χώρα μακρινή...
Είχε έρθει η μάνα μου να με υποδεχτεί... δεν μου άρεσε το καινούριο σπίτι μου. Είπα στην μητέρα μου: «Δεν μού αρέσει αυτό το σπίτι, είναι άχρωμο και χάλια». Η μητέρα μου θυμάμαι είπε: «Δεν πειράζει, θα το βάψουμε και θα γίνει όπως θες εσύ»... Ξύπνησα με πυρετό. Αυτή τη φορά, ήμουν σε μια έρημο. «Διψάω», φώναξα... Όμως δεν πήρε πολύ χρόνο. Κατάλαβα ότι δεν με ακούει κανένας. Είχα χάσει τον τόπο και τον χρόνο...
Ξανά βρέθηκα στον «ιερό ναό» που πήγαινα με την γιαγιά μου. Ένα κερί για να είναι προστατευμένη η πόλη μου... Αλήθεια, δεν θυμάμαι πότε επέστρεψα στην «πόλη μου»... Είπα στην Νταντά ότι πηγαίνω ταξίδι αύριο. Το αντιλήφθηκα ότι δεν της άρεσε αυτό που είπα.
Ήθελα να μαθαίνω τα νέα στον κόσμο. Έτσι πήρα από το δωμάτιό μου το παλαιό ράδιο. Η νταντά είχε πάντα ένα σύννεφο στα μάτια της... δεν μου μιλούσε ποτέ, είχε δικές τις διηγήσεις, κρυμμένες όλες.
«Έπρεπε να φύγεις» μού είπε μια φωνή. Κάποια κείμενα και ότι ήταν σημαντικό να βλέπω τον εαυτό μου σε δύσκολα μονοπάτια του βουνού. Γύρισα για μια στιγμή το κεφάλι μου, αντίκρισα τα ηλιοτρόπια... είχα έναν απίθανο και απερίγραπτο πόνο στο στήθος μου και έκλαψα... θυμήθηκα την «qaqnas»...
Στα σοκάκια που είχαν γεμίσει με αίμα την ξαναείδα, μόνο με χαιρέτισε και εγώ το ίδιο έκανα.
«Ερωτεύτηκα έναν άντρα χρώμα σκόνη» το μόνο που είπε. «Απελπισμένη είμαι», είπε και εξαφανίστηκε. Μετά αρκετό καιρό είχα πάει στον Όλυμπο με μια παρέα. Την ξανασυνάντησα εκεί και μου λέει: «Τί έχεις;»
Θυμήθηκα ότι έπεσε τυχαία η φωτιά στο φτερούλι, γι' αυτό εμφανίστηκε μάλλον... δεν τής είπα τίποτα. «Ζήτα κάτι» μού λέει και έτσι ευχήθηκα από μέσα μου και άναψα ένα κεράκι σε έναν ναό της Ελλάδος.
Μάρτιος 2000 - Αθήνα
------------------
* «Qaqnas» το μυθικό πουλί που είναι θηλυκό στην κουρδική μυθολογία, το οποίο πεθαίνει από τον πόνο της γέννας και ετοιμάζει τον θάνατό του.** «Toushnawzar» το κέντρο της πολιτείας των «ιερών βουνών» στο Ζαγγρούς με πανάρχαιες τελετές γονιμότητας.
*** Η Χίβα Παναχί είναι γνωστή ποιήτρια και συγγραφέας στην Περσία, το Ιράκ και τη Συρία. Είναι λάτρης του ελληνικού πολιτισμού και έχει συμβάλει όσοι λίγοι στη διάδοσή του σε όλη τη Μέση Ανατολή με μεταφράσεις που έχει εκπονήσει και με τη γενικότερη δράση και το λόγο της. Φυλακίστηκε στο Ιράν σε πολύ νεαρή ηλικία, γιατί αντέδρασε στον λιθοβολισμό συμμαθήτριάς της. Διέφυγε στη Συρία και από εκεί πέρασε στην Ελλάδα.
Είναι μέλος της Κουρδικής Ακαδημίας που εδρεύει στο Παρίσι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου