Παρασκευή 17 Μαΐου 2024

ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΦΡΑΓΚΟΥΔΗ: "Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΘΝΙΚΗ ΚΡΙΣΙΣ", ΑΘΗΝΑ, 15/12/1918

 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΘΝΙΚΗ  ΚΡΙΣΙΣ

 Η ΕΛΛΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΣΥΜΜΑΧΩΝ
ΚΑΙ Ο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
- ΑΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΙ ΚΑΙ Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΗ -
Η ΟΛΕΘΡΙΑ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΙΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ
ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΟΓΕΝΩΝ

Yπό του ΓΕΩΡΓΙΟΥ Σ. ΦΡΑΓΚΟΥΔΗ
         Δικηγόρου, Δημοσιολόγου,
         Προέδρου του «Πατριωτικού Συνδέσμου 
         των Κυπρίων» κ.λπ.

(Το πρώτο μέρος
εδημοσιεύθη το 1917 στην Αλεξάνδρεια
λόγω "Απαγορευτικού" ένεκα του Στρατιωτικού Νόμου
και της "Λογοκρισίας" στην Αθήνα,
με τίτλο:
"Προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο και τον Ελληνικό Λαό.
Ολόκληρος η Μεγάλη Εθνική κρίσις 1915-1917". Επίκρισις της τότε
ελληνικής πολιτικής του Βασιλέως Κωνσταντίνου,
σχήματος 16,5x24,5 cm, σελ. 212. (Βλ. Εικ. 2, 3)
.
και το δεύτερο μέρος δημοσιεύθηκε με τον ως άνω τίτλο
ως Επίκρισι της τότε ελληνικής πολιτικής του Ελευθερίου Βενιζέλου,
στις 15 Δεκεμβρίου 1918 στην Αθήνα,
ως αυτοτελές έργο 24σέλιδο, σχήματος 20x28 cm. Βλ. κατωτέρω: εικ. 1).
 




Visit counter For Websites
Προβολές Αναρτήσεως


«Ζητώ την άδεια, όπως γίνη ανεκτόν ίνα δημοσιεύσω τας σκέψεις μου και επικρίνω την Κυβέρνησιν και τους Συμμάχους. Καθ' ην στιγμήν εις όλα τα Έθνη η σκέψις αφέθη ελευθέρα, μόνον εις την Ελλάδα ο Στρατιωτικός Νόμος και η λογοκρισία έπνιξαν κατά τρόπον αμείλικτον πάσαν σκέψιν και πάσαν ενέργειαν. Και καθ' ην στιγμήν όλοι οι λαοί εξηγέρθησαν, μόνος ο Ελληνικός λαός παραμένει δούλος, σκεπτόμενος και ενεργών όπως θέλει η Κυβέρνησις. Καθ' ην στιγμήν η Γερμανία ευρίσκετο εις τον κολοφώνα της δόξης της ο Χάρδεν επέκρινε δριμύτατα τον Κάιζερ
(1) και την Κυβέρνησίν του.
Όταν κατά τους αρχαίους χρόνους οι Αθηναίοι αποκαμόντες να πολεμούν προς τους Μεγαρείς δια την Σαλαμίνα, απηγόρευσαν δια νόμου αυστηρού πάσαν περί επανακτήσεως της νήσου πρότασιν, ο Σόλων(2) προσποιηθείς τον τρελλόν, εξεφώνησεν εν τη αγορά ενθουσιώδες ποίημα περί Σαλαμίνος, καταδείξας το αίσχος της εγκαταλείψεώς της.
Έψαλλεν ότι εθεώρει καθήκον του να διαμαρτυρηθή δια να μη λέγουν οι άνθρωποι: "Ιδού ένας Αθηναίος εξ εκείνων, οι οποίοι εγκατέλειψαν την Σαλαμίνα, (εκ των Σαλαμιναφετών).
- "Ας υπάγωμεν, έψαλλε, προς την Σαλαμίνα και ας πολεμήσωμεν δια νήσον ιμερτήν και ας σωθώμεν από το βαρύ αίσχος της εγκαταλείψεώς της".
Ο Σόλων ανηγορεύθη Στρατηγός και η Σαλαμίς ανεκτήθη.
Ένας Έλλην δεν ευρέθη, όπως στιγματίση τους νέους Αθηναίους δια την εγκατάλειψιν της ιμερτής Θράκης(3) και δονήση τας ψυχάς του Έθνους, όπως επανακτήση την ποθητήν αυτήν χώραν. Υπέρ της Θράκης έρχομαι ιδία σήμερον να συνηγορήσω, χωρίς να είμαι ούτε Σόλων, ούτε να προσποιηθώ τον τρελλόν, ούτε να έχω την ελπίδα να αναγορευθώ στρατηγός. Αλλά δεν θέλω να με δεικνύουν οι ξένοι και να λέγουν, ιδού ένας Έλλην από εκείνους, οι οποίοι εγκατέλειψαν την Θράκην (εκ των Θρακαφετών).
Η δε Κυβέρνησις εάν νομίζη ότι πρέπει να με στείλη εις το Στρατοδικείον επί εσχάτη προδοσία, ας το πράξη.
Υπήρξα εκ των ολίγων εκείνων Ελλήνων, οι οποίοι αφιέρωσαν όλας αυτών τας δυνάμεις, τον χρόνον, την σκέψιν, την δράσιν των δια την Μεγάλην Ιδέαν και το έργον της Εθνικής Αναγεννήσεως. Και υπήρξα ο πρώτος, ο οποίος με θάρρος ανεπέτασα την σημαίαν της "Ειρηνικής Επαναστάσεως" κατά του αθλίου καθεστώτος, πολύ πριν ή ο Βενιζέλος σκεφθή ότι θα ήρχετο εις την Ελλάδα ως Δικτάτωρ. Η Κυβέρνησις Μαυρομιχάλη-Ράλλη με έστειλε το 1905 εις την φυλακήν, διότι εζήτουν δήθεν την ανατροπήν του Συντάγματος και του καθεστώτος, δι' εξύβρισιν του Βασιλέως κ.λπ. Μετά την αθώωσίν μου από το Κακουργιοδικείον και κατόπιν πενταμήνου προφυλακίσεως και χιλίων καταδιώξεων, ενόμισα ότι δεν ήτο ώριμος η εποχή δια την μεταβολήν και έλαβα τον δρόμον της εξορίας. Εν τούτοις ο σπόρος είχε σπαρή και εξ αυτού ιδρύεται ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος(4) και παρεσκευάζετο η επανάστασις του Γουδή(5). Μετά 10 ετών υπερορίαν,καθ' ην στιγμήν τα πράγματα του Έθνους εφαίνοντο αισιώτερα, επανήλθον όπως αφιερώσω το υπόλοιπον μέρος του βίου μου υπέρ του μεγάλου έργου της εθνικής σωτηρίας και αναδημιουργίας και τίποτε δεν θα με σταματήση, διότι λέγω την αλήθειαν, η οποία μόνη δύναται να σώση.



Ο Στρατιωτικός Νόμος, και η λογοκρισία, δεν έχουν την σημασίαν, ότι πρέπει ένας λαός να παύση σκεπτόμενος και θέλων. Ούτε σημαίνει ειδικώς εις την περίπτωσιν της Ελλάδος μονοκρατορίαν της σκέψεως και της θελήσεως του Βενιζέλου. Αλλά χάριν σωτηρίας της πατρίδος εξησφάλιζε δικτατορίαν σώζουσαν το καθεστώς κατά των εχθρών και των προδοτών και οπλίζουσαν την Κυβέρνησιν με όλα τα μέσα, όπως κάλλιον υπερασπίση τα εθνικά συμφέροντα.
Τίποτε πλέον. Εντός του καθεστώτος τούτου θέλομεν εντονωτέραν την υπεράσπισιν των εθνικών και λαϊκών συμφερόντων και ο Στρατιωτικός Νόμος, όστις δεν κατέλυσε το πνεύμα του πολιτεύματος και δεν δύναται να καταλύση τα απαράγραπτα Ανθρώπινα και Εθνικά Δίκαια, δεν δύναται να με θίξη.
Πάσα άλλη ερμηνεία θα ήτο ανήκουστος αυθαιρεσία, αναξία της στιγμής, την οποίαν ζώμεν.


Εικ. 3. Οπισθόφυλλο:
"L'Hellénisme en lutte contre l'Orient et l'Occident.
La trait
é de Sèvres et de Lausanne et l'emprunt de Shylock/GR",
"La grande crise nationale:
1) La politique de Constantin, Alexandrie 1917.
2) La politique ext
érieure de Vénizélos, Athènes 1918.



Η ΜΕΓΑΛΗ ΙΔΕΑ
ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ

Η Μεγάλη Ιδέα, δηλαδή, η απελευθέρωσις και η ένωσις όλων των Ελλήνων εις ένα ελεύθερον Κράτος, εκτεινόμενον εθνολογικώς και εδαφικώς εις τας απ' αιώνων Ελληνικάς χώρας της Ανατολής, απετέλεσε δια τον Ελληνισμόν την μεγάλην δύναμιν, η οποία τον συνεκράτει εν τω μέσω των συμφορών του και τον ενεψύχου δια το μέλλον.
Το Ελληνικόν Βασίλειον εθεωρήθη από της ιδρύσεώς του, ότι θα απετέλει τον πυρήνα του νέου Ελληνικού Έθνους. Δυστυχώς ένεκα διαφόρων λόγων, ιδίως όμως ένεκα της περί τα προσωπικά και Κομματικάς φθοράς των Εθνικών Δυνάμεων και της αποτυχίας του Ελληνικού Βασιλείου ν' αυτοδιοικηθή ως νεώτερον ωργανωμένον Ευρωπαϊκόν Κράτος, η Μεγάλη Ιδέα ήρχισεν σιγά-σιγά να θεωρήται ως όνειρον απραγματοποίητον. Εν τούτοις μέχρι της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου(6) (1878), η οποία εδημιούργει την Μεγάλην Βουλγαρίαν, ο Ελληνισμός έμενεν ακμαίος τω φρόνημα και ακέραιος.
Το Ελληνικόν Βασίλειον, κακώς διοικούμενον και κακώς πολιτευόμενον, διετήρει ακόμη τας ηθικάς εκείνας δυνάμεις, αι οποίαι είλκυον προς αυτό τα βλέμματα και τας ελπίδας όλων των άλλων Ελλήνων, των υποδούλων και των εν Διασπορά. Η Ένωσις της Επτανήσου με την Ελλάδα, η Ένωσις της Θεσσαλίας, αι ηρωικαί επαναστάσεις των Κρητών, η ανάπτυξις του Ελληνισμού της Τουρκίας, η δια της Αγγλίας απελευθέρωσις της Κύπρου από την Τουρκικήν τυραννίαν, η ακμή τών εκτός της Ελλάδος Ελληνικών παροικιών, η επί της σκηνής εμφάνισις του Τρικούπη, ανδρός με ευρωπαϊκάς ιδέας, αναλαβόντος με δύναμιν και μέθοδον την διοργάνωσιν των εθνικών δυνάμεων, ανεπτέρουν εκάστοτε τας εθνικάς ελπίδας και διετήρουν την "σπίθα στην στάχτη".
Δυστυχώς το Έθνος έπασχεν ασθένειαν, η οποία υπενόμευε την ύπαρξίν του. Το Ελληνικόν Βασίλειον έμενε πίσω από όλα τα άλλα Ευρωπαϊκά Κράτη και οσημέρα: καθίστατο καταφανεστέρα η απαισία πρόβλεψις, ότι ο Ελληνισμός είχεν ως φυλή μεν μεγάλην ζωτικότητα, αλλ' ήτο ανίκανος να συμπαχθή εις Έθνος ευνομούμενον και καλώς οργανωμένον δια να δυνηθή να πραγματοποιήση την Μεγάλην Ιδέαν. Η συμφορά της Κούτρας(7), η ολεθρία Εκστρατεία του 1897, η χρεωκοπία του Κράτους, ο απαίσιος Δεληγιάννης(8), η αποτυχία και ο θάνατος του Τρικούπη, επηκολούθησαν αλλεπαλλήλως ως θανάσιμα πλήγματα πιστοποιούντα την ηθικήν χρεωκοπίαν του Ελληνικού Κράτους, και κάτι χειρότερον.
Ενώ δε αι Εθνικαί ελπίδες κατέρρεον, αφ' ετέρου ωρθούτο απέναντί μας η νέα Βουλγαρία(9), η οποία διατηρήσασα όλα τα άγρια ένστικτα, της ασιατικής της καταγωγής και εξυπνήσασα μετά τόσους αιώνας με τον αυτόν φανατισμόν και το αυτό μίσος κατά των Ελλήνων, ήρχετο να μεταβάλη άρδην τους όρους της υπάρξεως του Ελληνικού Έθνους.
Οι Βούλγαροι επέδειξαν αμέσως μεγάλας οργανωτικάς αρετάς και κατώρθωσαν εντός ελαχίστου χρόνου να μεταβάλουν την Βουλγαρίαν εις Ευρωπαϊκόν Κράτος και να δημιουργήσουν λαμπρόν στρατόν. Αλλ' ό,τι ιδία διακρίνει τους Βουλγάρους είναι ο μεγάλος αυτών πατριωτισμός, η αγρία των θέλησις, όπως αντί πάσης θυσίας δημιουργήσουν Μεγάλην Βουλγαρίαν.
Το πρώτον βήμα ήτο να αρπάσουν την Ανατολικήν Ρωμυλίαν, της οποίας όλαι αι πόλεις ήσαν Ελληνικαί και να εξοντώσουν τον Ελληνικόν πληθυσμόν αυτής τε και της παλαιάς Βουλγαρίας. Ενώ δε ημείς κατερρέομεν, οι Βούλγαροι ήρχισαν να βάλλουν χέρι και εις την Μακεδονίαν.
Επειδή δε εκεί παρ' όλον το σλαυικόν ιδίωμα, το οποίον ομιλεί μεγάλη μερίς των χωρικών της, δεν ήτο δυνατόν να επιβληθούν ειρηνικώς, εδημιούργησαν τους Κομιτατζήδες(10) και όλην την λοιπήν τρομοκρατίαν, η οποία μετέβαλε την χώραν επί έτη μακρά εις πεδία φυλετικών σπαραγμών.
Οι Βούλγαροι επανήρχοντο εις τας παλαιάς αυτών μεθόδους. Δια να πραγματοποιήσουν την Μεγάλην Βουλγαρίαν, έπρεπε πρώτον να καταστρέψουν τον Ελληνισμόν, τον οποίον εύρισκον αναρχούμενον, ακυβέρνητον, ανοργάνωτον, σπαρασσόμενον διαρκώς από εσωτερικάς κρίσεις και έριδας.
Και οι Βούλγαροι είχον Κόμματα και εσωτερικάς διαμάχας, αλλ' ο κύριος αγών όλων των Κομμάτων ήτο η Μεγάλη Βουλγαρία, η κατάκτησις της Μακεδονίας, η εξόντωσις του Ελληνισμού.
Την Θράκην δεν την πολυεσκέπτοντο κατ' αρχάς, διότι ήτο τόσον Ελληνική, ώστε δεν εφαντάζοντο ότι ήτο δυνατόν να την εκβουλγαρίσουν, και η προσοχή των εστράφη αμέσως προς την Μακεδονίαν, η οποία ωδήγει ευκολώτερον προς την θάλασσαν, προς την πολυπόθητον Θεσσαλονίκην και το Αιγαίον Πέλαγος. Και ναι μεν ο Ελληνισμός παρ' όλην την παραλυσίαν του αντέταξεν ερρωμένην αντίστασιν εις τους Βουλγάρους εν Μακεδονία, εν τούτοις ήτο φανερόν, ότι η Μακεδονία θα κατελαμβάνετο από το Έθνος, το οποίον θα παρέτασσε κατά την πρώτην στιγμήν τον ισχυρότερον στρατόν.
Δεύτερος εχθρός του Ελληνισμού επεφάνη κατά τα τελευταία έτη η Νέα Τουρκία.
Υπό το παλαιόν καθεστώς ο Ελληνισμός της Τουρκίας ευημέρει, ηνδρούτο, ηύξανε καθημερινώς. Ήτο μία νέα Ελλάς, η οποία εδημιουργείτο, ενθουσιωδεστέρα και υγιεστέρα της Ελλάδος του Ελευθέρου Βασιλείου. Η Μεγάλη Ιδέα ενέπνεεν όλους τους Έλληνας, οι οποίοι δεν είχον εκφυλισθή. Εφ' όσον ο Ελληνισμός της Τουρκίας ήτο ακέραιος, υπήρχεν ελπίς ότι το Έθνος θα επανεύρισκε τον δρόμον του και ότι θα εσώζετο η φυλή εις τα κύρια αυτής μέρη.
Αλλ' οι Νεότουρκοι εγκαινίασαν μεθόδους Βουλγαρικάς και ο Ελληνισμός, εκαλείτο να πληρώση και πάλιν με το αίμα του την δημιουργίαν της Νέας Τουρκίας.
Οι Νεότουρκοι κηρύξαντες το Σύνταγμα, έβλεπον ότι θα ήρχετο ημέρα κατά την οποίαν οι μειοψηφούντες εν τη αυτοκρατορία Τούρκοι θα εξηφανίζοντο. Έπρεπε, λοιπόν, να εξοντωθούν αι άλλαι φυλαί και προ παντός η πλέον επικίνδυνος, η Ελληνική. Εάν αι μέθοδοι των Νεοτούρκων εξηκολούθουν ολίγον ακόμη χρόνον, ο Ελληνισμός της Τουρκίας θα εξηφανίζετο.
Ο Ελληνισμός, λοιπόν, ο οποίος παρ' όλας τας συμφοράς του είχε διατηρήσει πάντοτε ακμαίας τας ηθικάς του δυνάμεις και ήλπιζε πάντοτε εις την Μεγάλην Ιδέαν, εδέχθη κατά τα τελευταία έτη δεινά και αλλεπάλληλα πλήγματα, τα οποία έφερον εις κίνδυνον αυτήν ταύτην την ύπαρξίν του.
Όλα τα στοιχεία συνωμότουν εναντίον μας. Η ανικανότης μας να δημιουργήσωμεν στρατόν και να οργανώσωμεν τας εθνικάς δυνάμεις, επολλαπλασίαζε τους εχθρούς και απεμάκρυνε τους φίλους. Η Αγγλία δι' ιδίους σκοπούς αντιτασσομένη εις την Ένωσιν της Κρήτης μετά της Ελλάδος, εκράτει διαρκώς ανοικτήν την πληγήν του Κρητικού Ζητήματος.
Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, πολεμούμενον διαρκώς υπό των Ρώσων και των Βουλγάρων, ηγωνίζετο χαλεπόν αγώνα.
Οι Άραβες ήρπαζον το Πατριαρχείον της Αντιοχείας, και επολέμουν το Πατριαρχείον των Ιεροσολύμων. Οι Ρουμάνοι δίδοντες το σύνθημα των μεγάλων και ιστορικών κατά τα τελευταία έτη διώξεων του Ελληνισμού εις τον Αίμον(11), διεσκόρπισαν τας ακμαζούσας Παραδουναβείους Ελληνικάς παροικίας. Επηκολούθησαν αι καταδιώξεις της Βουλγαρίας και των Νεοτούρκων.
Η Ιταλική προπαγάνδα προ πολλού ειργάζετο εις την Ήπειρον και εις αυτήν ακόμη την Κέρκυραν, και υπέρ τα Ιωάννινα νέος εχθρός επρόβαλλεν, ο Αλβανός, απειλών την Ήπειρον και την Μακεδονίαν.
Ενώ δε συνετελείτο πέριξ μας η φοβερά αύτη καταστροφή, το Ελεύθερον Βασίλειον εβάδιζεν ημέρα τη ημέρα προς τον εκφυλισμόν και τον όλεθρον. Επήλθε στιγμή κρίσιμος εις την Ελληνικήν Ιστορίαν. Μετά την πτώσιν του Τρικούπη, αι Κυβερνήσεις ήσαν η μία χειροτέρα της άλλης. Το Έθνος ανίκανον να σώση εαυτό, όπως όλα τα νεώτερα ανεξάρτητα και κοινοβουλευτικά έθνη, τα οποία έχουν πολίτας αληθινούς και αναδεικνύουν άνδρας πολιτικούς κατά δεκάδας, αμιλλωμένους ν' αναδειχθούν δια των αρχών των και όχι δια των ρουσφετίων και της διαφθοράς, εζήτει και πάλιν νέον Μεσσίαν, όπως το σώση, και το οδηγήση μέσα εις τον πολιτικόν κυκεώνα, και την πολιτικήν αναρχίαν εις τα οποία εσφάδαζε. Κανείς δεν εγνώριζε τι έπρεπε να γίνη. Οι ανεπτυγμένοι είχον πάθει τελείαν ανικανότητα σκέψεως και ενεργείας, ο δε λαός αμαθής εύρισκεν ως μέσον σωτηρίας την μετανάστευσιν, η οποία αθρόα όπως ήτο απετέλεσε νέαν πληγήν Φαραώ. Η Αμερική ηπείλει ν' απορροφήση την Ελλάδα.
Η επανάστασις του Γουδή, όπως έγινε δεν εφαίνετο αποτέλεσμα εθνικής ανανήψεως, αλλ' ένα εκ των επεισοδίων της αναρχικής εξελίξεως, προκληθείσα από προσωπικά ζητήματα και εκ δυσαρεσκειών κατά της Βασιλείας. Ο λαός ευρεθείς προ ενός χάους, εζήτει την συνδρομήν νέου Μεσίου. Αλλοίμονον εις τα Έθνη, τα οποία ανίκανα να ζήσουν, κρεμούν την τύχην των από την ικανότητα ενός και μόνου ανδρός. Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος επέβαλε τον Βενιζέλον, όστις ήτο ήδη πασίγνωστος δια την εν Κρήτη δράσιν του, ως εκδιώξας δε ένα Πρίγκηπα είχε δεδηλωμένας αντιβασιλικάς αρχάς. Ο Βενιζέλος δεν είχε διακριθή εν Κρήτη, ούτε δι' υψηλάς ιδέας ούτε δι' οργανωτικάς αρετάς. Αλλ' είχε διακριθεί κατά την νεωτέραν ρωμαίικην αντίληψιν ως δυνατός Κομματάρχης, τολμηρός ηγέτης, τετραπέρατος πολιτικός, ευτυχής εις τας επιχειρήσεις του. Και την στιγμήν καθ' ην το Έθνος εκλυδωνίζετο, εκλήθη εις την Ελλάδα ως Δικτάτωρ. Του εδόθη πλήρης εξουσία να ρυθμίση τα εσωτερικά και εξωτερικά πράγματα όπως εγνώριζε καλύτερον. «Όταν ένα έθνος δεν έχει την δύναμιν να κυβερνηθή μόνον του, η Δικτατορία ή η Δουλεία είναι αναγκαία συνέπεια».

 

ΑΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΙ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ (12)

Ο Βενιζέλος έκαμεν έκτοτε δια το Έθνος ό,τι εγνώριζε καλύτερον και ό,τι του επέτρεπον αι ψυχικαί και διανοητικαί του δυνάμεις. Εάν κακώς επολιτεύθη, πταίει το Έθνος, το οποίον δεν παράγει ικανούς άνδρας δια να το οδηγήσουν. Αλλά το Έθνος παραμένει ελεύθερον ν' αποδοκιμάση τον Δικτάτορα και να επανέλθη εις τον κανονικόν βίον.
Όπως δείξωμεν τους κινδύνους της Δικτατορίας ταύτης, όπως φωτίσωμεν το έθνος, όπως επικρίνοντες τον Βενιζέλον συντελέσωμεν εις την ευόδωσιν του εθνικού αγώνος, του οποίου ηγείται, επιχειρούμεν το έργον τούτο της επικρίσεως, κατά την κρισιμωτέραν στιγμήν του εθνικού μας βίου.
Δεν είναι, βεβαίως, η στιγμή κατάλληλος, όπως επικρίνωμεν τον Βενιζέλον εν τη εσωτερική του πολιτική. Αλλά θεωρούντες επικίνδυνον και πεπλανημένην την εξωτερικήν του πολιτικήν, οφείλομεν να εκθέσωμεν τας σκέψεις μας, αι οποίαι δεν αμφιβάλλομεν ότι ανταποκρίνονται εις το γενικόν αίσθημα όλων των ανεξαρτήτων και φωτισμένων Ελλήνων.
Ο Βενιζέλος ήλθεν εις την Ελλάδα ως Δικτάτωρ, και ως τοιούτος παραμένει και σήμερον. Η Δικτατορία του διαιρείται εις δύο περιόδους την προ της παραιτήσεώς του, ήτις ήτο Δικτατορία Εθνική, απορρέουσα από την γενικήν θέλησιν να διοική αυτός, και την μετά την επιστροφήν του εκ Θεσσαλονίκης, ήτις ήτο Δικτατορία πρωτοφανής εν τη ιστορία, και είχε την σημασίαν ότι η Ελλάς έπρεπε να σωθή εν ανάγκη και δια της βίας. Κατ' αμφοτέρας τας περιπτώσεις το Έθνος είναι υποχρεωμένον να υποστή τας συνεπείας της ατομικής πολιτικής των ιδεών, της διανοητικότητος, της ψυχικής καταστάσεως του Βενιζέλου.
Τα ελεύθερα Έθνη έχουν τους Κυβερνήτας, τους οποίους αξίζουν και οι οποίοι καθίστανται απαραίτητοι, διότι εξυπηρετούν επιτακτικήν ανάγκην εις τον ιστορικόν βίον ενός λαού.
Ο Βενιζέλος δύναται να λέγη: «Ενώ το παρελθόν έφερε την Ελλάδα εις την καταστροφήν, ο Ελληνισμός δε ευρίσκετο εις τας παραμονάς διαμελισμού, εγώ κατώρθωσα εντός ελαχίστου χρόνου να συγκεντρώσω τας εθνικάς δυνάμεις, να εμφυσήσω νέαν ζωήν εις το λιποψυχούν Έθνος, να διοργανώσω τον στρατόν και τον στόλον, να διεξαγάγω δύο νικηφόρους πολέμους και να διπλασιάσω εντός ολίγου χρόνου την Ελλάδα, πραγματοποιών ούτω μέρος της Μεγάλης Ιδέας, προσαρτών προ παντός την Μακεδονία, πράγμα θεωρούμενον αφάνταστον προ ολίγων μόλις ετών».
Όλα αυτά είναι ίσως εν μέρει αληθή και κατέστησαν τον Βενιζέλον μεγάλην ιστορικήν και εθνικήν μορφήν. Αλλά το έργον του Βενιζέλου φέρει όλα τα ελαττώματα και όλους τους κινδύνους της μονοκρατορίας της σκέψεως και της Δικτατορίας. Διαπράττει καθημερινώς τόσα λάθη και οδηγεί το σκάφος κατά τοιούτον κινδυνώδη και πεπλανημένον τρόπον, ώστε να κινδυνεύη ανά πάσαν στιγμήν να σπάση επάνω εις τους βράχους με τον κυβερνήτη του.
Εάν το Έθνος υπέστη συμφοράς, εάν ηναγκάσθη να παραδεχθή την Δικτατορίαν ενός ανδρός, δεν σημαίνει ότι παρητήθη των δικαιωμάτων του.
«Θα πάρω από σε ό,τι δύνασαι να κάμης καλόν εις την Πατρίδα, αλλά δεν θα σε αφήσω να πράξης το κακόν». Και αν παραδεχθώμεν, ότι ο Ελληνισμός εσώθη χάρις εις την έγκαιρον εμφάνισιν του Βενιζέλου, δεν σημαίνει ότι πρέπει και να χαθή ένεκα των ελαττωμάτων του.
Ο Κωνσταντίνος, καταργήσας το Σύνταγμα και επιβαλών επί τινα καιρόν δια διαφόρων μέσων την ιδικήν του Δικτατορίαν, έλεγε:
«Εγώ έκαμα την Ελλάδα, εγώ και θα την καταστρέψω».
Ο Βενιζέλος δεν δύναται να λέγη:
«Εγώ εδιπλασίασα την Ελλάδα, εγώ θα διαθέσω τον Ελληνισμόν όπως θέλω».
Το Έθνος έχει δικαίωμα ν' αγρυπνή και να ανακαλή ανά πάσαν στιγμήν την εντολήν. Ημείς δε οι ολίγοι πατριώται, οι οποίοι δεν επαύσαμεν σκεπτόμενοι δια το Έθνος, ανεξαρτήτως Κόμματος και εργαζόμενοι δια την Μεγάλην Ιδέαν και κρατούντες αναμμένον τον λύχνον των εθνικών ελπίδων ανά μέσον των κρισιμωτέρων στιγμών, έχομεν δικαίωμα και καθήκον ν' αγρυπνώμεν και να επικρίνωμεν. Άλλως τε το έργον της επικρίσεως δύναται να καταστήση και το έργον του Βενιζέλου εθνωφελέστερον. Εάν η φαυλοκρατία κατέστρεψε την Ελλάδα, εάν τα Κόμματα είχον φέρει εις κίνδυνον την Μεγάλην ιδέαν, το Έθνος δεν είχεν αποβάλει όλας τας αρετάς του, ούτε παρητήθη των δικαιωμάτων του ως ελεύθερος λαός. Ο δε ηρωισμός του στρατού μας απέδειξεν, ότι η φυλή δεν διεφθάρη ανεπανορθώτως και ότι μόνον η κακή Πολιτεία υπενόμευε τα θεμέλια της Μεγάλης Ιδέας και ότι υπάρχει ελπίς ο Ελληνισμός ολόκληρος ενούμενος να εισέλθη εις νέαν περίοδον βίου επίσης ενδόξου, ως και κατά το παρελθόν.

 

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΕΩΣ

Ο Βενιζέλος ελθών εις την Ελλαδα, αντελήφθη ότι η διοργάνωσις των στρατιωτικών δυνάμεων έπρεπε να είναι το πρώτον του μέλημα. Χάρις και εις τας προσπαθείας του το Έθνος δεν ευρέθη όλως ανέτοιμον, όταν κατά το 1912 τα πράγματα εν Ανατολή επήρχοντο ραγδαία. Αν και μέχρι του 1912 ο Ελληνισμός είχεν υποστή πολλάς συμφοράς, εν τούτοις ήτο ακόμη ακέραιος εις τας κυρίας αυτού βάσεις. Ήνθει εν Μικρά Ασία, υφίστατο ακμαίος εν Θράκη, επάλαιεν ερρωμένως εν Μακεδονία. Η Κρήτη ήτο εις τα πρόθυρα της ενώσεως, η Ήπειρος εθεωρείτο ότι θα ηνούτο με την Ελλάδα εις πρώτην ευκαιρίαν, η Κύπρος επίσης. Δεν υπελείπετο παρά μόνον μία πνοή νέου βίου εις το εθνικόν κέντρον, όπως σωθή η πατρίς κατά τον επερχόμενον κλύδωνα. Διότι ήτο φανερόν, ότι είχε σημάνει η ώρα της εκκαθαρίσεως, η πεπρωμένη ώρα, καθ' ην θα εκρίνετο η τύχη της Ανατολής και το Έθνος θα επλήρωνε δια τα σφάλματα του παρελθόντος και την κακήν του Πολιτείαν. Οι Νεότουρκοι ηπείλουν τον εν Τουρκία Ελληνισμόν δι' εξοντώσεως, η Μακεδονία προ παντός εκινδύνευεν από τους Αυστριακούς, τους Βουλγάρους και τους Αλβανούς.
Εάν η Ελλάς κατά την στιγμήν ταύτην δεν είχε κάμει την μεταβολήν, η οποία είχε φέρει τον Βενιζέλον εις τα πράγματα, ίσως θα ήτο χαμένη.
Ο Βενιζέλος κατορθώσας, όπως η Ελλάς αναμιχθή εις όλας τας έκτοτε περιπετείας τού -προς την λύσιν βαίνοντος- Ανατολικού Ζητήματος κατέστη εθνική και ιστορική φυσιογνωμία. Το ζήτημα είναι πώς οδήγησε τα πράγματα και πώς τα οδηγεί, εάν δύνανται να οδηγηθούν καλύτερον και εάν η εκκαθάρισις ημπορούσε να γίνη με ολιγωτέρας δια τον Ελληνισμόν καταστροφάς.
Ο Βενιζέλος ενόμιζεν ότι έσωζε τον Ελληνισμόν εάν έρριπτεν εις το βάραθρον μέρος της Μεγάλης Ιδέας δια να σώση το υπόλοιπον. Από το κλυδωνιζόμενον καράβι έρριψεν εις την θάλασσαν μερικά παιδιά δια να σώση την μάναν και τα υπόλοιπα.
Ο Βενιζέλος ούτως απ' αρχής παρίσταται ως ο θλιβερός εκκαθαριστής αθλίας εθνικής καταστάσεως.
Είπε περίπου εις τους Έλληνας: «Με τα σφάλματα, τα οποία διεπράξαμεν, Μεγάλην Ιδέαν μη περιμένετε. Θα σώσωμε ό,τι είναι δυνατόν να σωθή και δια να σωθή κάτι, πρέπει ο Ελληνισμός να κάμη αβαρίαν».
Και με το πνεύμα αυτό, θέλων να προλάβη τα γεγονότα, θέλων να καταπλήξη τον κόσμον με την τόλμην του, πριν ή σκεφθή καλώς τας συνεπείας, πριν ιδή καλώς αν τα εθνικά πράγματα ηδύναντο αλλέως και καλύτερον να σωθούν, εισήλθεν εις συμμαχίαν με τους Βουλγάρους και τους Σέρβους(13), όπως πολεμήση την Τουρκίαν και πραγματοποιήση το όνειρον «της Ομοσπονδίας του Αίμου».

 

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΤΟΥ ΑΙΜΟΥ

Αλλ' η πολιτική αυτή υπήρξε φοβερά εσφαλμένη και ριψοκίνδυνος, το οφείλομεν δε εις την τύχην εάν εξ αυτής δεν υπέστημεν ήδη μεγαλύτερα δεινά.
Ο Βενιζέλος διέπραττε τα δύο κολοσσιαία σφάλματα.
α) Συνεμάχει με τους Βουλγάρους χωρίς να τους γνωρίζει.
β) Εθυσίαζε τα 3/4 της Μακεδονίας και όλην την Θράκην χάριν της ουτοπίας της «Βαλκανικής λεγομένης Ομοσπονδίας», διότι δια να επιτύχη συμβιβασμόν των Βουλγαρικών, Σερβικών και Ελληνικών συμφερόντων, και καταστήση δυνατήν την ειρήνην εν τω Αίμω, όταν εις το τέλος του -κατά της Τουρκίας- πολέμου, επρόκειτο να μοιράση με τους τέως συμμάχους την Ευρωπαϊκήν Τουρκίαν, εθεώρει την Ελλάδα ευτυχή, εάν ηδύνατο να κρατήση την Θεσσαλονίκην με την Χαλκιδικήν.
Είμεθα βέβαιοι, ότι εάν εγνώριζε τί άτιμον και παράσπονδον και κακούργον έθνος είναι οι Βούλγαροι, όπως έπρεπε να τους γνωρίζει ένας εθνικός ηγέτης, ουδέποτε θα διέπραττε την συμμαχίαν του 1912.
Διότι, οι Βούλγαροι δεν εσκέπτοντο όπως ο Βενιζέλος, όστις εθυσίαζε σπουδαία Ελληνικά συμφέροντα χάριν της «Διαρκούς Ειρήνης». Αυτών άμεσον πρόγραμμα είναι η κατάκτησις της Θεσσαλονίκης, απώτερος δε σκοπός η υποδούλωσις της Ελλάδος και η εξόντωσις του Ελληνισμού.
Με τοιούτον λαόν εις τον Αίμον πρέπει να το καταλάβη ο καθένας, ότι ειρήνη εις τον Αίμον είναι αδύνατος και ουτοπία η περίφημος Ομοσπονδία του Αίμου. Και ο Βενιζέλος έπρεπε πρώτος να το γνωρίζη και να εργάζεται μόνον δια την εξόντωσιν των Βουλγάρων και όχι δια να τους φέρη εις το Αιγαίον και την Κωνσταντινούπολιν.
Ειρήνην εις τον Αίμον θα έχωμεν μόνον ίσως εάν οι Βούλγαροι περιορισθώσιν εις τα παλαιά των όρια και διδαχθούν όπως επί Βουλγαροκτόνου να μένουν ήσυχοι.
Αλλά και πάλιν αμφιβάλλομεν.
Εις τας Αθήνας πρέπει να ιδρυθή ιδιαιτέρα Σχολή, εις την οποίαν να μελετώμεν τας Βουλγαρικάς μεθόδους δια να αμυνώμεθα διαρκώς. Αλλά δεν αρκεί μόνον να αμυνώμεθα, πρέπει εν ανάγκη να μεταχειρισθώμεν τας Βουλγαρικάς μεθόδους εναντίον των.
Ο νόμος των αντιποίνων έπρεπε να είναι το σύνθημα του Έθνους, και όπως αυτοί φωνάζουν, ότι το πρόγραμμά των είναι να φθάσωσιν εις Αθήνας, πρέπει και ημείς να εργαζόμεθα, ως εάν το πρόγραμμά μας να ήτο να φθάσομεν εις την Σόφιαν.
Έπρεπε να κάμωμεν δύο πολέμους με τους Βουλγάρους και να υποστώμεν δις τας σφαγάς και τας ατιμίας των δια να καταλάβη ίσως και ο κ. Βενιζέλος, αλλά αμφιβάλλομεν αν και πάλιν παραιτηθή του ονείρου της «Ομοσπονδίας του Αίμου».
Ο Υπουργός του Βενιζέλου Παπαναστασίου(14) έλεγε προ μικρού εις συντάκτην του «Ελευθέρου Τύπου» (10 Οκτωβρίου): «Υπήρξα πάντοτε θιασώτης συνεννοήσεως μέχρι συμπολιτειακής οργανώσεως των Βαλκανικών λαών. Αλλά εκ των πραγμάτων επείσθην ότι μετά των Βουλγάρων η συνεννόησις είναι αδύνατος, εφόσον δεν μεταβάλλονται. Και πρώτος όρος της μεταβολής είναι η τιμωρία των υπαιτίων».
Πάλιν καλά, που το εκαταλάβατε κατόπιν τόσων δεινών. Αλλ' οι Βούλγαροι δεν θα τιμωρηθούν και επομένως δεν θα μεταβληθούν, καθώς δεν θα μεταβληθώμεν και ημείς. Ο Βενιζέλος είναι άξιος ν' αρχίση να εργάζεται δια νέαν «Ομοσπονδίαν». Η απερισκεψία και η άγνοιά του τον ώθησαν εις την Συμμαχίαν του 1912. Αν εγνώριζεν επαρκώς τους Βουλγάρους θα επροτίμα να συμμαχήση με τους Τούρκους. Πώς συνεμάχησε δε;


Η ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 1912

Οι Βούλγαροι και οι Σέρβοι είχον κάμει μεταξύ των Συμμαχίαν, όπως επιτεθούν κατά της Τουρκίας και εν περιπτώσει επιτυχίας είχον συνεννοηθή περί της μεταξύ των διανομής ολοκλήρου της Ευρωπαϊκής Τουρκίας. Τί ήλπιζεν ο Βενιζέλος εισερχόμενος εις τοιαύτην Συμμαχίαν;
Σέρβοι και Βούλγαροι, δεχόμενοι την Ελλάδα εις την Συμμαχίαν, εσκέπτοντο μόνον να της αφήσουν την Κρήτην και την Ήπειρον.
Ο Βενιζέλος ώφειλε να γνωρίζη ότι συμμαχών με αυτούς εκινδύνευε να χάση και τας Αθήνας.
Όταν εκηρύχθη ο πόλεμος του 1912 έγραψα εξ Αιγύπτου, ένθα εδικηγόρουν, εις τον Υπουργόν του Βενιζέλου Εμμ. Ρέπουλην(15), προς ον με συνέδεε κάποια παλαιά δημοσιογραφική φιλία, επιστολήν την οποίαν δύναται να εύρη, εάν φυλάττη όπως εγώ τα γράμματα, τα οποία λαμβάνει.
Του έγραφα: «Επράξατε επικίνδυνα, συμμαχήσαντες με τους Βουλγάρους. Προσέξατε, διότι αφού τους οδηγήσετε εις Κωνσταντινούπολιν, θα στραφούν κατά των Αθηνών».
Απέναντι των Βουλγάρων, μίαν πολιτικήν είχεν η Ελλάς, παρασκευήν στρατού και στόλου και φανατισμόν εις την Μεγάλην Ιδέαν, όπως αμφισβητήσωμεν μίαν ημέραν και αυτήν την Αν. Ρωμυλίαν(16), και τιμωρήσωμεν τους Βουγλάρους δια τας μέχρι τούδε καταδιώξεις του Ελληνισμού εν Μακεδονία και Βουλγαρία.
Αντ' αυτής της πολιτικής ο Βενιζέλος επήρεν από το χέρι τους Βουλγάρους και τους είπε: «Αγαπητοί Βούλγαροι, ξεύρω ότι διψάτε θάλασσαν, Αιγαίον Κωνσταντινούπολιν, Θεσσαλονίκην, ότι πεινάτε Ελληνικόν κρέας. Ελάτε να σας τα δώσω όλα, σας παρακαλώ μόνον να μου αφήσετε και εμένα ένα κομμάτι. Και αφού τα φάτε, ελπίζω να καθήσετε ήσυχοι, διότι εγώ θυσιάζω τον μισόν Ελληνισμόν δια να σώσω τον άλλον μισόν, και πραγματοποιήσω το όνειρον της ΄Βαλκανικής Ομοσπονδίας΄».
Ούτως ο μεγαλύτερος μεταξύ μας Έλλην, τον οποίον ονομάζομεν Καβούρ, Μεσσίαν, Σωτήρα, Βουλγαροκτόνον, κατέφερε πρώτος το καιριώτερον πλήγμα κατά της Μεγάλης Ιδέας, καθ' ην στιγμήν η άνοδός του εις την εξουσίαν εσημείωνε το ξύπνημα της φυλής και νέαν περίοδον αναγεννήσεως δια το Ελληνικόν Έθνος.
Τί ήλπιζεν ο Βενιζέλος συμμαχών με τους Βουλγάρους;
Εάν υπήρχον Βούλγαροι υπόδουλοι εν Τουρκία, εάν οι Βούλγαροι ηδύναντο να αρκεσθούν εις μέρος της Μακεδονίας, όπου επεκράτει το Σλαυόφωνον στοιχείον, το οποίον είχε φανατίσει κατά τα τελευταία έτη η Βουλγαρική προπαγάνδα, θα ήτο εύκολος η συνεννόησις, όπως ήτο εύκολος με τους Σέρβους.
Θα ήτο δυνατόν να γίνουν παντός είδους παραχωρήσεις, ήρκει να μη εχάνομεν την Θράκην. Αλλ' οι Βούλγαροι το είχον δηλώσει επανειλημμένως, αφ' ης ημέρας ανεφάνησαν εις τον Αίμον, ότι εις την Ελλάδα δεν ανεγνώριζον ποτέ να λάβη πέραν της Ελασσώνος, και αυτό ακόμη με την υστεροβουλίαν, ότι εάν έφθανον μέχρις Ελασσώνος θα εβάδιζον μίαν ημέραν και κατά των Αθηνών.


Η ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΙΣ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ

Δυστυχώς ο Βενιζέλος συμμαχών με τους Βουλγάρους, εγένετο ο πρωταίτιος της δημιουργίας της Μεγάλης Βουλγαρίας, την οποίαν οι Βούλγαροι δεν είχον έως τότε κατορθώσει να δημιουργήσουν.
Από της στιγμής εκείνης η ελληνικότατη Θράκη ήτο προ παντός καταδικασμένη εις τον εκβουλγαρισμόν και τον όλεθρον.
Οι Βούλγαροι πολεμήσαντες επί αιώνας κατά των Βυζαντινών Ελλήνων δεν είχον ποτέ κατορθώσει και κατά τας ημέρας των μεγαλυτέρων θριάμβων των να κατέλθουν εις το Αιγαίον, να εισέλθουν εις Κωνσταντινούπολιν και εγκατασταθούν εις Θεσσαλονίκην, ή άλλην ελληνικήν οχυρωμένην πόλιν. Και ιδού ότι ημείς εφαρμόζοντες την πολιτικήν της "εκκαθαρίσεως" και της "Ομοσπονδίας του Αίμου" και των τολμηρών εγχειρήσεων, ωδηγήσαμε τους Βουλγάρους δια πρώτην φοράν εις το Αιγαίον και εθυσιάσαμεν, ελαφρά τη καρδία, την Θράκην, την οποίαν αφήκαμεν εις τον τελειωτικόν εκβουλγαρισμόν. Θα ερωτήσετε τότε: " Έπρεπε, λοιπόν, να μη γίνη η συμμαχία του 1912, και τί έπρεπε να γίνη;" Βεβαίως, η συμμαχία του 1912 όπως έγινεν υπήρξεν ολεθρία και ηδύνατο να είναι ολεθριωτέρα, εάν δεν εβοήθει η τύχη. Οι Σέρβοι και Βούλγαροι είχον συνεννοηθή περί της διανομής των τουρκικών της Ευρώπης εδαφών, τα οποία όμως απετέλουν την κυρίαν ελληνικήν κληρονομίαν. Ήτο εύκολον να συνεννοηθούν δια την διανομήν μεταξύ των, ως επίσης, να συνεννοηθούν όπως επιτεθούν κατά της Ελλάδος εάν διεφώνει. Εθεωρούντο και οι δύο λαοί συγγενείς και ομόγλωσσοι και διέθετον στρατόν 500.000 περίπου, εναντίον μόλις 150.000 ελληνικού στρατού. Η τέχνη ήτο να λυθή το Ανατολικόν Ζήτημα, χωρίς να κατορθώσουν να κατέλθουν οι Βούλγαροι εις το Αιγαίον. Διότι αφ' ης στιγμής θα έφθανον εις την θάλασσαν, θα ήτο τούτο οριστική θυσία της Θράκης.
Η Βουλγαρία θα γίνη ναυτική δύναμις και δεν θα ησυχάσωμεν ποτέ. Εάν, λοιπόν, η Ελλάς δεν εισήρχετο εις την συμμαχίαν εκείνην και δεν συνετέλει δια του στρατού και του στόλου της εις την ήτταν της Τουρκίας, η Σερβία και η Βουλγαρία δεν θα ηδύναντο να νικήσουν μόναι την Τουρκίαν, καθώς εκ του πολέμου απεδείχθη.
Εάν η Ελλάς έμενεν ουδετέρα, ηδύνατο να πάρη από την Τουρκίαν την Κρήτην και την Ήπειρον, θα έμενον δε ακέραιαι η Μακεδονία και η Θράκη, εις τας οποίας η Τουρκία θα ηναγκάζετο υπό της Ευρώπης να εισαγάγη μεταρρυθμίσεις. Όπως ήτο το σχέδιον.
Ημείς θεωρούμεν τόσον σπουδαίαν την κάθοδον των Βουλγάρων εις το Αιγαίον, τόσον ολεθρίαν την απώλειαν της Θράκης, τόσον απαισίαν τήν μεγαλοποίησιν της Βουλγαρίας, ώστε μεταξύ των δύο, δηλαδή ημείς μεν να πάρωμεν την μισή Μακεδονίαν και οι Βούλγαροι την Θράκην, ή να μη πάρη κανείς τίποτε, προτιμώμεν το δεύτερον.
Αλλά μήπως, συμμαχούντες μετά των Βουλγάρων, ηλπίζομεν να καταλάβωμεν καν την Μακεδονίαν;
Οι Βούλγαροι, ως ήτο επόμενον, συνθηκολογήσαντες με τους Τούρκους, εστράφησαν εναντίον μας.
Η Κυβέρνησις διέπραξε, συν τοις άλλοις, το σφάλμα, να επιτρέψη εις τους Βουλγάρους να εισέλθουν εις την Θεσσαλονίκην, και να εγκατασταθούν ως συγκύριοι. Οι Βούλγαροι εζήτουν την Θεσσαλονίκην, απειλούντες πόλεμον.
Ποία θα ήτο η θέσις του Βενιζέλου και του Ελληνισμού, εάν οι Βούλγαροι συνεννοούμενοι με τους Σέρβους, πράγμα ευκολώτατον και φυσικώτατον, επήρχοντο καθ' ημών;
Φρίττει κανείς αναλογιζόμενος πώς εσώθημεν της Βουλγαρικής αυτής επιδρομής από μίαν τρίχα. Ευτυχώς η απληστία η υπερβολική των Βουλγάρων, η οποία υπήρξεν αιτία της Ελληνοσερβικής συμμαχίας και του δευτέρου πολέμου, και η γενναιότης των χωρικών μας, έσωσαν εις το Κιλκίς την Ελλάδα από τρομεράς καταστροφής.
Φαντασθήτε, εάν δεν εγίνετο ο δεύτερος πόλεμος και έμεναν οι Βούλγαροι έξω της Θεσσαλονίκης, εις τα σύνορα των δύο λιμνών, τα οποία μεταξύ των δύο πολέμων, εξελιπάρει ο Βενιζέλος, ως την υπερτάτην επιτυχίαν των αγώνων του. (Γκέσωφ(17), σελ. 184). Η Θεσσαλονίκη, καταστρεφομένη εμπορικώς, θα έμενεν στρατιωτικώς εις την διάκρισιν των Βουλγάρων, όπου θα εισήρχοντο μίαν ωραίαν πρωίαν, όταν θα το έκρινον εύλογον, χωρίς καν να μας ειδοποιήσουν.
Αλλά προ παντός ο Βενιζέλος υπήρξεν αμείλικτος εις το ζήτημα της Θράκης.
Το να χάσει εν Κράτος μίαν επαρχίαν, το να υποστή ένα Έθνος ένα ακρωτηριασμόν, είναι καθημερινή ιστορία· αλλ' ουδέποτε ηκούσθη ένας εθνικός ηγέτης να κηρύττη ότι ένα μέρος του Εθνικού σώματός του δεν του εχρειάζετο και ότι έπρεπε να θυσιάση μέρος της Ελλάδος δια να σώση το υπόλοιπον, χωρίς καμμίαν καν σκέψιν να προσπαθήση να σώση το υπόλοιπον τούτο. Μόνον κατόπιν ήττης εις τα πεδία των μαχών ή κατόπιν βίας εξασκουμένης δια συνθήκης τινός, τα έθνη υπέκυψαν εις τους ακρωτηριασμούς των.
Αλλ' ουδέποτε ηκούσθη πολιτική στηριζομένη εις την εγκατάλειψιν εθνικών εδαφών, χωρίς την σκέψιν και της επανακτήσεως, χωρίς προσπάθειαν καμμίαν, όπως επανακτηθούν τα απολεσθέντα. Διότι, ο Βενιζέλος δυστυχώς την πολιτικήν της εκκαθαρίσεως εστεφάνου με μίαν αγρίαν "ειλικρίνειαν", η οποία τον καθίστα περιώνυμον εις την Ευρώπην και προσφιλή εις τους εχθρούς μας της Ανατολής, αλλά ολέθριον εις τα εθνικά συμφέροντα.
Εις την διάνοιαν του Βενιζέλου η Θράκη έπρεπεν αμετακλήτως να θυσιασθή δια να σωθή η Θεσσαλονίκη. Όλη του η πολιτική βάσις έχει την οριστικήν θυσίαν της Θράκης· εις τους αρχαίους χρόνους θα κατηγορείτο ως Θρακαφέτης. Καθ' ην στιγμήν, μεταξύ των δύο πολέμων συνεννοείτο με τους Βουλγάρους δια τα μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδος νέα σύνορα, παρουσιάσθη εις τον Βενιζέλον Επιτροπή Σερραίων, όπως συνηγορήση, ίνα η Κυβέρνησις επιμείνη εις την προσάρτησιν και της Α. Μακεδονίας. Εάν ο Βενιζέλος ενεπνέετο από την ιδέαν ότι τίποτε δεν έπρεπε να χαθή δια τον Ελληνισμόν, και ότι πάσαν τυχόν απώλεια αναγκαστική θα ήτο προσωρινή, θα εδέχετο την επιτροπήν των Σερραίων με συντετριμμένην καρδίαν και με δάκρυα εις τους οφθαλμούς, και θα έλεγε:
"Κλαίω, όπως και σεις, δια την ανάγκην εις την οποίαν ευρίσκομαι να εγκαταλείψω την Ανατ. Μακεδονίαν. Θα πράξω ό,τι δύναμαι δια την προσάρτησιν· αλλ' ολίγας έχω ελπίδας να επιτύχω· σας βεβαιώ όμως ότι η απώλεια θα είναι προσωρινή, διότι ο Ελληνισμός αδύνατον είναι να ζήση χωρίς την Αν. Μακεδονίαν και την Θράκην".
Αντί της γλώσσης ταύτης, υπεδέχθη τους Σερραίους ουχί ως πατήρ βλέπων τα τέκνα του θρηνούντα δια την απώλειαν των εστιών των, αλλά με σκαιότητα αξίαν ξένου διπλωμάτου, θέλων να δημιουργήση εν Ελλάδι την σχολήν του σκληρού και αλυγίστου τάχα πολιτικού, όστις δεν συνεκινείτο, αλλ' εγνώριζε να τα σκοτώνη τα παιδιά του χωρίς να δακρύη. Και όταν οι Σερραίοι ηπείλησαν εν τη απελπισία των, ότι θα διωργάνουν αντίστασιν εναντίον της Βουλγαρικής καταστροφής, ο Βενιζέλος τους απεδίωξε με λέξεις σκαιάς. Εις την Επιτροπήν μάλιστα είπε και τα εξής θαυμάσια, οπαδός ο ίδιος της ισορροπίας και των μαθηματικών υπολογισμών, δια τα οποία κατηγορούμεν τους ξένους Διπλωμάτας. "Κάθε σύμμαχος θα πάρη αναλόγως του στρατού, τον οποίον προσέφερεν. Η Ελλάς, ήτις παρέταξε τον ολιγότερον στρατόν, θα πάρη τα ολιγότερα!..". Ούτε εθνολογικώς ήθελε να συζητήση το ζήτημα, ούτε ελπίδας να δώση δια το μέλλον.
Και όταν οι Σερραίοι υπέβαλον μετά των Θρακών το γνωστόν εις την Βουλήν υπόμνημά των και προεκλήθη ως εκ τούτου συζήτησις επί της πολιτικής της Κυβερνήσεως, ο Βενιζέλος προέβη εις τας εξής περιφήμους περί "σπονδυλικής στήλης" δηλώσεις του της 2ας Μαρτίου 1913:


"Εξ ανάγκης θα περιέλθουν υπό την κυριαρχίαν των συμμάχων πληθυσμοί ελληνικοί και μάλιστα πυκνοί... όχι διότι κατελήφθησαν αι χώραι αύται υπό των Συμμάχων, ή διότι απαιτούσιν ούτοι τούτο, αλλά διότι γεωγραφικοί λόγοι φέρουσιν ημάς εις τοιαύτην θέσιν, ώστε και αν μας έλεγαν οι Σύμμαχοι, ότι είναι διατεθειμένοι να μας αφήσουν να επεκτείνωμεν τα όρια μας προς τα εκεί, δια να περιλάβωμεν και τους ελληνικούς πληθυσμούς της Θράκης, θα ανεγνώριζον, λέγω, ότι η Ελλάς θα ήτο ασθενεστέρα κατά τοιούτον τρόπον εκτεινομένη παρά την θάλασσαν άνευ σπονδυλικής στήλης, παρ' όσον θα ήτο εάν τα όρια αυτής εστρογγυλούντο κατ' άλλην διεύθυνσιν. Υπάρχουν ανάγκαι, τας οποίας ουδείς δύναται να παραγνωρίζη"...*

------------------------------------

* Καιρός να προβληματισθούμε σήμερα γιατί τόσον πολύ προωθούνται αι ανωτέρω ιδέες του Ελευθερίου Βενιζέλου και παντού στήνονται ανδριάντες του, ή μετωνομάζονται οδοί, (π.χ. Η Πανεπιστημίου μετωνομάσθη Ελευθερίου Βενιζέλου κ.α...), το αεροδρόμιον μας ωνομάστηκε ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ!.. κ.λπ. Μήπως προς χάριν "δήθεν" της Διεθνούς Ειρήνης πρέπει η Ελλάδα να "διαμελισθή" εις τον βωμόν της Ειρήνης σύμφωνα και με τα λεγόμενα της κ. Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη πρός τον σημερινόν Πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κάρολον Παπούλια, ότι επί της Προεδρείας του η Ελλάς θα χάσει κυριαρχικά της δικαιώματα και θα μειωθούν τα Ατομικά Δικαιώματα του πολίτη; Βλ. και δηλώσεις κ. Γεωργίου Ανδρ. Παπανδρέου: "Προσωπικά πιστεύω ότι είναι καλύτερα να έχουμε μερικά στρέμματα γης λιγότερα από εκείνα που μας ανήκουν, και να κοιμόμαστε τα βράδια ήσυχοι και ασφαλείς, παρά να έχουμε ότι μας ανήκει και να μην μπορούμε να κλείσουμε μάτι από τον κίνδυνο κάποιας ξαφνικής επίθεσης κακόβουλων γειτόνων εναντίον μας".
Σ.Φ.-Β.


Αι εκπληκτικαί αύται δηλώσεις εξήγειρον σύσσωμον την διαμαρτυρίαν της Βουλής, ήτις επεδοκίμασε ταύτην δια δηλώσεων όλων των κορυφαίων μελών της Αντιπολιτεύσεως. Ήσαν εκπληκτικαί, όσον και αναληθείς. Ηναγκάσθη δε ο Βενιζέλος προ της γενικής εξεγέρσεως να δευτερολογήση και να είπη: "Η Κυβέρνησις θα μεριμνήση περί θρησκευτικής και εθνικής συνειδήσεως των πληθυσμών των εγκαταλειπομένων", πράγμα το οποίον ουδέποτε έπραξεν ή εσκέφθη.
Κατά τας δηλώσεις, λοιπόν ταύτας, οι Βούλγαροι δεν απήτουν την Θράκην και την Ανατ. Μακεδονίαν, αλλά τους την εχάριζεν ο Βενιζέλος. Επειδή δε το τοιούτον ήτο αστείο, προσέθηκεν ότι: και εάν πράγματι του τας εχάριζον δεν θα τας εδέχετο. Τόσον πολύ δε εβιάζετο να δικαιολογήση την πολιτικήν του, ώστε ηναγκάζετο να προβαίνη εις ασυναρτήτους δηλώσεις και εις θεωρίας, αι οποίαι εδείκνυον οποία ήτο η απωτέρα πολιτική του. Ο Βενιζέλος ήθελε να ειπή εκείνο, το οποίον εξηγεί περισσότερον η τελευταία του φράσις. Έπρεπε να ειπή εις την Βουλήν: "Δυστυχώς δεν ημπορούμεν να πάρωμεν και την Θράκην και την Μακεδονίαν, αντί δε να πάρωμεν ολίγην θάλασσαν προς την Θράκην, και την παραλία μόνον της Μακεδονίας, προτιμότερον να πάρωμεν περισσότερον εσωτερικόν Μακεδονίας, δια να έχωμεν σπονδυλικήν στήλην, παρά παραλίας, διότι δεν θα δυνηθώμεν να τας κρατήσωμεν άνευ εσωτερικού. Είναι λυπηρόν, ότι Ελληνικαί χώραι διαμελίζονται, αλλά το Έθνος κακώς πολιτευθέν επί 80 έτη έπρεπε να γνωρίζη ότι μίαν ημέραν θα υφίστατο θυσίας. Ας εργασθώμεν εις το μέλλον, διότι τίποτε δεν χάνεται δια τα Έθνη, τα οποία θέλουν να ζήσουν. Θα πράξωμεν εν τούτοις ό,τι είναι δυνατόν μέχρι της τελευταίας στιγμής".
Καλύτερον όμως ήτο να μη έλεγε τίποτε, διότι φαντασθήτε οποίαν ενθάρρυνσιν ελάμβανον οι Βούλγαροι, ότι και προσφερομένας, την Θράκην και την Ανατολικήν Μακεδονίαν δεν θα τας εδέχετο η Ελλάς. Φαντασθήτε τας δηλώσεις αυτάς φερομένας εις Ευρωπαϊκόν Συνέδριον Ειρήνης. Φαντασθήτε εάν τις αντέτασσον οι Βούλγαροι εις το Συνέδριον του Βουκουρεστίου. Αλλά μήπως δεν γράφει ο Γκέσωφ εις το βιβλίον του περί της "Βαλκανικής Συμμαχίας", ότι όλαι αι φιλοδοξίαι του Βενιζέλου περιωρίζοντο εις την Θεσσαλονίκην και ότι η Ελλάς εκ τούτου δεν έπρεπε να λάβη τίποτε άλλο;
Γνωρίζομεν δε τί απήτησεν από τους Βουλγάρους, μεταβάς τον Ιανουάριον του 1913 εις Σόφιαν και οποία ήτο η περίφημος σπονδυλική στήλη, την οποίαν ήλπιζεν.
Και εν τη Ρωσσική διπλωματική βίβλω υπάρχει το εξής έγγραφον του εν Σόφια Ρώσσου Πρεσβευτού· "Ο κ. Βενιζέλος μοι εδήλωσεν απεριφράστως ότι κατά την γνώμην του οι Έλληνες είναι υποχρεωμένοι να παραχωρήσωσιν εις την Βουλγαρίαν την Καβάλλαν, Δράμαν, Σέρραις, Κιλκίς, εννοείται και το Μοναστήριον, αλλά δεν δύνανται ν' αφήσουν την Θεσσαλονίκην, Χαλκιδικήν, εκτός του Αγίου Όρους, Γενιτζέ, Βαρδάρ, Καστορίαν, Βοδενά και Φλώρινα.
Δηλαδή ο Βενιζέλος διαπραγματευόμενος με τους Βούλγαρους, δεν εζήτει παρά την Χαλκιδικήν και μέρος της Δυτικής Μακεδονίας με την Θεσσαλονίκην. Το Άγιον Όρος το εχάριζεν εις τους Ρώσσους δια την καλήν των μεσιτείαν, τους δε Βουλγάρους άφηνεν έξω της Θεσσαλονίκης. Απορεί τις, οποίαν θα είχομεν σπονδυλικήν στήλην με τους Βουλγάρους εις το Κιλκίς. Εκ του βιβλίου, το οποίον εδημοσίευσε κατόπιν γαλλιστί ο τότε Πρωθυπουργός της Βουλγαρίας Γκέσωφ, μανθάνομεν πολλά περί των τότε διαπραγματεύσεων και ότι ο Υπουργός των Εξωτερικών Κορομηλάς(18) επολέμει συνεχώς τας υποχωρητικάς ταύτας τάσεις του Προέδρου της Κυβερνήσεως.
Ευτυχώς ότι η Ελλάς εσώθη δια του δευτέρου πολέμου, ο οποίος δεν υπήρχε βεβαίως εις τας προβλέψεις και τα σχέδια του Βενιζέλου. Επήλθε δε καθ' ην στιγμήν ο Πρόεδρος ητοιμάζετο να μεταβή δια την διαιτησίαν του Τσάρου εις Πετρούπολιν, όπου θα εθριάμβευον οι Βούλγαροι. Επήλθε χάρις εις την επίθεσιν των Βουλγάρων εις το Παγκαίον. Αλλά και μετ' αυτήν ακόμη ο Βενιζέλος ήτο έτοιμος να διατάξη την παύσιν των εχθροπραξιών και να μεταβή εις Ρωσσίαν (Γκέσωφ, σελ. 173).
Η Θράκη ήτο εις την διάνοιαν του Βενιζέλου τόσον περιττή, ώστε με την υπογραφήν της Συνθήκης του Βουκουρεστίου(19) ο Ελληνικός στρατός αντί αμέσως να αποσυρθή εντός των νέων ορίων, εξηκολούθησε παραμένων εις διάφορα σημεία της Θράκης και τούτο κατά παράκλησιν της Βουλγαρίας, φοβουμένης μήπως καταλάβωσι ταύτα οι ανά την Θράκην εξαπλούμενοι Τούρκοι. Δεν απεσύρθη δε ο Ελληνικός στρατός, παρά με την υπογραφήν της Τουρκο-Βουλγαρικής Συνθήκης, αφού δηλαδή εξησφαλίσθησαν οι Βούλγαροι ότι οι Τούρκοι δεν θα προήλαυνον. Διότι ο Βενιζέλος ήθελεν να είναι βέβαιος ότι την Θράκην θα την έπαιρναν οι Βούλγαροι. Έπρεπε πραγματικώς να τους ανταμείψη δια τας σφαγάς του Δοξάτου(20) και τα λοιπά όργια, τα οποία έπραξαν, αποσυρόμενοι από την Ανατολικήν Μακεδονίαν.
Μόλις δε οι Βούλγαροι ετελείωσαν την συνθήκην των με την Τουρκίαν, ήρχισαν να συσκέπτωνται με τους Τούρκους πώς θα ήτο δυνατόν να επιπέσωσι και πάλιν κατά της Ελλάδος, πράγμα το οποίον ηνάγκασε την Κυβέρνησιν να προβή εις την ταχυτέραν υπογραφήν της αξιοθρηνήτου Συνθήκης των Αθηνών(21).

*  *  *

Δεν θέλομεν να αποδώσωμεν εις τον Βενιζέλον, βεβαίως, όλας τας συμφοράς, τας οποίας υπέστη ο Ελληνισμός εις την εκκαθάρισιν των Ανατολικών πραγμάτων.
Ίσως τα πράγματα να μην ήτο δυνατόν να έλθουν καλύτερα. Ημείς όμως φρονούμε ότι χειρότερα δεν ήτο δυνατόν να γίνουν, εάν η Ελλάς δεν συνεμάχει με τους Βουλγάρους. Γεννάται δε εντός μας και η ιδέα ότι εάν ο Βενιζέλος δεν επλανάτο τόσο με τας περί "Βαλκανικής Ομοσπονδίας" ουτοπίας, εάν δεν είχε τας περί Θράκης ιδέας, εάν ήτο πολιτικός όπως οι αντίπαλοί του, κάτι περισσότερον θα επετύγχανεν εις το Βουκουρέστιον. Αλλ' αναμφιβόλως θα επετυγχάνομεν κάτι δια τους εις την τύχην τους εγκαταλειφθέντας Ελληνικούς πληθυσμούς της Θράκης. Τί έπραξεν η Κυβέρνησις όπως εκμεταλλευθή τας τρομεράς σφαγάς του Δοξάτου, την καταστροφήν των Σερρών(22), τα τόσα Βουλγαρικά όργια;
Μία περιγραφή των Βουλγαρικών φρικαλεοτήτων κατορθώθη να κυκλοφορήση μόνον μετά την Συνθήκην του Βουκουρεστίου.
Τοιουτοτρόπως κανείς όρος δεν ετέθη, ούτε εις την Συνθήκην του Λονδίνου(23), ούτε εις την του Βουκουρεστίου, ούτε εις την των Αθηνών περί των εν Τουρκία και Βουλγαρία Ελληνικών πληθυσμών. Χλιαρώς μόνον έφεραν το ζήτημα οι εν Βουκουρεστίω Έλληνες πληρεξούσιοι, Βενιζέλος και Πολίτης(24), εις τας ιδιαιτέρας μετά των τέως συμμάχων διαπραγματεύσεις, αίτινες όμως εναυάγησαν και έμεναν οι Βούλγαροι ελεύθεροι να σφάξουν και να εξολοθρεύσουν τους Έλληνας της Θράκης και οι Σέρβοι να τους εξοντώσουν εις το Ελληνικότατον Μοναστήριον και την περιοχήν Γευγελής-Δοϊράνης.
Εάν ο Βενιζέλος δεν είχε τας περί Θράκης ιδέας, εάν δεν την εθεώρει οριστικώς και καλώς χαμένην, θα εχαλούσε τον κόσμον όπως αι Συνθήκαι του Λονδίνου και του Βουκουρεστίου περιλάβουν διεθνείς εγγυήσεις περί της ασφαλείας του Ελληνικού πληθυσμού της Θράκης.
Η Ευρώπη είχε νωπάς τας Βουλγαρικάς φρικαλεότητας και η Ελλάς έπρεπε να θέση την ασφάλειαν των Ελλήνων ως πρώτον όρον εις τας εν Βουκουρεστίω διαπραγματεύσεις.

 

Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΩΣ

Θα τεθή το ερώτημα: αφού απεδέχθημεν την διανομήν της Ευρωπαϊκής Τουρκίας ως βάσιν διαρκούς ειρήνης και ως νέον εθνολογικόν σχηματισμόν εν τω Αίμω, θα εσύμφερε να έλθωμεν εις συμφωνίας με τους Σέρβους και τους Βουλγάρους, όπως οι εις αυτούς περιεχόμενοι Έλληνες διατηρήσουν τον εθνισμόν των, δηλαδή τα σχολεία και τας εκκλησίας των; Δεν θα εζήτουν και οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι τα αυτά δικαιώματα εν Μακεδονία ένθα υπήρχε σοβαρόν Σλαυϊκόν στοιχείον;
Ας καθαρίσωμεν το ζήτημα τούτο, το οποίον κατά την στιγμήν ταύτην προσλαμβάνει νέαν σπουδαιότητα.
Προ τεσσαράκοντα ετών όλοι οι κάτοικοι της Μακεδονίας εθεώρουν τους εαυτούς των Έλληνας και πιστά τέκνα της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επειδή όμως μέγα μέρος του Μακεδονικού πληθυσμού ωμίλει Σλαυικόν τι ιδίωμα συγγενεύον προς την Βουλγαρικήν και Σερβικήν γλώσσαν, αι προπαγάνδαι, ιδίως η Βουλγαρική, κατώρθωσαν όπως αποσπάσουν από την Ελληνικήν ιδέαν διάφορα χωρία και δημιουργήσουν Βουλγαρικήν εθνότητα εν Μακεδονία. Το αυτό έπραξαν οι Σέρβοι, με μικροτέραν επιτυχίαν, η Αλβανική προπαγάνδα μεταξύ των ομιλούντων την Αλβανικήν και η Ρουμανική μεταξύ των ομιλούντων Κουτσοβλαχικήν. Παρ' όλα ταύτα, παρά την τρομοκρατίαν των Κομιτατζήδων και τας διαφόρους προπαγάνδας, αίτινες κατεδυνάστευσαν τον Μακεδονικόν λαόν επί 40 έτη, το μεγαλύτερον αυτού  μέρος έμεινε πιστόν εις τον Ελληνισμόν. Αφού δε μάλιστα μέγα μέρος της ξενογλώσσου Μακεδονίας περιήλθεν εις τους Βουλγάρους και Σέρβους δια της συνθήκης του Βουκουρεστίου, δεν ήτο δυνατόν να εγερθή ζήτημα αμοιβαιότητος. Οι Σέρβοι γνωρίζουν πολύ καλά, ότι ουδέποτε εν τη Ελληνική Μακεδονία εσχηματίσθη Σερβική εθνότης. Ώστε και αμοιβαιότητα αν εζήτουν δεν θα επετύγχανον τίποτε. Δεν πρέπει λοιπόν οι σύμμαχοί μας Σέρβοι να θέλουν να καταπνίξουν με βάρβαρα μέσα τον ανθούντα Ελληνισμόν του Μοναστηρίου, κλείοντες τα σχολεία και τας εκκλησίας μας, τα οποία υπήρχον εκεί προ αιώνων.
Η Θράκη εξ άλλου ήτο χώρα καθαρώς Ελληνική με μέγαν και συμπαγή Ελληνικόν πληθυσμόν, και αν περιήρχετο εξ ανάγκης εις το Βουλγαρικόν Κράτος, είχε δικαίωμα να ζητήση να διατηρήση την εθνότητά της, όπως η Ελλάς παρέχει το δικαίωμα εις τους Μουσουλμάνους και Εβραίους να μείνουν Μουσουλμάνοι και Εβραίοι. Οι Μακεδόνες, εάν δεν ήσαν όλοι καθαρώς Έλληνες, ήσαν ολιγώτερον Σέρβοι και Βούλγαροι.
Αλλ' εάν, τέλος πάντων, δεν ήτο δυνατόν να κατορθωθή οι Έλληνες της Θράκης και Μακεδονίας να διατηρήσουν τας εκκλησίας και τα σχολεία των, το δικαίωμα της ζωής, τιμής και περιουσίας, ήταν πράγματα αναφαίρετα, δικαιώματα του ανθρώπου. Και όμως, οι Βούλγαροι, μόλις κατέλαβον την Θράκην, ήρχισαν την άμεσον εξόντωσιν του Ελληνισμού δια της αρπαγής των περιουσιών των κατοίκων και του εξαναγκαστικού εκπατρισμού.
Οι Βούλγαροι διψώντες Ελληνικόν αίμα έπιον ωσάν μεθυσμένοι το Ελληνικόν αίμα της Θράκης και ενθουσιασθέντες ήρχισαν να ετοιμάζωνται δια τον μέγα αγώνα κατά της Μακεδονίας.
Και καθ' ην στιγμήν ημείς γαυριώντες δια τας νίκας μας, εκαυχώμεθα ότι εδιπλασιάσαμεν την Ελλάδα, συνετελείτο η φοβερωτέρα πράξις της εθνικής ιστορίας μας, η εντός ολίγων μηνών αποπομπή 250.000 χιλιάδων Ελλήνων της Θράκης και ο αστραπιαίος εκβουλγαρισμός της Ελληνικωτάτης αυτής χώρας, δια να επακολουθήσουν κατόπιν αι τρομεραί καταδιώξεις των Τούρκων εις την Τουρκικήν Θράκην και Μικράν Ασίαν.
Ας έλειπεν ο διπλασιασμός και η δόξα της Ελλάδος, η οποία εποτίσθη με το αίμα εκατοντάδων χιλιάδων αλυτρώτων αδελφών μας.
Αλλ' ο Βενιζέλος εθριάμβευε, διότι εθριάμβευον η διπλωματική του τιμιότης, η ιδέα της εκκαθαρίσεως και της Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Θα ηδυνάμεθα ίσως και ημείς να παραδεχθώμεν την θυσίαν εάν εγνωρίζαμεν ότι οι Βούλγαροι χορτασθέντες, θα έμενον ήσυχοι εις το μέλλον.
Αλλ' η Βουλγαρική ατιμία μετεχειρίζετο την Βενιζελικήν τιμιότητα δια να παρασκευάση νέας συμφοράς κατά του Ελληνικού Έθνους.
Αλλ' ας υποθέσωμεν ότι όλα καλώς είχον γίνει, ότι καλύτερα δεν ημπορούσαν να γίνουν, και ότι έπρεπε να υποκύψωμεν εις την αμείλικτον ανάγκην των θυσιών, ότι η συμμαχία με τους Βουλγάρους ήτο το άκρον άωτον της διπλωματικής δεινότητος, ότι ο Βενιζέλος εγέλα τους Βουλγάρους, όταν τους έδιδε τα 3/4 της Μακεδονίας, ότι την Θράκην έπρεπε να τους την χαρίση δια να έχη "σπονδυλικήν στήλη", ότι είχε προβλέψει και τον κατά των Βουλγάρων πόλεμον, ότι εθριάμβευσεν εις το Βουκουρέστιον, ότι η Συνθήκη του Βουκουρεστίου ήτο ό,τι περισσότερον ηδύνατο να επιτύχη η Ελλάς και ότι το τέως εξηυτελισμένον και μικρόν Ελληνικόν Βασίλειον έπρεπε να είναι ευτυχισμένον, διότι εντός ολίγου χρόνου κατώρθωσε να διπλασιασθή και να δοξασθή.
Ποίον ήτο το καθήκον της ενδόξου ταύτης Ελλάδος την επαύριον της Συνθήκης του Βουκουρεστίου;
Να βάλη όλην την δόξαν και την δύναμίν της εις το να ετοιμάση την απελευθέρωσιν και των άλλων Ελλήνων και εν τω μεταξύ να τους προστατεύση σφαζομένους, ατιμαζομένους και καταδυναστευομένους.
Τίποτε από όλα αυτά δεν επράξαμεν. Απεδέχθημεν τας χιλιάδας των προσφύγων ως κάτι μοιραίον, ως την πληρωμήν του λογαριασμού, τον οποίον είχομεν υπογράψει. Ηυλογούμεν μάλιστα τας Θρακικάς καταδιώξεις, διότι μας επέτρεπον να ενισχύσωμεν τον Ελληνισμό της Μακεδονίας. Ολόκληρον το Ελληνικόν Έθνος έπρεπεν από την επαύριον της Συνθήκης του Βουκουρεστίου να μη έχη παρά μίαν μόνον σκέψιν, πώς να αποσπάση από τους Βουλγάρους την Θράκην. Αυτός έπρεπε να είναι ο άξων της πολιτικής της Κυβερνήσεως.
Αυτό έπραξαν οι Βούλγαροι, οίτινες χάσαντες προς στιγμήν την Μακεδονίαν, εδήλωσαν την επαύριον της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, ότι υποκύψαντες εις την βίαν ουδέποτε παρητούντο των επί της Μακεδονίας δικαιωμάτων των.
Αλλά τοιαύτην πολιτικήν δεν ήτο δυνατόν να κάμη ο Βενιζέλος, κηρυγμένος "Θρακαφέτης". Ούτε το Ελληνικόν έθνος ήτο δυνατόν να κάμη τοιαύτην πολιτική, ακολουθούν τας εμπνεύσεις ενός Μεσσίου. Ούτως η Θράκη εγκατελείφθη εις τον εκβουλγαρισμόν και την καταστροφήν.
Αλλ' ας ίδωμεν την πολιτικήν του Βενιζέλου και τα διάφορα άλλα εθνικά ζητήματα.

 

ΤΟ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΝ ΖΗΤΗΜΑ (25)

Ενώ ο Ελληνικός στρατός τον Νοέμβριον του 1912 εβάδιζε κατά της Αυλώνος, έξαφνα εσταμάτησε, διότι οι Πρέσβεις της τότε Τριπλής Συμμαχίας εδήλωσαν εις τον Βενιζέλον, ότι αι τρεις Δυνάμεις, Γερμανία, Αυστρία και Ιταλία, δεν θα συνήνουν όπως η Ελλάς καταλάβη την Αυλώνα. Και ο Ελληνικός στρατός εσταμάτησεν αμέσως, διότι άλλως τί "τίμιος" διπλωμάτης θα ήτο ο Βενιζέλος;
Και όμως, η παρατήρησις έγινεν υπό τύπον ευμενέστατον, ήτο δε παρατήρησις επιβληθείσα υπό της Ιταλίας, την οποίαν άγνωστον εάν θα υπεστήριζον μέχρι τέλους η Αυστρία και Γερμανία, και την οποίαν ουδέν εμπόλεμον Κράτος θα ελάμβανεν υπ' όψιν.
Πότε οι Βούλγαροι έλαβον υπ' όψιν τοιαύτας παρατηρήσεις; Εάν ημείς κατελαμβάνομεν τότε την Αυλώνα, δεν θα υπήρχε κατόπιν ζήτημα Β. Ηπείρου, αλλά ζήτημα Αυλώνος. Εάν δε ο Βενιζέλος δεν ήθελε να κάμη τον τίμιον πολιτικόν, εις βάρος των υψίστων εθνικών συμφερόντων, δεν θα επολέμει την Ηπειρωτικήν επανάστασιν, όπως την επολέμησε. Είχεν ειπή εις τους Φράγκους: "Έννοια σας, σας εγγυώμαι ότι είμαι εις θέσιν να διαλύσω κάθε επανάστασιν, αφού παρεδέχθην τα Ηπειρωτικά σύνορα της Ελλάδος όπως επεβλήθησαν". Έχει τοιαύτην αντίληψιν της διπλωματικής "τιμιότητος", ώστε αν αύριον αναγκασθή υπό των περιστάσεων να υπογράψη συνθήκην, ότι εντός 24 ωρών οφείλει να παραδώση τον Παρθενώνα και 1000 Ελληνίδας παρθένους, ο Παρθενών και αι παρθένοι θα ταξιδεύουν αναμφιβόλως ολίγην ώραν πριν ή εκπνεύση το εικοσιτετράωρον.
Γνωρίζομεν δε με ποίον τρόπον εζήτησε να εμποδίση την Ηπειρωτικήν επανάστασιν και κατόπιν να την καταπνίξη, παραδώσας τους Ελληνικούς πληθυσμούς απροστατεύτους εις τους βασιβουζουκισμούς(26) της Αλβανικής χωροφυλακής. Πολύ δε αργά ηννόησεν ότι η επανάστασις ήτο ο μόνος δρόμος όπως εξασφαλισθή η ένωσις της Β. Ηπείρου.

 

ΑΙ ΝΗΣΟΙ

Δια τα Δωδεκάνησα, ουδέποτε είχε σκεφθή, αναφέρεται μάλιστα ότι όταν το 1913 μετέβη εις Ρώμην, είπεν εις τον Υπουργόν των Εξωτερικών της Ιταλίας Σαντζουλιάνο, ότι το ζήτημα των νήσων αφορά την Ιταλίαν και την Τουρκίαν. (Σ. Αντωνόπουλου. Αι Συνθήκαι 1917). Ο Βενιζέλος μάλιστα δεν ήθελε να καταλάβη ούτε την Χίον και Μυτιλήνην, ηναγκάσθη δε να προβή εις τούτο κατόπιν επείγοντος τηλεγραφήματος του Κλεμανσώ(27). (Συνεδρίασις Βουλής 23ης Μαΐου 1916).

 

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ (28)

Δια το Άγιον Όρος διέπραξε επίσης λάθη επί λαθών. Το άφηνεν εις την Ρωσίαν δια να ασφαλίση την υποστήριξίν της εις το ζήτημα της Θεσσαλονίκης. Οι Έλληνες πληρεξούσιοι εις την Συνδιάσκεψιν του Λονδίνου δεν εγνώριζον τί είναι το Άγιον Όρος, αν και είχον μεταβή εις την Αγγλικήν πρωτεύουσαν 17 Έλληνες απεσταλμένοι, όσους δηλαδή, δεν είχαν όλα τα άλλα Κράτη του Αίμου μαζί. Το Υπουργείον των Εξωτερικών δεν είχε καν τους Κανονισμούς του Αγίου Όρους. Ουδενός δε αντιλέγοντος υπερίσχυσεν η Ρωσσική θεωρία, όπως το Άγιον Όρος τεθή υπό την κηδεμονίαν όλων των Ορθοδόξων Κρατών. Και όμως το Άγιον Όρος υπήρξεν ανέκαθεν Ελληνικόν. Από τα 20 εκεί μοναστήρια τα 17 είναι Ελληνικά, μόνον δε 3 ξένα, εν Ρωσσικόν, εν Βουλγαρικόν και εν Σερβικόν. Και το μεν Σερβικόν και Βουλγαρικόν υπήρξαν πάντοτε ανάμικτα, έχοντα και Έλληνας καλογήρους, το δε Ρωσσικόν ανηρπάγη από τους Έλληνας κατά τα τελευταία έτη δια των γνωστών μεθόδων. Οι Ρώσσοι δε κατά τα τελευταία έτη, παραβιάζοντες το καθεστώς είχον κατορθώσει να κτίσουν επί του Αγίου Όρους διάφορα οικοδομήματα, τα οποία να γεμίσουν με καλογήρους-στρατιώτας.
Αλλ' η Ιερά Κοινότης έμεινε πάντοτε Ελληνική, οι δε παρανόμως εις κελλία και σκήτας διαμένοντες Ρώσοι εθεωρούντο απλοί προπαγανδισταί.
Ευτυχώς η Συνδιάσκεψις του Λονδίνου εννόησε περί τινος επρόκειτο, απεδέχθη δε λύσιν, η οποία εξησφάλιζε την αυτονομίαν και την Ελληνικότητα του Αγίου Όρους. Αλλ' ενώ το ζήτημα παρεπέμφθη εις ιδιαιτέραν σύσκεψιν, κατά την οποίαν η Ελλάς ηδύνατο να κερδίση πολλά, ο Βενιζέλος εδέχθη να έλθη εις ιδιαιτέρας διαπραγματεύσεις εν Πετρουπόλει, αίτινες σκοπόν είχον την Ρωσσο-Ελληνικήν συγκυριαρχίαν, πράγματι όμως την Ρωσσικήν κατάκτησιν. (Ιδέ σχετικά έγγραφα εις Α. Βαμβέτου "Το Άγιον Όρος" 1917).

 

ΣΥΝΘΗΚΗ ΑΘΗΝΩΝ (29)

Είχον διαπραχθή τόσα λάθη, ώστε οι Βούλγαροι και Τούρκοι, αν και ηττημένοι, εφέροντο ως νικηταί. Η Συνθήκη των Αθηνών, ήτις έκλειε τον μετά της Τουρκίας πόλεμον, ήτο Συνθήκη ηττημένης Ελλάδος και όχι νικητρίας, αφού καμμία ασφάλεια δεν ελαμβάνετο δια τους ομοεθνείς της Τουρκίας.
Αι δυνάμεις είχον αποφασίσει να δώσουν εις την Ελλάδα τας νήσους υπό τον όρον, όπως η Ελλάς παράσχη επαρκείς εγγυήσεις περί προστασίας των εκεί Μουσουλμάνων. Αν μη όλος ο κόσμος εγνώριζεν, ότι ουδείς ποτέ ξένος εις την Ελλάδα επειράχθη το παραμικρόν και ότι αυτήν την αρετήν να αγαπώμεν τους ξένους, έστω και εχθρούς, την έχομεν εις εκφυλιστικόν βαθμόν.
Η Συνθήκη προέβλεπε μόνον περί των Τουρκικών εν Ελλάδι συμφερόντων, τίποτε δε περί των μεγάλων της Ελλάδος συμφερόντων εν Τουρκία, τίποτε περί των διωγμών των ομογενών, των προ πολλού παραβιαζομένων προνομιών του Γένους, της στρατολογίας των Χριστιανών, του "μποϋκοτάζ" το οποίον είχε κατά τα τελευταία έτη καταστρέψει το Ελληνικόν εμπόριον και την ναυτιλίαν εν Τουρκία. Μετά την Συνθήκην των Αθηνών επηκολούθησαν οι φοβεροί διωγμοί της Μικράς Ασίας.
Οι Βούλγαροι και οι Τούρκοι είχον αναλάβει το ξερρίζωμα του Ελληνισμού, εις τας αρχαιοτέρας αυτού κοιτίδας, την Μ. Ασίαν και την Θράκην.
Ίσως να μην ηδυνάμεθα να πράξωμεν διαφορετικά αλλά δεν έπρεπε τουλάχιστον να καυχώμεθα δια τους δύο πολέμους οι οποίοι έγιναν αιτία να χαθή εντός έτους ο μισός Ελληνισμός.

 

Η ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ
ΚΑΙ ΚΤΗΜΑΤΩΝ

Ο Βενιζέλος απεδέχθη τας εκτοπίσεις και τους διωγμούς της Θράκης και Μ. Ασίας ως φυσικήν συνέπειαν της ιστορικής εξελίξεως και αμείλικτον αποτέλεσμα της Ανατολικής εκκαθαρίσεως. Θεωρήσας ότι η Ελλάς δεν ηδύνατο να πράξη τι επί πλέον, παρεδέχθη την ολεθρίαν αρχήν της ανταλλαγής των πληθυσμών και των περιουσιών των.
Οι Μουσουλμάνοι έφευγον από την Μακεδονίαν οικειοθελώς και εγκατέλειπον τας περιουσίας των όπως μεταβώσιν εις την παλαιάν αυτών πατρίδα, την Ασίαν, διότι είχε τελειώσει πλέον η Τουρκική κατάκτησις, ενώ οι Έλληνες εξεβάλλοντο βία από τας εστίας των, ένθα κατώκουν προ χιλιάδων ετών, δια να σβύση η Ελληνική Εθνότης εις την πρώτην αυτής κοιτίδα. Αντί να δεχθώμεν τους πρόσφυγας εξ ανάγκης και προσωρινώς και να διαμαρτυρηθώμεν εις όλον τον κόσμον, παρεδέχθημεν την θεωρίαν της ανταλλαγής, η οποία ωφέλει την Τουρκίαν, κατέστρεφε δε τον Ελληνισμόν.

 

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΡΗΞΙΝ
ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
       

Ας ίδωμεν τώρα τα συμβάντα από του μεγάλου Ευρωπαϊκού πολέμου και πώς ο Βενιζέλος διεχειρίσθη κατά το διάστημα τούτο τα εθνικά ζητήματα.
Υπό διεθνή έποψιν η Ελλάς το 1914 απετέλει μίαν Δύναμιν εν τη Ανατολή, όσον ουδέποτε άλλοτε από της υπάρξεώς της. Ο Βενιζέλος απέλαυε μεγάλης υπολήψεως εν Ευρώπη, ο Κωνσταντίνος εθεωρείτο ως ο μεγαλύτερος στρατηγός της εποχής, αμφότεροι δε λατρευόμενοι από το Πανελλήνιον απετέλουν μεγάλην εθνικήν δύναμιν δια το μέλλον. Το Κράτος είχε διπλασιασθή, ο στρατός ήτο ένδοξος, η Ελληνική διπλωματία ηκούετο εν Ευρώπη. Κάποια πνοή αναγεννήσεως έπνεεν επί το Έθνος. Δυστυχώς, τα πράγματα απέδειξαν ότι ναι μεν ο Ελληνικός λαός δεν είχε χάσει τας πολεμικάς του αρετάς, αλλ' ότι υπήρχε κάτι σάπιον εις τον Εθνικόν οργανισμόν, ότι το Κομματικόν και Πατριωτικόν συμφέρον ετίθετο πάντοτε ανώτερον του Εθνικού, ότι ο Κομματισμός είχε διαφθείρει τας ψυχάς μας, ότι και εις την Πόλιν να επηγαίναμεν, θα εγυρίζαμεν οπίσω και ότι σωτηρία δεν υπάρχει, εφόσον δεν ανακαινίζεται εν γένει ο εθνικός μας βίος.
Εξ όσων δε επάθομεν αποδεικνύεται ότι τα Έθνη, τα οποία αναθέτουν την τύχην των εις έναν άνθρωπον, πότε μεν τον Βενιζέλον, πότε δε τον Κωνσταντίνον, τον οποίον ακολουθούν τυφλώς, δεν ημπορούν παρά να περιπίπτουν από συμφοράς εις συμφοράν και από κρίσεως εις κρίσιν. Την Βουλγαρίαν ουδέποτε διώκησεν ένας άνθρωπος, αλλ' όλοι από του Βασιλέως μέχρι του μικροτέρου χωρικού μίαν έχουν πολιτική, πώς αντί πάσης θυσίας να γίνη η Βουλγαρία μεγάλη.
Την Γερμανίαν δεν την παρέσυρεν εις τον πόλεμον ο Κάιζερ, αλλ' ήτο η θέλησις ολοκλήρου του Γερμανικού Έθνους, όπως επιχειρήση τον πόλεμον τούτον δια να καταρρίψη την Αγγλίαν και την Ρωσσίαν, αι οποίαι ημπόδιζον την εξάπλωσίν της.
Εδώ ο κόσμος σκέπτεται: "Ο Βενιζέλος λέγει ότι δεν πρέπει να θέλωμεν την Θράκην, άρα δεν πρέπει".
Ο Λόϋδ Τζωρτζ είναι τίποτε εν Αγγλία απέναντι της Κοινής Γνώμης.
Ο Κλεμανσώ ανήλθεν εις ύψιστον σημείον δόξης και δυνάμεως, διότι αντεπροσώπευσε κατά τον πόλεμον την ακατάβλητον θέλησιν του Γαλλικού λαού, όπως επανακτήση την Αλσατίαν και Λωρραίνην και νικήση.
Αν και η Ελλάς είχεν ανάγκην ησυχίας κατόπιν των δύο πολέμων, εν τούτοις ο Ευρωπαϊκός πόλεμος επήρχετο εγκαίρως, όπως δοθή εις τον Ελληνισμόν ευκαιρία ν' απολυτρώση τον εν Τουρκία Ελληνισμόν και σώση την Θράκην. Ήτο δι' ημάς ευκαιρία να εξέλθωμεν της αφορήτου θέσεως, εις την οποίαν είχον φέρει την Ελλάδα οι Τούρκοι με τας εν Τουρκία καταδιώξεις.
Εάν, βεβαίως, ο πόλεμος ούτος έμενε μακράν του Αίμου και περιωρίζετο μέχρι της Σερβίας δεν θα υπήρχεν ίσως λόγος να λάβωμεν και ημείς τα όπλα, αν και ήτο φανερόν ότι εάν ενίκων οι Αυστρογερμανοί και η Αυστρία κατελάμβανε την Σερβίαν, οι Αυστριακοί θα κατήρχοντο μέχρι Θεσσαλονίκης. Ήτο, λοιπόν, φανερόν ότι ο πόλεμος πάντως μας ενδιέφερεν αρχήθεν.
Ήτο δε ακόμη φανερόν ότι ήτο αδύνατον να τον αποφύγωμεν, διότι ήτο αδύνατον η Τουρκία και Βουλγαρία να μη περιπλεχθούν εις τον πόλεμον δια χιλίους λόγους. Το ζήτημα ήτο με ποίον συνδυασμόν θα επήγαινεν η Ελλάς, όταν θα επήρχετο η κατάλληλος στιγμή και ποία θα ήτο η καταλληλοτέρα στιγμή, όπως εξέλθωμεν της ουδετερότητος.
Δεν υπήρχεν αμφιβολία ότι η Ελλάς δεν ήτο δυνατόν να συνταχθή εναντίον της Γαλλίας και της Αγγλίας, πρώτο διότι το πνεύμα αυτού του πολέμου ήτο αδύνατον να προσαρμοσθή προς τα Ελληνικά συμφέροντα. Ο πόλεμος αυτός υπήρξε προ παντός σύγκρουσις συμφερόντων της Αγγλίας και Γερμανίας αφ' ενός, της Γερμανίας και της Ρωσσίας αφ' ετέρου. Η Γερμανία ήθελε να καταρρίψη την Αγγλικήν κοσμοκρατορίαν, ήτις ημπόδιζεν την ανάπτυξίν της, και να συντρίψη την Ρωσσίαν πριν διοργανωθή περισσότερον. Οι Γερμανοί δια να επιτύχουν τους σκοπούς των συνεμάχησαν με όλα εκείνα τα Κράτη, τα φύσει και θέσει εχθρά του Ελληνισμού, τους Αυστριακούς, τους Τούρκους, τους Βουλγάρους. Εάν επεκράτουν όλοι αυτοί, ο Ελληνισμός θα εσαρώνετο μίαν ημέραν δια παντός. Βεβαίως, και ο αντίθετος συνδυασμός περιείχε στοιχεία εχθρά προς τον Ελληνισμόν, αλλ' υπήρχεν η εγγύησις της Γαλλίας και Αγγλίας ότι τα Ελληνικά συμφέροντα θα επροστατεύοντο όσον το δυνατόν. Άλλως τε αφού ήμεθα υποχρεωμένοι να πολεμήσωμεν έπρεπε να συνταχθώμεν με το στρατόπεδον, εις το οποίον υπήρχον οι ολιγώτεροι κίνδυνοι.
Μεταξύ της κοσμοκρατορίας της Αγγλίας και της απειλουμένης Γερμανικής κατακτήσεως, ο Ελληνισμός δεν ηδύνατο να ενδοιάση ουδ' επί στιγμήν. Η Γερμανική κοσμοκρατορία επήρχετο ως νέα Ρωμαϊκή κατάκτησις, σύρουσα όπισθέν της την στρατοκρατίαν, την απολυταρχίαν, την δουλείαν. Εζήτει δε να αντικαταστήση την Αγγλικήν κοσμοκρατορίαν, την οποίαν εξήσκει η Αγγλία εις όλα τα μέρη του κόσμου κατά τρόπον θαυμάσιον. Οι Άγγλοι καταλαμβάνουν ιδία τους αγρίους και ημιβαρβάρους λαούς δια να παρασκευάσουν την ελευθερίαν και αναγέννησίν των. Το φιλελεύθερον πνεύμα της διοικήσεώς των προκαλεί θαυμασμόν. Ουδεμία πίεσις, ουδεμία αυθαιρεσία, ουδεμία ιδέα προσηλυτισμού, υποδουλώσεως των λαών, τυραννίας. Δια τον Ελληνισμόν η Αγγλική κοσμοκρατορία ανοίγει στάδιον δράσεως εμπορικής, υπό την Αγγλικήν δε Διοίκησιν ανθούν παντού αι Ελληνικαί αποικίαι. Είθε ολόκληρος ο Ελληνισμός να ετίθετο αρχήθεν υπό την Αγγλικήν διακυβέρνησιν δια να διδαχθή να κυβερνάται και να προοδεύη.
Παρά την Αγγλίαν ίστατο η Γαλλία, της οποίας ο πατροπαράδοτος φιλελληνισμός υπήρξε και πάλιν η σανίς της σωτηρίας. Εφόβιζε πολλούς το γεγονός ότι η Ρωσία ηδύνατο να βλάψη τον Ελληνισμόν, αλλ' η Ρωσία θα επήρχετο μίαν ημέραν κατά της Κωνσταντινουπόλεως και άνευ των Αγγλογάλλων. Ίσα-ίσα δε τώρα με τους Αγγλογάλλους υπήρχεν ελπίς ότι η Ρωσία θα ανεχαιτίζετο και ότι η Κωνσταντινούπολις θα καθίστατο πόλις διεθνής.
Κατά την κρίσιμον μάλιστα στιγμήν, η Αγγλία μας εφώναξε να σπεύσωμεν μαζί της εις Κωνσταντινούπολιν, όπως προλάβωμεν την Ρωσικήν κατάκτησιν.
Οι Σέρβοι και οι Ιταλοί δεν ήσαν εχθροί του Ελληνισμού τοιούτοι, ώστε να φέρωσιν εις κίνδυνον την ύπαρξίν μας, όπως οι Βούλγαροι και Τούρκοι.
Οι Κωνσταντινικοί θέλουν να ειπούν ότι ο φόβος της Ρωσίας ημπόδιζε τον Κωνσταντίνον να συμμαχήση με την Αντάντ.
Αλλά αυτά απεδείχθησαν "κουραφέξαλα", διότι απεδείχθη ότι ο Κωνσταντίνος κατ' ουδένα λόγον θα εξήρχετο της ουδετερότητος, όπως κτυπήση την Γερμανίαν. Το δε λεγόμενον ότι η Ελλάς έπρεπε να μείνη μέχρι τέλους ουδετέρα είναι άξιον της διανοητικότητος εκείνων, οίτινες παρέδωσαν την Ανατ. Μακεδονίαν εις την μάχαιραν των Βουλγάρων.
Πώς ήταν δυνατόν η Ελλάς να μείνη ουδετέρα με τους Βουλγάρους και Τούρκους θριαμβεύοντας εις τα πρόθυρά της; Εάν μεν ενίκα η Γερμανία θα μας εσάρωναν μέχρι Αθηνών. Εάν δε ενίκα η Αντάντ ποία θα ήτο η θέσις μας με τους Σέρβους, τους Ιταλούς, τους Ρώσους, ετοίμους ν' αρπάσουν την ελληνικήν κληρονομίαν;

 

ΠΟΤΕ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΞΕΛΘΗ Η ΕΛΛΑΣ

Το ζήτημα ήτο ποίαν στιγμήν θα εξήρχετο η Ελλάς. Προς τούτο έπρεπεν αρχήθεν να παρακολουθήσωμεν προ παντός, τι θα έκαμνεν η Τουρκία και η Βουλγαρία. Εάν η Τουρκία συνετάσσετο με την Αντάντ, δεν γνωρίζομεν ποία θα ήτο η θέσις του Ελληνισμού. Ήτο ευτύχημα ότι οι Νεότουρκοι ήσαν ήδη προκαταβολικώς υπέρ της Γερμανίας και άμα η Τουρκία έλαβε μέρος εις τον πόλεμον, ήτο πλέον φανερόν, ότι κατ' ουδένα λόγον η Ελλάς ηδύνατο να μείνη ουδετέρα. Πολύ δε ολιγότερον όταν με τους Γερμανούς συνετάχθησαν και οι Βούλγαροι. Και αν εμένομεν εν τη ουδετερότητι θα ήμεθα υποχρεωμένοι εφ' όσον διήρκει ο πόλεμος, να ευρισκώμεθα εν γενική επιστρατεύσει επί τέσσαρα έτη; Ποίος θα μας έδιδε χρήματα και πολεμοφόδια και τροφάς δια να κρατώμεν τοιαύτην επιστράτευσιν, χωρίς να δηλώσωμεν σαφώς αν θα επηγαίναμεν με την μίαν ή με την άλλην μερίδα;
Γνωρίζομεν δε ότι μία τοιαύτη επιστράτευσις θα ήτο καταστρεπτικωτέρα και του χειροτέρου πολέμου. Αναγκαστικώς, λοιπόν, και μοιραίως έπρεπε να πολεμήσωμεν, και το πρώτον ζήτημα ετίθετο, εάν έπρεπε να κτυπήσωμεν την Τουρκίαν αμέσως, ή να περιμένωμεν να ίδωμεν οποίαν στάσιν θα ετήρει η Βουλγαρία. Ήτο, δηλαδή, η ιδέα του Βενιζέλου να λάβωμεν μέρος εις την κατά της Τουρκίας εκστρατείαν πριν η Βουλγαρία κηρύξη τον πόλεμον, ορθή ή όχι;
Εάν ο Βενιζέλος έκαμνε θρακικήν πολιτικήν, εάν ενόμιζεν, ότι προ παντός κατά τον πόλεμον τούτον, έπρεπε να επανακτήσωμεν την Θράκην, αλλέως θα επολιτεύετο. Δι' ημάς, οι οποίοι φρονούμεν ότι η Θράκη έπρεπε ν' αποτελέση την βάσιν της Ελληνικής πολιτικής, οι οποίοι δεν τρέφομεν τας περί Βαλκανικής Ομοσπονδίας ουτοπίας, οι οποίοι νομίζοντες ότι η Ελλάς δεν πρέπει να χάση την Θράκην, όχι μόνον διότι δεν πρέπει να χαθή μία χώρα ακραιφνώς Ελληνική, αλλά και διότι οι Βούλγαροι δεν πρέπει να κατέλθουν εις το Αιγαίον και να κόψουν την δια ξηράς συνέχειαν του Ελληνισμού προς την Κωνσταντινούπολιν και την Μικράν Ασίαν, βεβαίως ήτο λάθος κολοσσιαίον η σπουδή του Βενιζέλου να θέλη να ακολουθήση τους Άγγλους εις την κατά των Δαρδανελλίων εκστρατείαν. Η Αγγλία το 1914 ευρίσκετο εις μεγάλην δυσκολίαν, διότι δεν είχεν ακόμη στρατόν και ηπειλούντο δια της Τουρκίας η Αίγυπτος και αι Ινδίαι. Κατήρχοντο δε και οι Ρώσοι, όχι ολιγότερον εχθροί εν τη συμμαχία.
Η Αγγλία, λοιπόν, προέτεινεν εις την Ελλάδα να λάβη μέρος εις την εκστρατείαν εκείνην, με την υπόσχεσιν ότι θα ελάμβανε σπουδαίον μέρος της Μ. Ασίας, ικανοποιούν τους ελληνικούς πόθους. Ήμεθα εξ εκείνων, οι οποίοι εφρόνουν με τον Βενιζέλον, ότι εάν η Ελλάς εξήρχετο τότε εις τον πόλεμον, διαφορετικαί θα ήσαν αι τύχαι του Ευρωπαϊκού πολέμου, και υπεστηρίξαμεν μετά μεγάλου ενθουσιασμού την τοιαύτην πολιτικήν του Προέδρου της Κυβερνήσεως, αποβλέποντες εις την υψηλήν ιδεολογίαν, την οποίαν ήθελε να υπηρετήση ο Βενιζέλος. Αλλ' αν καλοεξετάσωμεν το ζήτημα η σπουδή εκείνη ήτο πεπλανημένη. Διότι είναι βέβαιον ότι την Ελλάδα θα ηκολούθει εις τον πόλεμον και η Βουλγαρία, ήτις ήτο φανερόν ότι θα επήγαινε και αυτή με την Αντάντ(30), διότι η Βουλγαρία εφοβείτο να αντιμετωπίση την Ελλάδα εις μονομαχίαν ελληνοβουλγαρικήν, καθ' ην στιγμήν μάλιστα η Σερβία ήτο ανέπαφος και η Ρουμανία ήτο βέβαιον, ότι θα επενέβαινε.
Η Βουλγαρία, λοιπόν, θα συνετάσσετο μεθ' ημών. Θα συνετρίβετο αμέσως η Τουρκία πριν ή προφθάσουν οι Γερμανοί να κατέλθουν, θα εσώζετο η Σερβία και τότε όλα τα Κράτη του Αίμου θα επετίθεντο εναντίον της Αυστρίας. Και καθ' ην στιγμήν οι Ρώσσοι ήσαν νικηταί, θα συνέβαινεν εν Αυστρία εκείνο το οποίον συμβαίνει σήμερον".
Αλλ' η πολιτική αύτη του Βενιζέλου πιθανόν να ωφέλει τα αγγλικά και τα παγκόσμια συμφέροντα, αλλ' εις την Ελλάδα η συμμετοχή ετίθετο υπό όρους οδυνηρούς· διότι αν η Βουλγαρία επήγαινε με την Αντάντ -και η Αγγλία ειργάζετο να συνδυάση τα ελληνικά προς τα βουλγαρικά συμφέροντα- θα εξήρχετο βεβαίως εις τον πόλεμον αποζημιουμένη εις βάρος του Ελληνισμού. Και ερωτάται: "ήτο συμφέρον δια τον Ελληνισμόν να ίδη τους Βουλγάρους, εγκαθισταμένους εις την Προποντίδα, διότι θα έπαιρναν και την Τουρκικήν Θράκην, και εισβάλλοντας πρώτους εις την Κωνσταντινούπολιν; Ποίος γνωρίζει εάν οι Άγγλοι δεν θα προετίμων να γίνη η Κωνσταντινούπολις Βουλγαρική ή Ρωσσική. Αλλ' η Ελλάς εκαλείτο να κάμη και μίαν άλλην φοβερωτέραν θυσίαν χάριν της Βουλγαρικής συμπράξεως, εκαλείτο να παραδώση εις την Βουλγαρίαν την Αν. Μακεδονίαν και ο Βενιζέλος εμελέτα το ενδεχόμενον τούτο.
Και ερωτάται: "ήτο συμφέρον του Έθνους δια να προσαρτήση τον Ελληνισμόν της Μικράς Ασίας να χάση δια παντός την Θράκην και να φέρη τους Βουλγάρους εις τον Βόσπορον και τον Στρυμόνα;" Είμεθα δε βέβαιοι ότι οι Βούλγαροι χωρίς ν' ακούσουν ούτε τους Άγγλους, ούτε τους Κινέζους, ενώ ημείς θα απησχολούμεθα εις κινδυνώδη εν Μ. Ασία εκστρατείαν, αυτοί διαβαίνοντες τον Στρυμόνα, θα έφθανον εις Θεσσαλονίκην. Επειδή δε νομίζομεν, ότι εάν πέση η Τουρκία ο εκεί Ελληνισμός θα εξασφαλισθή φυλετικώς, θα επροτιμούσαμεν λύσιν, η οποία θα μας έδιδε προ παντός την Θράκην και δεν θα μας αφήρει ούτε σπιθαμήν της Μακεδονίας. Ιδού δια ποίους λόγους νομίζομεν σήμερον ότι η πολιτική του Βενιζέλου έσπευδε πολύ και τούτο διότι ο Βενιζέλος ουδέποτε εσκέφθη την Θράκην. Η πολιτική του έπρεπε τουναντίον να τείνη εις το πώς να ευρεθώμεν αντιμέτωποι των Βουλγάρων, όπως αποσπάσωμεν την Θράκην και περιορίσωμεν την τερατώδη αυτήν φυλήν εις την φωλεάν της, μακράν του Αιγαίου. Δεν υπήρχε καλυτέρα ευκαιρία. Έπρεπεν, όμως, προς τούτο να κοιτάξωμεν πρώτον ποίαν οδόν θα ελάμβανον οι Βούλγαροι. Ήτο δε φανερόν απ' αρχής, ότι οι Βούλγαροι θα συνετάσσοντο με την Γερμανίαν. Ίσως όμως οι Βούλγαροι θα έμενον ήσυχοι, εφ' όσον η Ελλάς δεν εδήλου ποίαν πολιτικήν θα ηκολούθει. Εν τοιαύτη περιπτώσει θα εμένομεν και οι δύο ουδέτεροι. Θα εκάμνομεν δε ημείς την καλυτέραν στιγμήν πόλεμον εθνικόν κατά της Βουλγαρίας, προς απελευθέρωσιν της Θράκης. Αλλ' είτε διότι ο Κωνσταντίνος εβεβαίωσε τους Βουλγάρους, ότι ουδέποτε θα επετίθετο εναντίον των, είτε διότι οι Βούλγαροι θα επήγαιναν πάντως με τους Γερμανούς, εις την Ελλάδα παρουσιάσθη η καλυτέρα ευκαιρία να κτυπήση την Βουλγαρίαν, όταν αύτη εκήρυξε τον πόλεμον κατά της Σερβίας. Οι δύο κληρονομικοί εχθροί μας, Βούλγαροι και Τούρκοι, ευρίσκοντο εναντίον της Αντάντ, προς την οποίαν μας έφερον εξ' άλλου τα συμφέροντα και οι ιστορικοί δεσμοί.

 

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Ο Κωνσταντίνος, δυστυχώς, ηκολούθησε πολιτικήν η οποία επεσώρευσε καταστροφάς και παρ' ολίγον να στοιχίση την ύπαρξιν αυτού του Έθνους. Η πολιτική του ήτο τοιαύτη ώστε, δεν αφήκε την ελπίδα ότι η Ελλάς θα εξήρχετο όταν τα συμφέροντά της θα επέβαλλον το τοιούτον. Σήμερον έχομεν όλα τα πειστήρια ότι ηκολούθησε πολιτικήν, έχων υπ' όψει του ή να θριαμβεύση ή ν' απολεσθή μετά του Κάϊζερ. Εάν ο Κωνσταντίνος εφοβείτο πράγματι την νίκην της Γερμανίας και ήθελε να κρατήση την Ελλάδα μακράν των δεινών αδήλου πολέμου ηδύνατο να είπη εις τον Κάϊζερ.
"Είμαι υποχρεωμένος να ανεχθώ τον συμμαχικόν στρατόν εις το έδαφός μου, διότι πρώτον μεν έφθασαν και ήλθαν προσκληθέντες από την Κυβέρνησίν μου και διότι οι Σύμμαχοι ως εκ της θαλάσσης είναι κύριοι της Ελλάδος. Η Γερμανία να αρκεσθή εις το ότι δεν θα προσθέσω εις τους εχθρούς της 500.000 γενναίων μαχητών, οι οποίοι ηδύναντο να μεταβάλουν τα πράγματα εις τον Αίμον. Δεν είναι, λοιπόν, δυνατόν να παραδώσω εις τους Βουλγάρους ελληνικά εδάφη, διότι γνωρίζω τί είναι Βούλγαρος. Εάν οι Βούλγαροι θελήσουν να εισέλθουν εις την Μακεδονίαν, διότι είναι εκεί οι Γάλλοι, είμαι υποχρεωμένος να πολεμήσω".     
Εάν τοιαύτην γλώσσαν ετήρει ο Κωνσταντίνος και εάν υποθέσωμεν ότι δεν παρέδωκεν ο ίδιος την Ανατ. Μακεδονίαν, οι Βούλγαροι δεν θα εκινούντο, διότι δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η Ανατ. Μακεδονία κατελήφθη όχι δια στρατηγικούς λόγους, αλλά δια κατακτητικούς, χάριν δε της Ανατ. Μακεδονίας οι Γερμανοί δεν θα επέτρεπον ποτέ να αυξηθούν οι εχθροί των.
Αν και λοιπόν η ουδετερότης ήτο πάντως ασύμφορος εις τα ελληνικά συμφέροντα εν τούτοις ο Κωνσταντίνος τοιαύτην ήσκει επιρροήν, ώστε ούτε η επανάστασις της Θεσσαλονίκης θα εγίνετο, ούτε ο εθνικός σπαραγμός θα ηκολούθει. Εάν ο Κωνσταντίνος δεν εγίνετο πράκτωρ της Γερμανίας εν Ελλάδι, ο Βενιζέλος θα ηδράνει μέχρι της στιγμής, κατά την οποίαν θα ήτο πλέον φανερόν ότι η Γερμανία θα ηττάτο και ότι η Ελλάς έπρεπε να πολεμήση, όπως επισπεύση τα πράγματα και όπως αποσπάση από τους Βουλγάρους την Θράκην.
Θα ήτο και αύτη μία πολιτική, η οποία θα ηδύνατο να επικριθή, αλλά θα διεφύλαττεν ακεραίας τας υλικάς και ηθικάς δυνάμεις του Έθνους.
Ίσως εάν δεν υπήρχεν ο Βενιζέλος, τα πράγματα να εβάδιζον όλως διόλου διαφορετικά. Αλλ' αφού ο Βενιζέλος υπήρχε, και ήτο ήδη ένας ένδοξος ηγέτης, δυνάμενος να σύρη όπισθέν του μέγα μέρος του Έθνους και είχε πολιτικήν ιδεολογίαν, ο Κωνσταντίνος δεν εδικαιολογείτο ακολουθών την αντίθετον όλως πολιτικήν. Άλλως τε ο Βενιζέλος έδειξεν ομολογουμένως αξιοθαύμαστον μετριοπάθειαν, μέχρι της στιγμής κατά την οποίαν η παράδοσις της Α. Μακεδονίας εφανέρωνεν, ότι ευρισκόμεθα προ τρομεράς εθνικής προδοσίας.
Η επανάστασις της Θεσσαλονίκης(31) δεν ήτο ιδέα μόνον του Βενιζέλου, αλλ' ιδέα όλων των αληθινών πατριωτών, τους οποίους δεν είχε δηλητηριάσει η Γερμανική προπαγάνδα, ή  των οποίων δεν είχε σκοτίσει τον νούν το Κομματικόν μίσος κατά του Βενιζέλου.

 

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Και μέχρι της στιγμής κατά την οποίαν ανεχώρησεν εις Θεσσαλονίκην, αλλά και αργότερον ακόμη ο Βενιζέλος αφήκε πάντοτε μέχρις αυτής της εκθρονίσεως, εις τον Κωνσταντίνον μίαν σανίδα σωτηρίας, εάν ήθελε να υποχωρήση. Ως αρχηγός Κόμματος ο Βενιζέλος υπήρξε ως πάντοτε απαράμιλλος, διότι κατώρθωσεν εκ του μηδενός να σχηματίση νέον Κράτος, να διοργανώση στρατόν, να εκθρονίση τον Κωνσταντίνον και να επανέλθη θριαμβευτής εις Αθήνας. Οι εχθροί του θα ειπούν ότι όλα ταύτα δεν τα οφείλει εις την ικανότητά του, αλλ' επεβλήθη υπό των ξένων εις τον Ελληνικόν λαόν.
Λέγουν, επίσης, οι αντίθετοι ότι ό,τι έκαμαν οι Σύμμαχοι το έκαμαν χάριν των συμφερόντων των και όχι χάριν της Ελλάδος.
Έστω. Αλλά πρέπει να δοξάζωμεν τον Θεόν ότι η Ελλάς εσώθη και ακόντων των Ελλήνων, διότι τα συμφέροντα της Ελλάδος συνέπιπτον ευτυχώς με τα συμφέροντα των Συμμάχων. Επί τέλους δε οι Σύμμαχοι, όπως ήλθον τα πράγματα, δεν είχον και πολλήν ανάγκην της Ελλάδος, εις το τέλος θα ενίκων και χωρίς αυτήν. Αλλ' ερωτώνται εκείνοι, οι οποίοι ηύχοντο να ιδούν τους Βουλγάρους εις τας Αθήνας και τους Γερμανούς εις το Παρίσι, τί θα εγινόμεθα εάν δεν υπήρχεν η Αγγλία και Γαλλία; Φαντασθήτε, εάν οι σύμμαχοι μάς εκήρυττον τον πόλεμον ως εχθρικώς διακειμένους προς την Αντάντ, ή μας άφηναν εις την τύχην μας δια να διαμελισθώμεν από τους Σέρβους, τους Ρώσους, τους Ιταλούς;
Ο Βενιζέλος εις την Θεσσαλονίκην έπραξε παν ό,τι ήτο δυνατόν όπως επανορθωθούν αι συνέπειαι της μεγάλης εθνικής συμφοράς, επανελθών δε εις Αθήνας έπραξε παν ό,τι ηδύνατο όπως παρασκευάση τον Ελληνικόν στρατόν, ίνα και η Ελλάς λάβη μέρος εις τον Παγκόσμιον πόλεμον, έστω και την τελευταίαν στιγμήν.

 

Η ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ

Είμεθα όμως και πάλιν υποχρεωμένοι να επαναλάβωμεν το έργον του επικριτού, εξετάζοντες την έκτοτε πολιτικήν του Βενιζέλου.
Ο Βενιζέλος ήθελε να φαίνεται ότι η Ελλάς επρόκειτο να θυσιασθή μόνον και μόνον δια να επανακτήση την τιμήν της, και ότι έπρεπε να χύση το αίμα της μόνον και μόνον δια να εξιλεώση τους Συμμάχους και εξαγοράση τας αμαρτίας της. Ο τόνος, τον οποίον έδιδεν εις την πολιτικήν ταύτην ήτο υπερβολικός. Εντεύθεν εκήρυττε παντού και μέχρι προχθές εις το Λονδίνον, ότι "η Ελλάς ουδεμίαν έχει αξίωσιν και ας της δώσουν ό,τι θέλουν" και αν δεν μας δώσουν τίποτε, πάλιν καλά να είναι. Βεβαίως υφ' ους όρους ήλθεν ο Βενιζέλος εις την εξουσίαν και υπό τας συνθήκας, υπό τας οποίας επρόκειτο η Ελλάς να πολεμήση, δεν ηδύνατο αύτη να έχη μεγάλας αξιώσεις, ούτε δυνατήν την φωνήν, αλλ' από του σημείου τούτου μέχρι του να σύρεται η Ελλάς εις τον βωμόν, ως η "Ιφιγένεια εν Αυλίδι" υπήρχε μεγάλη απόστασις. Ο φανατισμός του Βενιζέλου περί την ιδέαν ταύτην και η περίφημος πολιτική του "τιμιότης" εδημιούργησαν πολιτικήν επιβλαβεστάτην εις τα εθνικά συμφέροντα. Διότι η τοιαύτη αντίληψις εξησθένει κάθε εθνικήν πολιτικήν και απέκλειε πάσαν διπλωματικήν ενέργειαν προς διεκδίκησιν των εθνικών δικαίων. Δυστυχώς δε αι περιστάσεις, υφ' ας εδημιουργήθη το καθεστώς, έδιδον εις τον Βενιζέλον την δύναμιν να απαγορεύη πάσαν αντίθετον σκέψιν. Όλοι οι Βενιζελικοί ενόμιζον ότι ήτο έγκλημα καθοσιώσεως κατά του ενδόξου αρχηγού να έχουν διαφορετικάς ιδέας από αυτόν ή τουλάχιστον να τας εκφράζουν. Οι περισσότεροι δε από αυτούς εκοίταζαν να προάγουν τα συμφέροντά τους υπό την αιγίδα του Κόμματος. Η Βουλή ήτο βωβή, διότι η μεν Βενιζελική πλειοψηφία εσιώπα, η δε Αντιπολίτευσις ευρίσκετο υπόδικος επί εσχάτη προδοσία. Ο Τύπος επίσης, ο μεν Κυβερνητικός εθεώρει ως προορισμόν του να υμνή τους Συμμάχους και την Κυβέρνησιν 24 ώρας το ημερονύκτιον, ο δε πρώην Γερμανόπληκτος Τύπος ευρίσκετο υπό την αυτήν κατηγορίαν με τους Βουλευτάς της Αντιπολιτεύσεως. Η λογοκρισία τέλος, υπό τας οδηγίας μιας πολιτικής θυμιαμάτων, κολακειών και δουλοπρεπείας, ημπόδιζε την έκφρασιν κάθε αντιθέτου ιδέας. Εις τους αλυτρώτους Έλληνας δεν επετράπη ούτε μία φωνή. Εις κανέναν Έλληνα δεν επετράπη να εκφέρη γνώμην διαφορετικήν των αντιλήψεων της Κυβερνήσεως. Ο Βενιζέλος έπρεπε να σκεφθή και δια τα παραμικρότερα πράγματα.
Υπήρξα εκ των επαναστατών της Θεσσαλονίκης, ο μόνος ίσως, ο οποίος διεφώνησε δημοσία προς την πολιτικήν της Κυβερνήσεως και ετόλμησε να ειπή την γνώμην του.
Και όμως ο Ελληνικός λαός έπρεπε να αφεθή ελεύθερος να εκδηλώση τας εθνικάς του βλέψεις και έπρεπεν οι ανεξάρτητοι άνδρες να αφεθούν ελεύθεροι να επικρίνουν και αυτή την Κυβέρνησιν και αυτούς τους Συμμάχους. Το συμφέρον του Έθνους απήτει να αρχίσωμεν να φωνάζωμεν, ότι εάν έπταισεν ο Ελληνικός λαός, έπταισε περισσότερον η Ευρώπη δια τα λάθη του Κωνσταντίνου. Μήπως δεν τον υπεστήριζαν μέχρι τελευταίας στιγμής, η Ρωσία, η Ιταλία και αυτή η Αγγλία; Ο εκ των κορυφαίων Υπουργών της Αγγλικής Κυβερνήσεως Ουΐνστων Τσώρτσιλ αγορεύων εις γεύμα δοθέν εν Λονδίνω προς εορτασμόν της πρώτης επετείου της ενώσεως των δύο Κρατών (14 Ιουνίου) έρριψεν όλην την ευθύνην των ατυχιών της Ελλάδος εις την διπλωματίαν των Συμμάχων...
Και πλείστοι άλλοι φίλοι της Ελλάδος έγραψαν και ωμίλησαν υπό τοιούτον πνεύμα.
Ο Πρόεδρος της εμπορικής επιτροπής της Αγγλικής Βουλής, ομιλών εις Συμπόσιον της Eμπορικής Συνδιασκέψεως (19 Ιουνίου '18) είπεν ότι "δεν είναι των Ελλήνων σφάλμα εάν δεν ευρέθησαν ευθύς εξ αρχής του πολέμου παρά το πλευρόν των Συμμάχων".
Αλλ' ο Βενιζέλος ήθελε να παίξη το πρόσωπον της μετανοούσης αμαρτωλής, η οποία κλαίει όλην την ημέραν δια να συγχωρηθούν αι αμαρτίαι της. Υπό τοιούτους όρους ήτο αδύνατον να γίνη σθεναρά εθνική πολιτική, καθ' ην στιγμήν εις όλα τα εμπόλεμα Έθνη διεξήγετο δεινός κοινοβουλευτικός και δημοσιογραφικός αγών, όχι μόνον εις το να υβρίζωνται οι εχθροί, αλλά και να κατακρίνωνται οι Σύμμαχοι και αι Κυβερνήσεις των. Καθ' ην στιγμήν έκαστον Έθνος επάλαιε δια τα ίδια συμφέροντα και τας ιδίας αντιλήψεις, καθ' ην στιγμήν έπιπτον τα Υπουργεία δια να έρχωνται ισχυρότεροι άνδρες, καθ' ην στιγμήν ο Χάρδεν ετόλμα να επικρίνη τον Κάϊζερ, καθ' ην ώραν οι Ευρωπαϊκοί λαοί συνήρχοντο εις εργατικά, σοσιαλιστικά, και άλλα συνέδρια, μόνον το Ελληνικόν Έθνος παρίστα το θέαμα δούλου λαού εκπροσωπουμένου μόνον από έναν άνθρωπον και συρομένου εις τον πόλεμον χωρίς σκέψιν και χωρίς φωνήν.

 

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΟΥΡΓΑΤΟΡΙΟΥ (32)

Αλλ' εάν η Ελλάς έπρεπε να πολεμήση προ παντός έπρεπε να πολεμήση χάριν εαυτής και χάριν των τέκνων της.
Έτσι έπρεπε να πάρωμεν το πράγμα, απέναντι της Ευρώπης και να υψώσωμεν σιγά-σιγά την φωνήν μας δια να ακουσθή εις τα πέρατα του κόσμου. Μήπως οι Σύμμαχοι πολεμούν μόνον δια την Δικαιοσύνην και την ιδεολογίαν, μήπως καθένας δεν φροντίζει δια τα ίδια συμφέροντα και την ιδίαν σωτηρίαν, μήπως έχουν ιδεολογίαν οι Ιταλοί, οι οποίοι ζητούν να καταπνίξουν Ελληνικάς χώρας κατά τον αγριώτερον τρόπον; Αρκούν μόνον αι εν τη Συμμαχία ανηθικότητες της Ιταλίας, δια να μην ομιλώμεν περί εγκλημάτων της Ελλάδος.
Εάν ο Ελληνικός λαός διέπραξε σφάλματα, η ζημία ήτο προ παντός δική του. Το Ελληνικόν όμως Έθνος από 3.000 ετών προσέφερε το αίμα του υπέρ της ελευθερίας της ανθρωπότητος, μόνον δε και μόνον δια τούτο δια την μεγάλην αυτή και ένδοξον ιστορίαν, έπρεπεν η Χριστιανική Ευρώπη μίαν και μόνην να έχη φροντίδα πώς να απολυτρώση από τα βάσανα της δουλείας τον λαόν εκείνον, ο οποίος περισσότερον από κάθε άλλον εμαρτύρησεν από τους διαφόρους επιδρομείς και εθυσιάσθη δια την ελευθερίαν του κόσμου και τον πολιτισμόν.
Η πολιτική της Κυβερνήσεως υπήρξε πολιτικήν Πουργατορίου. Ο Βενιζέλος έκαμεν εθνικήν πολιτικήν υπό εχεμύθειαν.
Καθ' ην στιγμήν Βούλγαροι και Τούρκοι προβλέποντες την ήτταν, εχαλούσαν τον κόσμον με τας προπαγάνδας των, δια να έχουν υπερασπιστάς την ημέραν της μεταβολής και κατώρθωσαν να μη κηρύξη εναντίον των τον πόλεμον η Αμερική, καθ' ην στιγμήν οι Ιταλοί εκίνουν πάντα λίθον δια τα ίδια των συμφέροντα και εξεβίαζον τους Συμμάχους, ουδεμία ηκούετο Ελληνική φωνή. Μάς έδιδαν μόνον από παντού διαβεβαιώσεις ότι η "ακεραιότης της Ελλάδος" ήτο εξησφαλισμένη και ο Βενιζέλος έλεγε: "Βλέπετε τί κατώρθωσα". Ήθελε να εξαρτά τα υπόλοιπα από την γενναιοδωρίαν των Συμμάχων. Η σκέψις του δε είναι ότι δεν έπρεπεν ο Ελληνικός λαός να παραφουσκώνεται με μεγάλας ελπίδας. Και τούτο διότι, εάν μεν δεν πάρωμεν τίποτε να δύναται να λέγη: "Εγώ σας τα έλεγα ότι πρέπει να είμεθα ευχαριστημένοι ότι εσώσαμεν την τιμήν μας και την ακεραιότητα της Ελλάδος". Εάν δε πάρωμεν, κάτι, να δύναται να λέγη: "Βλέπετε τί εκατάφερα;" Όχι μόνον σας έσωσα, αλλά σας επήρα με την ικανότητά μου και κάτι". Αλλ' υπό τοιαύτας αντιλήψεις ήτο αδύνατον να γίνη εθνική πολιτική. Και ως εάν οι Σύμμαχοι ανταπεκρίνοντο προς τας ιδέας ταύτας, δεν εφαίνοντο ότι ήθελον την Ελλάδα να αποκτήση πολύν στρατόν. Ο Ελληνικός στρατός κακώς εφωδιάσθη και ενώ η Ελλάς ηδύνατο να έχη κατά την ώραν της επιθέσεως κατά της Βουλγαρίας διπλάσιον στρατόν, ο στρατός μας αφέθη τόσος όσος εχρειάζετο δια να επανακτηθή η Σερβία, την στιγμήν κατά την οποίαν η Βουλγαρία θα είχε συμφέρον να συνάψη χωριστήν ειρήνην.
Ας έλθωμεν εις τα καθέκαστα.

 

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΑΛΥΤΡΩΤΩΝ

Άμα τη εγκαταστάσει του Βενιζέλου εν Αθήναις εσχηματίσθη η "Επιτροπεία των Αλυτρώτων" από Προέδρους διαφόρων Θρακικών και Μικρασιατικών Σωματείων και περί της οποίας εδηλώθη επισήμως ότι θα διετέλει υπό τας οδηγίας της Κυβερνήσεως.
Φαντασθήτε πατριωτικόν σύλλογον, ο οποίος επρόκειτο να είναι φανερά παράρτημα του Υπουργείου των Εξωτερικών, και ως τοιούτον δεν ήτο δυνατόν παρά να κάμη τίποτε, όπως κάμνουν οι περίφημοι Διπλωμάται της οδού Φιλελλήνων. Ένα φυλλάδιον εις ξένην γλώσσαν δεν κατορθώθη να εκδοθή, το οποίον να γνωρίση εις όλον τον κόσμον τα ιστορικά κακουργήματα των Βουλγάρων, τί είναι η Θράκη και διατί δεν πρέπει να είναι Βουλγαρική, τί είναι η Μ. Ασία, τί θέλει ο Ελληνισμός, ποίαι είναι αι δίκαιαι αξιώσεις του.

 

ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΤΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

Εις την Ευρώπην ουδεμία διωργανώθη προπαγάνδα, όπως εξουδετερώση τουλάχιστον την κολοσσιαίαν Βουλγαρικήν προπαγάνδαν, η οποία είναι διωργανωμένη από 40 ετών κατά τρόπον αξιοθαύμαστον, ώστε η Βουλγαρία να μένη ασφαλής και όταν ακόμη σφάζη Άγγλους. Όπως δημιουργήσουν μεγάλην Βουλγαρίαν, οι Βούλγαροι εξεμεταλλεύθησαν τα πάντα. Μερικαί χιλιάδες Βουλγάρων έγιναν Δυτικοί δια να έχουν τον Πάπαν μαζί των. Μερικές άλλες χιλιάδες έγιναν διαμαρτυρόμενοι δια να έχουν την Αμερικήν μαζί των. Δέκα Βούλγαροι Πρέσβεις έχουν Αμερικανίδας γυναίκας, λέγεται δε ότι η σύζυγος του εν ταις Ηνωμέναις Πολιτείαις Βουλγάρου Πρέσβεως Παναρέτωφ, είναι αδελφή ενός μεγάλου Αμερικανού. Εις το Λονδίνον υπάρχουν εφημερίδες αφωσιωμένες εις τον Βουλγαρικόν αγώνα. Τριάκοντα δε είναι τα εκδιδόμενα Βουλγαρικά περιοδικά. Η Ελληνική προπαγάνδα της Αγγλίας εκδίδει μόνον ένα περιοδικόν, Ελληνιστί και αυτό γραμμένον, το οποίον εκθειάζει την Κυβέρνησιν της Ελλάδος και διανέμεται δωρεάν εις το Αγρίνιον.
Το Υπουργείον των Εξωτερικών της Ελλάδος υπήρξεν ανέκαθεν "Εθνικόν Νεκροταφείον".
Αλλά και ο Βενιζέλος δεν θέλει Υπουργόν των Εξωτερικών, διότι θέλει να είναι μόνος του το α και το ω. Και καθ' ην στιγμήν θα έπρεπε να είναι εις το Υπουργείον των Εξωτερικών, ένας Έλλην μεγαλοϊδεάτης, όπως τον βοηθή και να τον αναπληρώνη, Υπουργός Εξωτερικών είναι ο Ν. Πολίτης(33), όστις ημπορεί να είναι καλός Καθηγητής και γραφειοκράτης, αλλά καμμίαν μέσα του δεν έχει ψυχήν. Άνθρωπος όστις έλεγεν εις τους σπουδαστάς όταν ήτο εις το Παρίσι, ότι η Μεγάλη Ιδέα είναι ουτοπία, όστις δεν κατήλθεν εις την Ελλάδα από πατριωτισμόν, αλλ' αφού εξησφαλίσθη δια διπλών συμβολαίων, και όστις αφού έγραψεν εις Αθήνας όλας τα νότας του Κωνσταντίνου, μετέβη εις Θεσσαλονίκην, αφού εξησφάλισε προκαταβολικώς το υπουργιλίκι.

 

ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟΝ ΖΗΤΗΜΑ ΚΑΙ Η ΑΓΓΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Τον Ιανουάριον του 1917 είχον μεταβή μετά του Στρατηγού Λ. Λαπαθιώτη(34) εις Αίγυπτον ως απεσταλμένος της Προσωρινής Κυβερνήσεως της Θεσσαλονίκης. Επειδή δε η Αγγλική Κυβέρνησις ανθίστατο εις την Κύπρον μετάβασιν ημών, όπως στείλωμεν εθελοντάς εις τον στρατόν της Εθνικής Αμύνης εκ Κύπρου, μετέβην εκεί μόνος ως Κύπριος και ως ιδιώτης. Μου έκαμε τότε μεγάλην εντύπωσιν η στάσις της Αγγλίας εις το Κυπριακόν ζήτημα. Η Αγγλία, ως γνωστόν, είχε προσφέρει την Κύπρον εις την Ελλάδα υπό τον όρον να εξέλθη εις τον πόλεμον την εποχήν κατά την οποίαν ηπειλείτο η Σερβία υπό της Βουλγαρίας.
Έκτοτε η Κύπρος θεωρείται ως ανήκουσα εις την Ελλάδα, αφού ναι μεν η Ελλάς δεν επολέμησε τότε, επολέμησεν όμως κατόπιν. Τί ημπόδιζε, λοιπόν, τους Άγγλους να επιτρέψουν όπως η Κύπρος ενισχύση την Κυβέρνησιν της Θεσσαλονίκης, ήτις κυρίως εστηρίζετο εις την βοήθειαν του έξω Ελληνισμού; Τούτο προήρχετο εκ του ότι οι Άγγλοι εσκέπτοντο ως εξής: "Εάν μεν ο πόλεμος λήξη με το πρώτον καθεστώς, ουδείς λόγος υπάρχει να δώσωμεν την Κύπρον εις την Ελλάδα, εάν δε υπέρ της Αντάντ, επειδή πιθανόν να μη πάρη η Ελλάς τίποτε αλλού, ας φυλάξωμεν την Κύπρον να την δώσωμεν εις το τέλος, όπως χρυσώσωμεν το καταπότιον". Αι ιδέαι αυταί ενέπνεον και τους εν Κύπρω Άγγλους Διοικητάς, οι οποίοι με υπεδέχθησαν όχι με τόσην ευχαρίστησιν. Φαντασθήτε ότι μετέβαινον εις Κύπρον ως ένας εκ των επαναστατών της Θεσσαλονίκης, από μηνών ήδη δεν έκαμνα άλλο ειμή να φωνάζω και να γράφω υπέρ της Αντάντ και της Κυβερνήσεως του Βενιζέλου και όμως εν Κύπρω, χώρα Ελληνική και Βρεττανική κτήσει, εθεωρούμην δυσάρεστος.
Οι Άγγλοι Διοικηταί της Κύπρου, θεωρούντες τον Βενιζελισμόν οδηγούντα προς την ένωσιν, ήσαν όλοι Κωνσταντινικοί, ενθαρύνοντες ούτω τους εν Κύπρω Γερμανοπλήκτους ομογενείς, οίτινες ύβριζον εγγράφως και προφορικώς τον Βενιζέλον με τα αισχρότερα επίθετα, καθ' ην στιγμήν ο Βενιζέλος εν Λονδίνω επανηγυρίζετο ως ο μεγαλύτερος πολιτικός της Ευρώπης και ο καλύτερος φίλος της Αγγλίας!..
Απαραλλάκτως ύβριζον οι Ιταλοί την Κυβέρνησιν  της Θεσσαλονίκης και τον Βενιζέλον. Μάτην διεμαρτυρήθην· επειδή δε από της αφίξεώς μου ο αγών είχεν οξυνθή μεταξύ των δύο μερίδων, η Αγγλική Διοίκησις απηγόρευσεν έκτοτε την εξαγωγήν των ελληνικών εφημερίδων της Κύπρου, δια να μη παραξενεύεται ο κόσμος βλέπων εις κυπριακά φύλλα να υβρίζεται ο Βενιζέλος ως ο αίσχιστος των προδοτών, και να εξυμνήται ο Κωνσταντίνος, ο προ ολίγου εξορισθείς υπό της Αγγλίας ως εχθρός της Βρεττανικής Αυτοκρατορίας.
Οι Άγγλοι ήσαν εις την Αίγυπτον Βενιζελικοί, εις την Κύπρον Κωνσταντινικοί. Οι ξένοι, βλέπετε, κάμνουν πολιτικήν σύμφωνον με τας περιστάσεις και όπως απαιτούν τα συμφέροντά των. Μόνον ημείς δεν νοιώθουμε από τέτοια πράγματα. Όταν τον Ιανουάριον τρέχοντος έτους (1917) ήλθα εις Αθήνας δια να αφοσιωθώ εις τα εθνικά ζητήματα, ενόμισα, ότι έπρεπε να ανακινήσω προ παντός το Κυπριακόν.
Γενική ιδέα και πεποίθησις της Κυβερνήσεως ήτο, ότι η Αγγλία θα έδιδε την Κύπρον ως εκ της αναγκαστικής φοράς των πραγμάτων. Και την ιδέαν ταύτην συνεμεριζόμην και εγώ, δι' ους λόγους εξήγησα ανωτέρω. Εν τούτοις ενόμιζα ότι το Κυπριακόν ζήτημα έπρεπε να ανακινηθή, διότι είχα την ιδέαν ότι η Αγγλία έπρεπε να μην περιμένη το τέλος του πολέμου δια να δώση την Κύπρον εις την Ελλάδα, αλλά να την προσφέρη προκαταβολικώς, όπως είχεν προτείνει τον Φεβρουάριον του 1915, δια διαφόρους σπουδαίους λόγους. Δια να υποστηριχθή παρά τω Ελληνικώ λαώ η Κυβέρνησις του Βενιζέλου, δια να αναγκασθή η Ιταλία να προβή εις δηλώσεις δια το ζήτημα της Δωδεκαννήσου, δια να ενισχυθή ο Ελληνικός στρατός δια μιας εκ Κύπρου Μεραρχίας τουλάχιστον, δια να ενθουσιασθή ο Ελληνισμός εις δυσκόλους στιγμάς δυσπιστίας και απογοητεύσεως. Και υπό το πνεύμα τούτο έκαμα Εισηγήσεις εις την Κυβέρνησιν, όπως ο Βενιζέλος θίξη το Κυπριακόν ζήτημα δοκιμαστικώς και δια να ιδή ποίας ελπίδας είχε δια την υποστήριξιν των Ελληνικών Δικαίων, αλλά καθ' ην στιγμήν ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως μεταβάς εις Λονδίνον, ενομίζετο από όλον τον κόσμον ότι θα επέστρεφε με την Κύπρον εις τα χέρια, εδήλου επισήμως, μόλις επιστρέψας εις τας Αθήνας, τον Δεκέμβριον του 1917, ότι εις ουδεμίαν είχεν έλθει  συνομιλίαν επί του Κυπριακού ζητήματος· διότι ο Βενιζέλος εφρόνει ότι η Ελλάς όσον ολιγώτερα απήτει, τόσον περισσότερα θα ελάμβανε. Προσεπάθησα να υποκινήσω το Κυπριακόν ζήτημα, όπως το αντελαμβανόμην· επανίδρυσα προς τούτο τον "Πατριωτικόν Σύνδεσμον των Κυπρίων", όστις εξέδωκεν εν Ψήφισμα Ενώσεως, υπέβαλα δε παντού σχετικά υπομνήματα. Αμέσως το Υπουργείον των Εξωτερικών διέδιδεν ότι η Αγγλική Πρεσβεία δυσηρεστήθη εκ της δράσεώς μου και ότι δεν ήθελε να γίνεται ουδείς λόγος περί Κύπρου. Αλλ' εάν η Κύπρος ήτο τετελεσμένον γεγονός, ότι θα εγίνετο Ελληνική, ποίοι λόγοι υπηγόρευον την σιωπήν του Κυπριακού ζητήματος, υφ' ας μάλιστα συνθήκας εζήτησα να το ανακινήσω;

 

ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ ΚΑΙ ΗΠΕΙΡΟΣ

Συγχρόνως ενεθάρρυνα πολύ τους Δωδεκανησίους εις την ίδρυσιν του Συλλόγου των, διότι τους εύρον ενδοιάζοντας, ένεκα της αμειλίκτου σιωπής, την οποίαν επέβαλλεν η Κυβέρνησις εις ό,τι αφεώρα τας σχέσεις μας με τους Ιταλούς. Όσον αφορά την Ήπειρον είναι γνωσταί αι φοβεραί καταδιώξεις των Ιταλών και η φυλάκισις των Χειμαρριωτών. Εν τούτοις ο γνωστός πατριώτης και Βουλευτής Σπυρομήλιος(35), τον οποίον επλησίασα, μου είπεν, ότι δεν ήτο δυνατόν να κάμη τίποτε δια την Β. Ήπειρον, διότι η Κυβέρνησις αντετίθετο εις πάσαν ανακίνησιν του ζητήματος.
Εις τον ιδρυθέντα δε Σύλλογον των Δωδεκανησίων δεν επέτρεψεν η Κυβέρνησις ουδεμίαν υπέρ της πατρίδος των ενέργειαν· και η μόνη ενέργεια του Συλλόγου, όστις εμάζευσε περί το 1/2 εκατομμύριο δραχμών εξ εράνων, εφάνη ότι ήτο να διανείμη εις τας Αθήνας την φωτογραφίαν και έναν λόγον του μεγαλυτέρου μετά τον Βενιζέλον Έλληνος, του Ρέπουλη!
Πολλάκις εθαύμασα δια την πολιτικήν της Κυβερνήσεως εις όλα, ιδιαιτέρως δε εις την στάσιν της απέναντι της Ιταλίας εις το ζήτημα της Β. Ηπείρου και Δωδεκανήσων.
Οι Ιταλοί διέπραξαν εις τα μέρη ταύτα τρομερά πράγματα, ικανά να καταισχύνουν τον αγώνα των Συμμάχων. Ήσαν οι αδελφοί μας Ιταλοί, οι Ιταλοί οι οποίοι επέτυχον την ένωσίν των, εν ονόματι της αρχής των εθνικοτήτων, οι Ιταλοί, οι οποίοι επολέμουν παρά το πλευρόν της Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής, δια τα υψηλά τάχα ιδεώδη της ελευθερίας των λαών και της Δικαιοσύνης! Οι Ιταλοί διέπραξαν εις τα μέρη ταύτα βιαιοπραγίας ανηκούστους και καταδιώξεις φοβεράς δια να πνίξουν τον Ελληνισμόν(36), ως θα έπραττον Τούρκοι και Βούλγαροι. Αλλ' οι Τούρκοι και Βούλγαροι ήσαν κληρονομικοί μας εχθροί, αγωνιζόμενοι άγριον φυλετικόν αγώνα και πολεμούντες εις το στρατόπεδον των εχθρών της Αντάντ.
Πώς δύναται όμως να δικαιολογηθούν οι Ιταλικές οικτρότητες;(37) Και δεν έπρεπε η Κυβέρνησις του Βενιζέλου να θέση αμέσως υπό την σκέψιν των άλλων Συμμάχων το ζήτημα των εν Β. Ηπείρω και Δωδεκανήσοις ιταλικών φρικαλεοτήτων; Τί εδικαιολόγει την πολιτικήν της Κυβερνήσεως να πνίξωμεν την φωνήν της συνειδήσεώς μας, διότι "τούτο απήτουν τα ύψιστα συμφέροντα της Ελλάδος;"
Ελέγετο ότι οι Ιταλοί εξεβίαζον διαρκώς την Αντάντ και ότι δεν ήθελον να αυξάνουν τους λόγους των προστριβών με τους Μακκιαβέλληδες, καθ' ην στιγμήν η Αντάντ ηγωνίζετο τον έσχατον αγώνα. Αλλ' όταν οι Ιταλοί μετά την φυγήν των εκείθεν του Πιάβε, ετέθησαν υπό την στρατιωτικήν κηδεμονίαν των Συμμάχων και όταν ακόμη εξησφαλίσθη η νίκη της Αντάντ, ποίος λόγος επέβαλλε να υφίσταται ο Ελληνισμός τας ιταλικάς βιαιότητας εν σιγή και αδιαμαρτύρητος; Και τί ηδύνατο ν' αντιτάξη η Ιταλία, εάν η Κυβέρνησις έφερεν επισήμως το ζήτημα των ιταλικών καταδιώξεων, ενώπιον των Κυβερνήσεων της Αγγλίας, Γαλλίας και Αμερικής;
Αλλ' εάν η Κυβέρνησις επισήμως δεν ήθελε να θίξη τα ζητήματα, διατί να μην αφήση τους Συλλόγους και τα άτομα να εργασθούν;
Ήτο ευκολωτάτη και θα έφερε τα ευτυχέστερα αποτελέσματα μία προπαγάνδα εν Παρισίοις και Λονδίνω, ένθα οι Ιταλικές ιταμότητες εμισούντο όπως και εν Αθήναις.
Αλλ' ο Βενιζέλος όχι μόνον ήθελε να καταπνίξη αντί πάσης θυσίας πάσαν συζήτησιν του ζητήματος, αλλ' επέβαλε και εις το Έθνος την ανήκουστον πολιτικήν της καθημερινής και ατελειώτου κολακείας προς την Ιταλίαν. Καθ' ην ώραν κατεδιώκοντο, εμαρτύρουν και εφυλακίζοντο οι Χειμαρριώται και οι Ρόδιοι δια μόνον τον λόγον ότι ήσαν Έλληνες, από τα τέκνα της "αδελφής Ιταλίας", το Υπουργείον των Εξωτερικών της Ελλάδος διωργάνωνε εν Αθήναις την Ιταλικήν προπαγάνδαν. Επί μήνας υφιστάμεθα το αίσχος να βλέπωμεν εν των μέσω ημών ακόμη τον κόμητα Μποσδάρι(38), όστις υπήρξεν ο μεγαλύτερος συνένοχος και υποστηρικτής του Κωνσταντίνου, με την ιδέαν ότι η πολιτική του Κωνσταντίνου ωδήγει εις εμφύλιον πόλεμον, όστις ωφέλει την Ιταλίαν.
Όταν δε, τέλος, ανεκλήθη ο Μποσδάρι, το Υπουργείον των Εξωτερικών διέτασσε τον Τύπον να γράφη καθημερινώς υπέρ της Ιταλίας και ότι ο νέος Πρέσβυς ήρχετο όπως εξομαλύνη τας μεταξύ των δύο εθνών διαφοράς. Έκτοτε εγράφετο καθημερινώς ότι η ιταλική Κυβέρνησις εδείκνυε σημεία νέων αντιλήψεων, όσον αφορά τας μετά της Ελλάδος σχέσεις. Αλλ' εάν αι νέαι αύται αντιλήψεις δεν ήσαν άλλο παρά υπεράσπισις των ιταλικών συμφερόντων, η Ιταλία είχεν εύκολον το μέσον να αποδείξη ότι ήλλαξε πολιτικήν, εάν έπαυε τις καταδιώξεις. Αλλ' οι Ιταλοί εξηκολούθουν τας καταδιώξεις, ενώ ημείς ηυξάνομεν τον τεχνητόν φιλιταλισμόν μας.
Την 14ην Ιουνίου ο Βενιζέλος ομιλών εις το Υπουργικόν Συμπόσιον, το δοθέν επί τη επετείω της εις Αθήνας καθόδου του, είπε, μεταξύ άλλων και τα εξής· "Η λειτουργία των ελληνικών Αρχών αποκατέστη αμείωτος εν Ηπείρω και η ειλικρινής συνεργασία ησφαλίσθη εις το μέρος τούτο μεταξύ δύο συμμάχων λαών, τους οποίους κοινά συμφέροντα οδηγούσιν εις στενωτέραν καθ' ημέραν προσέγγισιν". Η δήλωσις αύτη δεν αντεπεκρίνετο προς την αλήθειαν, διότι όχι μόνον ελληνικαί Αρχαί δεν είχον αποκατασταθή εις την Β. Ήπειρον, ήτις είναι και αύτη Ήπειρος, αφού δεν είναι Αλβανία αλλά Β. Ήπειρος, ήτις απετέλει αναπόσπαστον πλέον μέρος του Ελληνικού Κράτους, αλλά και εις την Ν. Ήπειρον έμειναν Ιταλοί και εξήσκουν λυσσωδώς το έργον της προπαγάνδας των.
Ο δε Υπουργός των Εξωτερικών Πολίτης, όστις ετέθη επί κεφαλής της ιταλικής προπαγάνδας, ομιλών ενθουσιωδώς εις την "Πατρίδα" (14 Ιουλίου) περί των  νέων ιταλικών σχέσεων, είπεν απατηλώς, ότι "πλείστα ζητήματα υφιστάμενα μεταξύ των δύο χωρών, ελύθησαν ήδη αισίως".
Αλλ' ημείς δεν γνωρίζομεν αν υπήρχον άλλα ζητήματα μεταξύ των δύο χωρών τα οποία να ενδιαφέρουν το έθνος. Δεν γνωρίζομεν εάν ελύθησαν αισίως ζητήματα παρασήμων. Αλλ' εφ' όσον η Ιταλία εκράτει την Β. Ήπειρον και ετρομοκράτει τα Δωδεκάνησα, ουδέν ζήτημα μεταξύ των δύο εθνών είχε λυθή αισίως.
Μάτην προσεπάθησα να υπερισχύση η ιδέα, ότι μόνον μία εξέγερσις της Κοινής Γνώμης εν Ελλάδι ηδύνατο να προαγάγη την λύσιν του ζητήματος και ότι η πολλή δουλοπρέπεια έφερε το αντίθετον αποτέλεσμα.

 

ΤΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΝ

Το Αγιορείτικον ζήτημα έμενε, μαζί με τα άλλα, εκκρεμές, ενώ ηδύνατο να λυθή κατά τον ευκολώτερον τρόπον. Μετά την διάλυσιν της Ρωσσικής Αυτοκρατορίας και μετά τας αλλεπαλλήλους δηλώσεις των Ρωσσικών Κυβερνήσεων, ότι ο Ρωσσικός λαός δεν είχε πλέον κατακτητικάς βλέψεις, δεν ηδύνατο πλέον να υπάρξη Αγιορείτικον ζήτημα, διότι μόνον η Ρωσσία ειργάζετο δια την διεθνοποίησιν του Άθω. Είμεθα δε βέβαιοι, ότι εάν η Ελληνική Κυβέρνησις έσπευδε να διορίση έναν Έλληνα διοικητήν και να δηλώση εις την Αγγλίαν και Γαλλίαν, ότι κατόπιν των τελευταίων γεγονότων, το Άγιον Όρος δεν ηδύνατο παρά να αποτελή αναπόσπαστον μέρος της λοιπής Μακεδονίας, δεν θα υπήρχε πλέον Αγιορειτικόν ζήτημα. Αλλ' εις σημαίνον πρόσωπον, το οποίον υπέβαλε την ιδέαν εις τον Βενιζέλον, ούτος απήντησεν: "Εγώ δεν θεωρώ τας Συνθήκας κουρελόχαρτα!" Δηλαδή περιμένει να αναστηθή η Ρωσσία και να έλθη μίαν ωραίαν πρωΐαν ο Ντεμίντωφ(39) ως αντιπρόσωπος κάποιας Κυβερνήσεως του Όμσκ(40), δια να του ειπή ότι "εν ονόματι της Α. Σιβηριακής Μεγαλειότητος η Ρωσσία ανθίσταται εις την προσάρτησιν του Αγίου Όρους!". Ο Βενιζέλος, ως τίμιος πολιτικός, θα υποκληθή, και θ' αρχίσουν νέαι διαπραγματεύσεις. Ποσάκις δεν υπεδείχθη εις την Κυβέρνησιν ότι έπρεπε να επωφεληθώμεν των δύο κατά της Βουλγαρίας πολέμων, όπως καταλάβωμεν το εν Αγίω Όρει Βουλγαρικόν μοναστήριον, το οποίον υπήρξεν κέντρον Βουλγαρικής προπαγάνδας και Κομιτατζήδων. Ο Θεός φυλάξοι όμως, να θίξωμεν ημείς μίαν καν Βουλγαρικήν τρίχα! Και τί είμεθα ημείς οι άγριοι να κάνωμεν αντίποινα; οποία πράγματι αντίποινα, να διώξωμεν 100 υπό ράσσον Κομιτατζήδες, καθ' ην εποχήν οι Βούλγαροι έσφαξαν και ατίμασαν και διεσκόρπισαν ήμισυ εκατομμύριον Ελλήνων.
Κατά τον Ιούλιον μεταβάς εις Άγιον Όρος και μελετήσας το ζήτημα υφ' όλας αυτού τας μορφάς, υπέβαλον εις την Κυβέρνησιν Υπόμνημα "Περί της αμέσου λύσεως του Αγιορειτικού ζητήματος και περί αναδιοργανώσεως της Ιεράς Κοινότητος", ώστε να καταστή το Άγιον Όρος το Πνευματικόν Κέντρον της Ορθοδοξίας. Προσεφέρθην μάλιστα να συντελέσω εις την τοιαύτην οργάνωσιν. Υποθέτω ότι το υπόμνημα θα ερρίφθη, όπως συνήθως, εις χονδροδούλαπον, αντί δε Διοικητού η Κυβέρνησις έστειλεν ανεπισήμως εις τας Καρυάς ένα Νομικόν Σύμβουλον, δια να συμβουλευθή ίσως τους καλογήρους, πώς να τρώγουν καλύτερα τα εκατομμύρια της Ιεράς κτημοσύνης.

 

ΣΙΓΗ ΤΑΦΟΥ

Η Κυβέρνησις έθαψεν υπό σιγήν όλα τα εθνικά ζητήματα καθ' ην στιγμήν φοβερός αγών διεξήγετο εν Ευρώπη προς δημιουργίαν νέων κοινωνικών και εθνικών συνθηκών. Σοσιαλιστικά και εργατικά συνέδρια συνήρχοντο εις το Παρίσι, το Λονδίνον και αλλού, εις τα οποία τα ελληνικά συμφέροντα διόλου δεν αντεπροσωπεύθησαν. Έπρεπε δε να γράψη ο Τύπος δια να σταλούν την τελευταίαν στιγμήν δυο-τρεις σοσιαλιστές αντιπροσωπεύοντες το πλείστον τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.
Είχομεν την ιδέαν ότι αφού η ενότης της Ελλάδος αποκατέστη και η επιστράτευσις έβαινεν ασφαλώς, ότι αφού τα μεγάλα ζητήματα ήρχισαν να συγκινούν τους λαούς συνερχομένους εις συνέδρια, ότι αφού η Αμερική ήρχισε να κηρύττη τις αρχές των εθνικοτήτων, ότι αφού η Γαλλία ήτο υπέρ ημών εις όλα εν γένει τα ζητήματα, ότι αφού εις τα περισσότερα ζητήματα, ηδυνάμεθα να υπολογίζωμεν εις την Αγγλικήν φιλίαν, ότι αφού ο Πανσλαυισμός της Ρωσσίας έφυγεν από το μέσον, ότι είχε φθάσει η στιγμή όπως ο Ελληνικός λαός αυθόρμητος και άνευ επεμβάσεως της Κυβερνήσεως φέρη προ των Συμμάχων λαών τα δικαιώματά του και επικοινωνήση μετ' αυτών ως ίσος προς ίσον. Εάν οι Διπλωμάται γνωρίζουν τας βλέψεις μας, ο πολύς κόσμος της Αμερικής και Ευρώπης δεν γνωρίζει τίποτε ούτε περί Θράκης, ούτε περί Ασίας.
Ήτο λοιπόν κατάλληλος η στιγμή όπως διοργανωθή εν Αθήναις μεγάλη λαϊκή και εθνική προπαγάνδα εις τας Συμμάχους χώρας της Ευρώπης και Αμερικής.

Και είχομεν την ιδέαν ότι το ζήτημα της Κύπρου, των Δωδεκανήσων και της Β. Ηπείρου έπρεπε να λυθή εκ των πρώτων, δια να δείξουν οι Σύμμαχοι ότι πρώτοι αυτοί ανεγνώριζον εμπράκτως τα Δίκαια των εθνικοτήτων.

 

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΝ

Τοιουτοτρόπως εισηγήθημεν την συγκρότησιν εν Αθήναις κατά Μάρτιον μεγάλου Πανελληνίου Συνεδρίου, το οποίον αντιπροσωπεύον όλα τα εν Ελλάδι σωματεία και τους αλυτρώτους θα απέστελλεν εις την Ευρώπην αντιπροσωπείας, όπως εγκατασταθούν μονίμως και εργασθούν δια τα εθνικά συμφέροντα.
Το Πανελλήνιον Συνέδριον διωργανώθη κατά θαυμάσιον τρόπον, υπό την προεδρείαν του Πρυτάνεως του Εθνικού Πανεπιστημίου, επρόκειτο δε να συνέλθη εις το Δημοτικόν Θέατρον κατά τα τέλη Μαρτίου. Επειδή δε, υπάρχοντος Στρατιωτικού Νόμου, έπρεπε να ζητηθή προκαταβολικώς η άδεια της Κυβερνήσεως, ο Βενιζέλος, αντιληφθείς την σπουδαιότητα του έργου, έδωκε την συγκατάθεσίν του.
Τρεις όμως ημέρας προ του Συνεδρίου, ο Υπουργός Πολίτης κατώρθωσε να πείση τον αμφιταλαντευόμενον Βενιζέλον, ότι το Συνέδριον θα έβλαπτε τα εθνικά συμφέροντα, και το Συνέδριον απηγορεύθη αυστηρώς. Μάτην ετρέξαμεν παντού, εις Υπουργούς, Βουλευτάς, όπως μεταπεισθή η Κυβέρνησις. Ως λόγοι της απαγορεύσεως εδόθησαν ότι τα ζητήματα της Θράκης και της Μικράς Ασίας ηδύνατο να διαχειρισθή μόνη η Κυβέρνησις με την επιτροπήν των Αλυτρώτων, ότι η επιτροπή των Αλυτρώτων ανθίστατο εις την δημιουργίαν νέου κέντρου ενεργείας, δια να μη χάση το μονοπώλειον (!), ότι ο εφοπλιστής Κυριακίδης και οι περί αυτόν εκ της επιτροπής έτρεχον όπως ματαιώσουν το Συνέδριον και ότι δεν έπρεπε να ανακατεύσωμεν το ζήτημα της Κύπρου, Β. Ηπείρου και Δωδεκανήσου εις τα άλλα δια να μη θυμώση η Αγγλία και η Ιταλία!
Τότε έμαθον ότι το Υπουργείον των Εξωτερικών με είχε "προγεγραμμένον", διότι έλεγαν εκεί ότι ήμην "μαρκαρισμένος" από την Αγγλικήν Πρεσβείαν όπως οι εγκληματίαι εις την Αστυνομίαν.
Εγώ, ο οποίος κατά τα δύο τελευταία έτη διήλθον την Αίγυπτον, Κύπρον και μέγα μέρος της Ελλάδος ομιλών, γράφων, αγορεύων όσον ουδείς άλλος υπέρ της Αντάντ και της πολιτικής του Βενιζέλου, εθεωρήθην προγεγραμμένος από τον Υπουργόν των Εξωτερικών, διότι ενόμιζα ότι ως Κύπριος ώφειλον να φωνάξω δια την Κύπρον και διότι εφρόνουν, ότι παρά την επίσημον πολιτικήν της Κυβερνήσεως, έπρεπε να ιδρυθή εν Αθήναις η μεγάλη και λαϊκή εκείνη ενέργεια, η οποία να προαγάγη τα εθνικά συμφέροντα και να ενισχύση την Κυβέρνησιν εις την εθνικήν της πολιτικήν, έστω και αν εφαίνετο ότι αντεπολιτεύετο. Αυτά έτσι γίνονται παντού. Μόνον εδώ εις τον κλασσικόν τόπον της "αψόγου στάσεως" και της "διπλωματικής τιμιότητος" τοιαύτη πολιτική δεν εννοείται, αλλά καταδιώκεται.
Οφείλω επίσης εις το σημείον τούτο να κάμω και την εξής εξήγησιν, ότι, αν και είμαι ο μεγαλύτερος θαυμαστής του Αγγλικού Έθνους, ο μεγαλύτερος οπαδός της Αγγλικής φιλίας, ο θερμότερος θιασώτης της Αγγλικής κοσμοκρατορίας, δεν δύναμαι όμως να είμαι τόσον φίλαγγλος, ώστε να θυσιάζω τα συμφέροντα της Πατρίδος μου. Είμαι τόσον φίλαγγλος, ώστε ευχαρίστως θα εδεχόμην όπως ο Ελληνισμός κυβερνηθή επί τινα έτη από τους Άγγλους. Προκειμένου όμως περί αγώνος φυλετικού, περί της σωτηρίας του Ελληνικού γένους, περί της μεγάλης Εθνικής αποκαταστάσεως, οφείλω να δυσπιστώ προ παντός προς την Αγγλικήν Διπλωματίαν, η οποία από της εποχής της Πάργας έγινεν αιτία απείρων συμφορών εις το Ελληνικόν Έθνος. Αρκεί ότι η Κρήτη αιματοκυλίετο επί έτη, διότι  έτσι το ήθελεν η Αγγλία. Εάν η Θράκη μείνει Βουλγαρική είναι διότι, δι' ιδίους σκοπούς, έτσι το θέλει η Αγγλία, της οποίας ο Βουλγαρισμός ουδέποτε εθεραπεύθη. Ως Κύπριος δε πατριώτης και εκ των εθνικών ηγετών της Κύπρου ώφειλα δια λόγους απωτέρου μέλλοντος να πολεμώ την Αγγλικήν Διοίκησιν.
Αυτά δια να μη φαίνωμαι αντιφάσκων μεταξύ του φιλαγγλισμού και του μισαγγλισμού μου.

Την επαύριον της απαγορεύσεως του Πανελληνίου Συνεδρίου απηύθυνα προς το Υπουργικόν Συμβούλιον υπόμνημα εν είδει διαμαρτυρίας, ως εξής:

 

ΥΠΟΜΝΗΜΑ

"Η ιδέα της συγκροτήσεως του Πανελληνίου Συνεδρίου υπηγορεύθη υπό των εξής σκέψεων.
Ότι τα Εθνικά Δίκαια μας παραγνωρίζονται και από αυτούς τους Συμμάχους, ότι αγνοούνται από τους λαούς της Ευρώπης και Αμερικής, ότι η Κυβέρνησις δεν είναι δυνατόν να επαρκή εις όλα, ότι πολλάκις η Κυβέρνησις πρέπει να φαίνεται βιαζομένη από την Κοινήν Γνώμην, ότι η Κυβέρνησις δεν δύναται πολλάκις να ομιλή προς την Διπλωματίαν, όπως δύναται να ομιλήση ο λαός, ότι η εθνική ψυχή πρέπει διαρκώς να μένη άγρυπνος, ότι κατά την κρίσιμον ταύτην στιγμήν τα μεγάλα προβλήματα, τα οποία θα απασχολήσουν τα Έθνη και τας Κοινωνίας θα περιέλθουν εις τας ωργανωμένας λαϊκάς ομάδας, ότι είναι ανάγκη να δημιουργηθώσιν και εν Ελλάδι τοιαύται μεγάλαι οργανώσεις, ότι οι εκτός της Κυβερνήσεως άνδρες της δράσεως και της σκέψεως δεν δύνανται να μείνωσιν αδρανείς προ του επερχομένου κατακλυσμού.
Και είναι μεν αληθές ότι εδημιουργήθησαν ήδη ενταύθα διάφοροι πατριωτικαί οργανώσεις, αλλ' όλαι σχεδόν εχρίσθησαν επίσημοι, όπερ δυσχεραίνει το έργο των, ή περιωρίσθησαν εις μικρά τινα ζητήματα. Η ανάγκη του Πανελληνίου Συνεδρίου ήτο τόση, ώστε ανεκούφισε την εθνικήν ψυχήν, ως δυνάμεθα να κρίνωμεν από τα άρθρα του Τύπου, τας οποίας ελάβομεν, από τον ενθουσιασμόν των Σωματείων ν' ανταποκριθώσιν εις την πρόσκλησίν μας.
Αδίκως ενομίσθη ότι ηδύνατο να δυσχεράνη την Κυβέρνησιν, δημιουργούν προστριβάς προς τους Συμμάχους. Το εναντίον. Το Συνέδριον θα είχε σκοπόν να συσφίγξη τους δεσμούς, οι οποίοι μας ενώνουν προς τους Συμμάχους λαούς και να καταστήσουν αρρήκτους τους δεσμούς του, τους δια καλής συνεννοήσεως, εάν δε πρόκειται να μας μισήσουν οι Σύμμαχοι, διότι αναφέρομεν το όνομα της Κύπρου και της Ρόδου εις τας Αθήνας, τότε πηγαίνομεν τυφλά εις τον πόλεμον και διατρέχομεν τους μεγαλυτέρους κινδύνους. Το ζήτημα δε της Κύπρου, των Δωδεκανήσων και της Β. Ηπείρου δεν αφορά μόνον τους εκ των μερών τούτων καταγομένους, αλλ' αφορά και αυτόν τον ελεύθερον Ελληνικον λαόν, όστις πηγαίνει να θυσιασθή και πρέπει να είναι βέβαιος, εάν οι Σύμμαχοί μας είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν πρώτοι τα Εθνικά μας Δίκαια.
Ημείς οι εκτός της εξουσίας πατριώται είμεθα ανήσυχοι από όσα βλέπομεν και ακούομεν.
Εις όλα τα διαγγέλματα, εις όλους τους λόγους, εις όλα τα Συνέδρια, εις όλας τας αποφάσεις, ουδαμού σχεδόν έγινε μνεία των Ελληνικών Δικαίων. Το κορύφωμα εις την απαισιοδοξίαν επέφερε το Διάγγελμα της 1ης Μαρτίου του Λόϋδ Τζώρτζ, όστις συγχαίρει τον Ελληνικόν λαόν, ότι πηγαίνει να θυσιασθή υπέρ της ανθρωπότητος.
Περί Ελληνικών Δικαίων ούτε μνείαν κάμνει και όμως δεν υπήρχε λαμπροτέρα ταύτης ευκαιρία.
Φοβούμεθα ότι τα πράγματα θα εκτυλιχθώσιν ως εξής:
Εάν οι Σύμμαχοι νικήσουν νίκην μεγάλην, ο Ελληνισμός κάτι βέβαια θα πάρη.
Υπάρχει όμως ο φόβος ότι Βούλγαροι και Τούρκοι ανατρέποντες τότε τας Κυβερνήσεις των, θα ζητήσουν να έλθουν εις ιδιαιτέρας συμφωνίας με την Αντάντ, όπως περισωθούν. ΄Ολαι αι δηλώσεις, και αυτής της Αμερικής, προδικάζουν ότι Βούλγαροι και Τούρκοι θα γίνουν δεκτοί παρά των Συμμάχων μετά χαράς οιανδήποτε στιγμήν και αν προσέλθουν, διότι η συμμετοχή των θα συντομεύση μεγάλως τον αγώνα. Ο Ελληνικός στρατός και νικητής εάν είναι, θα διαταχθή να επιστρέψη προς τα οπίσω, όπως επέστρεψεν από την Θράκην κατά το 1913. Η Ελλάς θα αρκεσθή τότε μόνον με την επανάκτησιν της Α. Μακεδονίας. Η Αγγλία κρατούσα την Μεσοποταμίαν, Αραβίαν, Παλαιστίνην, προς παρηγορίαν θα μας δώση τότε την Κύπρον, προσπαθούσα να σώση την κατάστασιν.
Περί Β. Ηπείρου και Δωδεκανήσων ούτε καν θα γίνη λόγος.
Χειρότερα υπάρχει κίνδυνος να πάθωμεν, εάν ο αγών ήθελε τελειώσει δια σχετικής νίκης των Συμμάχων ή δια τινος συμβιβασμού. Η γλώσσα της διπλωματίας θα αλλάξη την στιγμήν, κατά την οποίαν δεν θα είμεθα πλέον αναγκαίοι στρατιωτικώς. Θα λεχθή τότε, ότι ο Ελληνικός λαός δεν δύναται να ελπίζη περισσότερα, τοσαύτα πράγματα παρασχών εις τους Συμμάχους υπό τον Κωνσταντίνον και προσελθών εις τον αγώνα αναγκαστικώς την τελευταίαν στιγμήν. Βεβαίως, διαφορετική θα ήτο η θέσις του Ελληνισμού εάν η Ελλάς έμενεν ηνωμένη και εφηρμόζοντο αρχήθεν αι μεγάλαι ιδέαι του ενδόξου Προέδρου της Κυβερνήσεως.
Σήμερον έχομεν να αντιμετωπίσωμεν την κατάστασιν όπως εδημιουργήθη κατόπιν των ατυχών συμβάντων και να σκεφθώμεν ότι η εξωτερική επιτυχία δεν είναι αναγκαία μόνον δια την σωτηρίαν του έξω Ελληνισμού, αλλά και δια την ησυχίαν του ελευθέρου Ελληνικού λαού, διότι πάσα εξωτερική αποτυχία θα έχη ως συνέπειαν δεινάς εις το εσωτερικόν συμφοράς. Ίνα εδραιωθή το καθεστώς και μη περιπέσωμεν εις εμφύλιον σπαραγμόν πρέπει να καταγάγωμεν μεγάλην εις το εξωτερικόν επιτυχίαν.
Το Πανελλήνιον Συνέδριον θα εξήγε τον Ελληνικόν λαόν από την σημερινήν παθητικήν του θέσιν και θα τον εξύψου εις το επίπεδον των μεγάλων λαών της Ευρώπης και Αμερικής.
Δεν είναι πλέον δυνατόν να λέγεται ότι εάν αναφέρωμεν εις τας Αθήνας την Κύπρον και τα Δωδεκάνησα θα δυσαρεστηθή η Αγγλία και η Ιταλία. Ίσως να συνοφρυωθούν μερικοί Διπλωμάται, αλλ' άμα μας εννοήσουν οι Σύμμαχοι λαοί, ο Ελληνικός αγών θα στεφθή υπό επιτυχίας.
Αφήσατέ μας να έλθωμεν εις επικοινωνίαν με τους ελευθέρους λαούς των Συμμάχων, μεγάλαι ωργανωμέναι μάζαι προς μεγάλας ωργανωμένας μάζας.
Ειδικώτερον  όσον αφορά τα Δίκαια του Ελληνισμού, έχομεν τας εξής σκέψεις.
Η Ελλάς υπεράνω όλων, διπλωματικώς, στρατιωτικώς προπαγανδικώς, οφείλει να εργασθή δια την Θράκην. Άνευ της Θράκης δεν δύναται να υπάρξη μεγάλη Ελλάς.
Χώρα καθαρώς Ελληνική εγκατελείφθη υφ' ημών, μετά την Συνθήκην του Βουκουρεστίου εις την Βουλγαρικήν απορρόφησιν και την καταστροφήν. Κατευχαριστημένοι από τα ανελπίστως κτηθέντα, εγκατελείψαμεν τα υπόλοιπα εις τους Τούρκους και τους Βουλγάρους.
Απεδέχθημεν ως κάτι μοιραίον τον εκβουλγαρισμόν της Θράκης και την ερήμωσιν της Μ. Ασίας. Ούτε μία καν φωνή διαμαρτυρίας ηκούσθη. Η Θράκη είναι η γέφυρα προς την Κωνσταντινούπολιν και την Μ. Ασία, είναι ο φραγμός της καθόδου των Βουλγάρων εις το Αιγαίον.
Το Αιγαίον πρέπει να μείνη αντί πάσης θυσίας Ελληνική θάλασσα. Όλα τα άλλα ημπορούμεν να τα χάσωμεν, αλλ' εάν χάσωμεν την Θράκην, ο Ελληνισμός θα ζήση βίον αβίωτον.
Μετά την Θράκην έρχεται η Μικρά Ασία. Εάν αποφασισθή η διατήρησις της Τουρκίας, πρέπει να εργασθώμεν όπως όλοι οι πρόσφυγες επιστρέψουν, όλα τα κτήματά των αποδοθούν και το Ελληνικόν γένος εξασφαλίση την αυθυπαρξίαν του. Με την Θράκην Ελληνικήν και με ισχυρόν Ελληνισμόν εις την Μικράν Ασίαν θα γίνωμεν αναμφιβόλως μίαν ημέραν κύριοι της Κωνσταντινουπόλεως.
Μετά την Θράκην και την Μικράν Ασίαν το ζήτημα της Κύπρου, των Δωδεκανήσων και της Βορείου Ηπείρου είναι δευτερευούσης σημασίας.
Η Κύπρος είναι η πλέον εκ των αλυτρώτων προνομιούχος Ελληνική χώρα, μία μεγάλη εθνική δύναμις προς την Ασίαν και την Αφρικήν· δεν υπάρχει  δε φόβος να πάθη τι εθνικώς υπό την Αγγλικήν Διοίκησιν. Υπάρχουν μάλιστα και πολλοί Κύπριοι, οι οποίοι δεν βιάζονται και τόσον πολύ να απολαύσουν των αγαθών της Ελληνικής κακοδιοικήσεως!
Αλλ' ο σημερινός πόλεμος πρέπει να λήξη με την αποκατάστασιν όσον το δυνατόν περισσοτέρων Ελληνικών μερών δια να δυνηθώμεν να επιληφθώμεν του έργου της εθνικής αναδημιουργίας. Διότι ο πολιτικός μας οργανισμός πρέπει εκ βάθρων να μεταρρυθμισθή και το έθνος να εισέλθη σύσσωμον εις το έργον της εσωτερικής αναγεννήσεως. Εάν η Κύπρος δεν ενωθή σήμερον με την Ελλάδα, θα μένη ένα εκκρεμές ζήτημα, το οποίον θα πικραίνη τας σχέσεις μας προς την Μεγάλην Βρεττανίαν, φυσικήν σύμμαχον του Ελληνισμού. Εάν η Αγγλία προσφέρη σήμερον την Κύπρον εις την Ελλάδα, θα ισχυροποιήση προς τοις άλλοις την Κυβέρνησιν εις την συνείδησιν του Ελληνικού λαού, θα ενθουσιάση τον στρατόν μας, θα απηχήση, δε η προσφορά εις όλον τον κόσμον, ως η ευγενεστέρα πράξις των Συμμάχων.
Ιδού ότι οι Σύμμαχοι εφαρμόζουν πρώτοι τας μεγάλας Αρχάς, υπέρ των οποίων κηρύττουν ότι αγωνίζονται.
Αυτά τα πράγματα ήθελε να κάμη το Συνέδριον χωρίς κανέν εχθρικόν πνεύμα προς την Αγγλίαν, από την οποίαν τόσα ελπίζομεν την στιγμήν ταύτην. Οι Άγγλοι δε έχουν τούτο το αγαθόν, ότι γνωρίζουν να σέβωνται και εκτιμούν εκείνους, οι οποίοι τους ομιλούν με θάρρος και ειλικρίνειαν.
Λεπτότερον είναι το ζήτημα προκειμένου περί των Δωδεκανήσων και της Ηπείρου, ως εκ του μεγάλου φανατισμού της ιταλικής πολιτικής. Αλλ' ημείς θα απευθυνθώμεν προς τον ιταλικόν λαόν, δια να του εξηγήσωμεν τα Δίκαιά μας και ότι η Ιταλία, καταπατώσα τα δικαιώματά μας, παρασκευάζει νέαν πηγήν συμφορών δια την Ανατολήν. Εάν η Ιταλία πρόκειται να φύγη από την Αλβανίαν καλύτερα να είμεθα ημείς, παρά οι Αυστριακοί. Η άμεσος ανακατοχή της Βορείου Ηπείρου ενδείκνυται.
Όταν δια τα Δωδεκάνησα αδύνατον ο Ελληνικός λαός να ανεχθή τον εκλατινισμόν των. Αξίζουν τον κόπον ολίγα νησιά όπως δηλητηριασθούν εις το μέλλον αι αδελφικαί ιταλοελληνικαί σχέσεις; Δικαιούμεθα να φωνάξωμεν, ότι ο Ελληνισμός έχει δικαίωμα να ελευθερωθή ολόκληρος, όπως η Ιταλία του Γαριβάλδη(41) και του Ματσίνη(42). Οι λαοί θα εγερθούν όπως καταρρίψουν απαισίας διπλωματίας, αδύνατον δε να μη θριαμβεύση εις το τέλος η φωνή του δικαίου.
Ποία είναι αυτή η διπλωματία, η οποία δύναται να μας εμποδίζη εις τας Αθήνας να ομιλώμεν περί  Κύπρου και Ρόδου;
Το Πανελλήνιον Συνέδριον ήθελε να φέρη προ των λαών της Ευρώπης και της Αμερικής τα μεγάλα Εθνικά μας ζητήματα.
Πιθανόν να αντιλεχθή ότι όσα λέγομεν ανωτέρω είναι γνωστά, αλλ' ότι δεν δυνάμεθα να έχωμεν ακόμη φωνήν.
Ας μας επιτραπή να νομίζωμεν ότι η στιγμή επέστη να ανακτήσωμεν την φωνήν μας. Δυστυχώς εις τον κοινωνικόν, πολιτικόν και διπλωματικόν μας βίον ημείς οι Έλληνες συνηθίσαμεν να πτοώμεθα προ παντός ξένου. Η διπλωματία μας ηθέλησε πάντοτε να προλαμβάνη και τας μη καν εκδηλουμένας επιθυμίας των ξένων πρέσβεων. Πόσας φοράς δεν εθυσιάσθησαν οι Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας, μήπως τυχόν και συνοφρυωθή η Α. Ε. ο Πρεσβευτής της Βουλγαρίας!..
Και όμως οι Βούλγαροι, διότι είχον μέσα των ζωήν και σθένος, ποσάκις δεν αντιμετώπισαν και αυτούς τους Πρέσβεις της Αγγλίας και της κραταιάς και προστάτιδος Ρωσσικής Αυτοκρατορίας.
Ποίος Πρεσβευτής δύναται να μου απαγορεύση να ομιλώ περί Κύπρου εις τας Αθήνας; Δεν το πράττω ως Κύπριος μόνον, αλλά και ως Έλλην πολιτευόμενος. Πρέπει να μεταβώ εις το Πεκίνον δια να φωνάξω δια την Κύπρον; Ή μήπως ανακατεύομαι με την Ιρλανδίαν;
Υπήρξα και είμαι ο μεγαλύτερος φίλαγγλος, αλλ' ως Κύπριος πολιτευόμενος, ηγούμενος από εικοσιπενταετίας του ενωτικού κινήματος, φρονώ ότι η Αγγλία επέστη η στιγμή να παραχωρήση την Κύπρον εις την Ελλάδα.
Η εχθρική στάσις των εν Κύπρω Αγγλικών Αρχών προς τον αγώνα των Φιλελευθέρων και η υπερευαισθησία του λόρδου Γκράνβιλ(43) δι' ό,τι αφορά την Κύπρον, είναι σημεία ανησυχητικά.
Χάρις εις ολίγους Έλληνας πατριώτας διετηρήθη άσβεστον το πυρ της Μεγάλης Ιδέας εν τω μέσω τόσων συμφορών του παρελθόντος.
Το Πανελλήνιον Συνέδριον δεν είχε σκοπόν ούτε να δυσχεράνη το έργον της Κυβερνήσεως, ούτε συμβουλάς καν να δώση, αλλ' απλώς να διεκδικήση το Δικαίωμα το οποίον έχει ο Ελληνικός λαός να καταστή ισότιμος των λαών των Συμμάχων και να μη θεωρήται ως στρατός μισθοφόρων. Εις τας χείρας της Κυβερνήσεως το Πανελλήνιον Συνέδριον θα απέβαινεν ενίσχυσις, διότι δι' αυτού θα καθίσταντο εις όλον τον κόσμον γνωστοί οι δίκαιοι και νόμιμοι πόθοι μας.
Ελπίζομεν δια ταύτα ότι το Πανελλήνιον Συνέδριον δεν εναυάγησεν οριστικώς, αλλ' ότι η Κυβέρνησις εκτιμώσα καλύτερον τας σκέψεις μας και συνεννοουμένη εν ανάγκη μεθ' ημών δι' ό,τι νομίζει ότι δύναται να βλάψη μας αφήση εις την έμπνευσίν μας.

Μετά σεβασμού και υπολήψεως


Γ.Σ. ΦΡΑΓΚΟΥΔΗΣ

Αθήναι τη 14η Μαρτίου 1918

 

Προσεπάθησα όσον ήτο δυνατόν να πείσω την Κυβέρνησιν να επιτρέψη το Συνέδριον, αλλ' εστάθη αδύνατον. Όλοι μου έλεγον, ότι είχα δίκαιον, αλλ' ότι δεν ημπορούσαν να τα βάλουν με τον Βενιζέλον. Αι εφημερίδες, αίτινες εχαιρέτισαν το Συνέδριον δι' ενθουσιωδών άρθρων, δεν ηθέλησαν την επαύριον της απαγορεύσεως να κάμουν ουδεμίαν συζήτησιν, εκτός των δύο ανεξαρτήτων φύλλων, "Νέας Ελλάδος" και "Ριζοσπάστου".
Εζήτησα ένα Βουλευτήν, όπως κάμη επερώτησιν εις την Βουλήν και προκαλέση συζήτησιν, αλλ' εκείνοι εις τους οποίους απετάθην μου είπον "έχεις καθ' όλα δίκαιον, αλλά δεν θέλουμε να τα χαλάσουμε με τον Βενιζέλον". Συνέβη δε και το εξής νόστιμον. Μέλος της επιτροπής των Αλυτρώτων θέλον να φανή ότι το Συνέδριον διωργάνωνεν η Αντιπολίτευσις, έβαλεν ένα Βουλευτήν εκ των αντιδραστικών να κάμη επερώτησιν εις την Βουλήν, δια να δώση ευκαιρίαν εις τον Βενιζέλον να κατακεραυνώση το Συνέδριον. Εννοήσας το τέχνασμα έσπευσα αμέσως και παρεκάλεσα τον Βουλευτήν να αποσύρη την επερώτησιν και εβεβαίωσα την Κυβέρνησιν, ότι το Συνέδριον προήλθεν από τους Φιλελευθέρους και ότι είμεθα πολλοί οι δυσαρεστημένοι από την εσωτερικήν τε και εξωτερικήν πολιτικήν της Κυβερνήσεως.

 

ΘΡΑΚΗ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ

Προσεπάθησα να δημιουργήσω κέντρον αντιδράσεως κατά της εξωτερικής πολιτικής της Κυβερνήσεως, αλλ' εστάθη αδύνατον να εύρω περισσότερον των δύο σημαινόντων προσώπων, τα οποία να θέλουν να έλθουν εις ρήξιν προς την Κυβέρνησιν. Περιωρίσθην λοιπόν εις δημοσιογραφικάς επικρίσεις εφ' όσον η λογοκρισία επέτρεπεν, επιμένων ιδίως εις το ζήτημα της Θράκης δια την οποίαν εδημοσίευσα εις την "Πατρίδα" της 8ης Απριλίου το κύριον άρθρον "Υπεράνω όλων η Θράκη".
Την επαύριον ο Βενιζέλος μου εμήνυσε δια του υπουργού Σίμου: "Ειπέ εις τον Φραγκούδην να παύση τον περί Θράκης ιμπεριαλισμόν του". Η Ελληνική διπλωματία είχεν εύρει την ξενικήν αυτήν λέξιν, δια να πολεμή την Μεγάλην Ιδέαν και την απελευθέρωσιν του Ελληνικού Έθνους.
Ιμπεριαλισταί είναι οι Ιταλοί, οι οποίοι θέλουν να καταλάβουν ξένας χώρας, οι Βούλγαροι οίτινες εδημιούργησαν Μεγάλην Βουλγαρίαν εις βάρος της Μεγάλης Ελλάδος. Και οποίοι ιμπεριαλισταί. Και όχι ημείς, οίτινες θέλομεν να σώσωμεν τα σπουδαιότερα κέντρα της μεγάλης Ελληνικής κληρονομίας. Ιμπεριαλισταί θα ήμεθα μόνον εάν ηθέλαμεν να κατακτήσωμεν την Ρουμανίαν, διότι υπάρχουν εκεί 100.000 Έλληνες, αποτελούντες ισχυρόν εκπολιτιστικόν στοιχείον, και διότι από της εποχής της αλώσεως η Ρουμανία κατέπιεν 1.000.000.000 Ελλήνων. Εάν ηθέλομεν να κατακτήσωμεν την Βουλγαρίαν, διότι όλαι αι πόλεις ήσαν ακραιφνώς Ελληνικαί. Εάν ηθέλομεν να καταλάβωμεν την Αί-γυπτον, διότι η Αλεξάνδρεια είναι Ελληνική και ανθούν παρά τον Νείλον τόσαι Ελληνικαί παροικίαι. Αλλ' ιμπεριαλισταί διότι θέλομεν να σώσωμεν την Ελληνικωτάτην Θράκην από τους Βουλγαρικούς λύκους;
Και διότι ήμην ιμπεριαλιστής μου ηρνήθησαν την εις Ευρώπην αποστολήν, όπου θα ηδυνάμην να διοργανώσω εγκαίρως την εθνικήν προπαγάνδαν.
Δια τους αυτούς λόγους είχεν απαγορευθή προ του Πανελληνίου και το Πανπροσφυγικόν Συνέδριον, το οποίον ηθέλησαν να διωργανώσουν εγκαίρως οι πρόσφυγες της Μ. Ασίας και Θράκης, διότι το επολέμησεν η επιτροπή των Αλυτρώτων, την οποίαν διηύθυνεν ο Κυριακίδης, δυνάμει δωρεάς 50.000 δραχμών.
Επιθυμών όπως το ζήτημα της Θράκης καταστή προ παντός το ζήτημα της ημέρας, προσήγγισα όλους τους σημαίνοντας Θράκας, οι οποίοι μου είπον ότι είχον εντολήν από την Κυβέρνησιν να εργασθούν επί σχεδίου αυτονομίας της Θράκης, διότι η ένωσις ήτο αδύνατος. Αντί δηλαδή να ζητώμεν το όλον ίσως λάβωμεν μέρος η πολιτική μας ήτο να ζητώμεν ολίγα δια να μη λάβωμεν τίποτε. από της υπάρξεως της διπλωματίας πρώτην φοράν εγίνετο πολιτική τοιούτου είδους.
Το Υπουργείον των Εξωτερικών, του οποίου αι θύραι έπρεπε να είναι ορθάνοικτοι εις τους ολίγους πατριώτας, οίτινες εκράτουν αναμμένον τον λύχνον της Μεγάλης Ιδέας, δεν είναι παρά μία γραφειοκρατία και δεν εμπνέεται από καμμίαν υψηλήν ιδέαν. Τα ζητήματα του πρωτοκόλλου των παρασήμων, των προαγωγών, καταλαμβάνουν όλας τας σκέψεις των περιφήμων Ελλήνων διπλωματών.
Οι Βούλγαροι ζητούν και τας Αθήνας ακόμη, δια να πάρουν την Θεσσαλονίκην, την οποίαν ζητούν δια να κρατήσουν την Καβάλλαν. Οι Ιταλοί ζητούν την Σμύρνην δια να κρατήσουν την Αττάλειαν. Ημείς αντί να ζητούμεν την Ανατολικήν Ρωμυλίαν δια να πάρωμεν τουλάχιστον την Θράκην, εξεγράψαμε προ πολλού την Αγχίαλον και Φιλιππούπολιν, τον Πύργον, την Βάρναν. Αδιαφορούντες και δι' αυτάς τας διαρπαγάς των εκκλησιών, των ελληνικών σχολείων, διά την ζωήν των χιλιάδων Ελλήνων της παλαιάς Βουλγαρίας, ηρχίσαμεν τώρα να συνειθίζωμεν και με την απώλειαν της Θράκης. Διότι αλλέως πώς θα επετυγχάνετο η Ομοσπονδία των λαών του Αίμου; Ας σημειωθή εν παρόδω, ότι οπαδός της Ομοσπονδίας αυτής ήτο και ο προσφιλής του Βενιζέλου Τάκης Ιωννέσκος -ο γνωστός Κουτσόβλαχος- όστις υπήρξεν ο υποκινητής των καταδιώξεων των Ελλήνων κατά το 1906 εν Ρωμανία, αίτινες έδωσαν το σύνθημα και των αμέσως κατόπιν εν Βουλγαρία καταδιώξεων, διότι Ομοσπονδίαν εννόει ρουμανικήν ηγεμονίαν. Επί τέλους απεφασίσθη να σταλή, όταν πλέον ήρχισε να τελειώνη ο πόλεμος, μία αποστολή εις Αμερικήν, έχουσα επί κεφαλής τον Μητροπολίτην και πλησίον τον εφοπλιστήν Κυριακίδην.
Αλλά και η αποστολή αύτη εστάλη χωρίς πρόγραμμα και χωρίς ορισμένας οδηγίας, συνέβη δε τελευταίως το εξής κωμικοτραγικόν. Ο Κυριακίδης έχων οδηγίας να ομιλήση υπέρ της αυτονομίας της Θράκης, εξεφώνησεν εις την Αμερικήν λόγον Περί σχεδίου αυτονομίας, όστις λόγος ήρχετο εις Αθήνας καθ' ην ώραν οι Θράκες είχον λάβει τέλος πάντων την άδειαν, την δωδεκάτην παρά πέντε λεπτά, να φωνάξουν περί ενώσεως. Τον Αύγουστον ο Βενιζέλος επισκεπτόμενος το μέτωπον όπως ενθουσιάση τους στρατιώτας κατά τας παραμονάς της κατά των Βουλγάρων επιθέσεως, εξεφώνησε διαφόρους λόγους, κατά τους οποίους απέφυγε να θίξη τα εθνικά ζητήματα, καθ' ην ώραν ο στρατός επερίμενε να ακούση τι περί Μικράς Ασίας και Θράκης.
Εις τον "Ελεύθερον Τύπον" της 17 Αυγούστου εδημοσιεύθη το εξής: "Ο κ. Βενιζέλος λαβών γνώσιν ότι η "Ηχώ της Μακεδονίας" δημοσιεύσασα την πρόποσιν, ην ούτος ήγειρε κατά το υπό του Δήμου Κοζάνης παρατεθέν γεύμα, έθεσεν εις τα χείλη του την φράσιν ότι: "Η Ελλάς θα αναδιπλασιασθή και πάλιν", ηγανάκτησε ζωηρώς δια την αποδοθείσαν εις αυτόν ανακρίβειαν και ηξίωσε να γίνη η δέουσα επανόρθωσις εάν η πρόποσίς του διεβιβάσθη ούτως ανακριβώς εις Αθήνας".
Βεβαίως πρέπει να διαψεύδεται κάθε επίσημος λόγος, όστις δεν έγινεν. Αλλά διατί τόση αγανάκτησις δια λόγους οίτινες καίτοι δεν ελέχθησαν, έπρεπε όμως να λεχθούν και διατί καθ' ην ώραν ο Ελληνικός στρατός εκαλείτο να χύση το αίμα του να μη διπλασιασθή η Ελλάς, ελευθερώνουσα την Θράκην και την Μ. Ασίαν και ενουμένη με την Κύπρον και τα Δωδεκάνησα; Και ήτο δυνατόν να παρεξηγηθούν εις το Παρίσι και το Λονδίνον τοιούτοι λόγοι, εάν οι Σύμμαχοι έχουν πράγματι σκοπούς ειλικρινείς; Ή μήπως εκαλούμεθα να χύσωμεν το αίμα  μας δια να πάρη η Αγγλία την Μεσοποταμίαν και να κατορθώση η Ιταλία να φθάση εις την Τεργέστην;

 

Η ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

   Επισκεφθείς κατά την εποχήν περίπου ταύτην το Μακεδονικόν μέτωπον, αντελήφθην τα εξής: Ότι οι Σύμμαχοι εφρόντισαν να δημιουργηθή Ελληνικός στρατός τόσος όσος εχρειάζετο δια την ιδικήν των ασφάλειαν και τους ιδικούς των σκοπούς. Δεν επέτρεψαν δε να δημιουργηθή στρατός ικανός να αναλάβη εθνικήν εκστρατείαν κατά της Θράκης. Όλος ο Ελληνικός στρατός σχεδόν παρετάθη προς βορράν, όπως βοηθήση τους Σέρβους εις την ανακατάληψιν της Σερβίας. Καθ' όλον δε τον Στρυμόνα, δηλαδή εις απόστασιν 90 χιλιομέτρων, αφέθησαν μόνον 3 ελληνικαί μεραρχίαι, όσαι δηλαδή εχρειάζοντο να φυλάξουν μόλις την γραμμήν, ήσαν δε παντελώς ανίκανοι να επιχειρήσουν επίθεσιν προς ανακατάληψιν τουλάχιστον της Ανατ. Μακεδονίας, ήτις θα κατελαμβάνετο τότε μόνον, εάν ενίκων τα συμμαχικά στρατεύματα προς βορράν. Οι Άγγλοι αποσυρθέντες του Στρυμόνος συναπεκόμισαν και όλα των τα τηλεβόλα, έμειναν δε αι τρεις ελληνικαί μεραρχίαι απέναντι ισχυρού βουλγαρικού στρατού, διαθέτοντος τριπλάσια τηλεβόλα και οχυρωμένου εις φοβεράς θέσεις.
Η Μακεδονική εκστρατεία απεφασίσθη, όταν οι Σύμμαχοι ήσαν βέβαιοι, ότι η Βουλγαρία θα παρεδίδετο, διότι οι Βούλγαροι ως ευφυείς άνθρωποι εννόησαν ότι αφού οι Γερμανοί ηττώντο εις το Δυτικόν μέτωπον, συμφέρον ήτο να υποχωρήσουν το ταχύτερον και να συνδυαλλαχθούν με τους Συμμάχους, γνωρίζοντες ότι οι Άγγλοι και οι Αμερικανοί φίλοι των δεν θα τους εγκατέλειπον. Είναι γνωστόν δε ότι αφ' ης ημέρας ήρχισεν η κατά των Βουλγάρων επίθεσις δεν αφέθη να γνωσθή εν Ευρώπη όπως έπρεπεν η συμβολή του Ελληνικού στρατού εις την ήτταν των Βουλγάρων, ή ηκούοντο διαρκώς όλοι οι άλλοι, διαρκώς οι Σέρβοι, οίτινες ήσαν μόλις πεντήκοντα χιλιάδες, ενώ αι 200.000 Έλληνες δεν εγνωρίζομεν που καν ευρίσκοντο.

 

Η ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Επαίχθη δε είτε από άγνοιαν των Άγγλων δια την οποίαν πταίομεν ημείς, είτε από οργανωμένον φιλοβουλγαρισμόν το εξής: Άμα τη παραδόσει των Βουλγάρων έσπευσαν αμέσως από το Λονδίνον να μας διαβεβαιώσουν ότι η ακεραιότης της Ελλάδος ήτο εξησφαλισμένη και ότι οι Βούλγαροι θα ετιμωρούντο "μη λαμβάνοντες τίποτε". Αυτό έλειπε να πάρουν οι άτιμοι οι Βούλγαροι και την Πόλιν, διότι έλαβον τα όπλα εναντίον των Συμμάχων και εκρεούργησαν όσους ηδύναντο Έλληνας.
Επειδή δε οι Βούλγαροι εγνώριζον ότι ηδύνατο αι φρικαλεότητές των να δημιουργήσουν Θρακικόν ζήτημα, ήρχισαν να φωνάζουν ότι έπρεπε να πάρουν Ανατολικήν και Βόρειον Μακεδονίαν διότι τους ανήκει εθνολογικώς. Οι Βούλγαροι υπήρξαν, ως πάντοτε θαυμάσιοι άνθρωποι. Όταν απεφάσισαν να πολεμήσουν κατά της Αντάντ εσκέφθησαν ως εξής: "Πηγαίνομεν με τας Κεντρικάς Αυτοκρατορίας και εάν μεν επιτύχωμεν θα γίνωμεν η μεγάλη Βουλγαρία των τεσσάρων θαλασσών, εάν δε ηττηθή η Γερμανία θα καταθέσωμεν πρώτοι τα όπλα. Θα διώξωμεν τον Φερδινάνδον(44) και τον Ραδοσλαύωφ(45), οίτινες έκαμαν τον πόλεμον, θα γίνωμεν ανταντόφιλοι και με τους φίλους που έχουμεν εις την Αγγλίαν και Αμερικήν δεν θα πάθωμεν τίποτε. Το πολύ πολύ θα επανέλθωμεν εις τα παλαιά μας σύνορα. Αλλ' εν τω μεταξύ θα φάμε τα εκατομμύρια των Γερμανών και θα εξολοθρεύσωμεν όσον περισσοτέρους δυνάμεθα Σέρβους και Έλληνας".
Μήπως φεύγοντες από την Ανατολικήν Μακεδονίαν δεν έλεγον εις τους δυστυχείς επιζώντας:
"Φεύγομεν αφού εκάμαμεν εκείνο που ηθέλαμεν και θα επανέλθωμεν".
Διατί να μη επανέλθουν αφού ημείς είμεθα άνθρωποι του Ευαγγελίου και δεν ξεύρομεν τί είναι τα αντίποινα; Είμεθα δε πρόθυμοι χάριν της Βαλκανικής Ομοσπονδίας να τους ξαναδώσωμεν την Ανατολικήν Μακεδονίαν. Αλλ' αφού οι Βούλγαροι συνετρίβησαν και έπρεπεν η Κυβέρνησις να προβή εις δηλώσεις, φέρουσα προ της Ευρώπης επισήμως τα Δίκαια του Ελληνισμού, ο Υπουργός των Εξωτερικών Πολίτης ομιλών προς ξένον δημοσιογράφον ("Τα Γαλλο-Ελληνικά Χρονικά" 16/29 Σεπτεμβρίου) είπε: "Θα ζητήσωμεν από το Συνέδριον της Ειρήνης όπως η Ήπειρος, η Μακεδονία, η Θράκη, αι νήσοι και η Ελληνική Μ. Ασία δυνηθώσι ν' αναπτυχθώσιν εν πλήρει ελευθερία. Δεν εννοώ προσάρτησιν, αλλά σύστημά τι αυτονομίας ή εγγυήσεων!"
Το μισελληνικόν "Εγγύς Ανατολή" του Λονδίνου έλαβεν αμέσως υπό σημείωσιν τας εκπληκτικάς ταύτας δηλώσεις. Πράγματι τοιαύτην γλώσσαν και κατά τοιαύτην στιγμήν έπρεπε να μεταχειρισθή η Κυβέρνησις του Βενιζέλου, να μας δώσουν εγγυήσεις οι Τούρκοι και Βούλγαροι, ότι δεν θα βλάψουν τους Έλληνας, ομοίας με τας εγγυήσεις που μας έδωσε το Συνέδριον του Βερολίνου!..
Και ο Βενιζέλος μεταβάς τελευταίως εις Λονδίνον και Παρισίους εκήρυξεν μόλις έφθασε, κατά τα εκείθεν τηλεγραφήματα, ότι η Ελλάς δεν απαιτεί τίποτε από τους Συμμάχους και ότι θα γίνη ευχαριστημένη με ό,τι της δώσουν". "Πατρίς" 10 Οκτωβρίου).
Γνωρίζω ότι ένας πολιτικός δύναται να λέγη άλλα και να πράττη άλλα, αλλά την Κυβέρνησιν την είδομεν απ' αρχής της κρίσεως, να ακολουθή και εις τας δηλώσεις της και εις τας ενεργείας της πολιτικήν, εξασθενούσαν την εθνικήν υπόθεσιν. Υπάρχουν δε στιγμαί κατά τας οποίας τοιαύται δηλώσεις αποτελούν εγκατάλειψιν των Εθνικών Δικαίων διότι είναι επίσημοι διακηρύξεις εθνικής πολιτικής επισήμων του Έθνους ηγετών.
Κατά τας τελευταίας ταύτας εβδομάδας η Κυβέρνησις φαίνεται αλλάξασα πολιτικήν και ήρχισε να εννοή ότι εάν δεν εκάμναμεν ολίγον θόρυβον εκινδυνεύαμεν να ίδωμεν τους Βουλγάρους επανερχομένους εις την Καβάλλαν.

 

ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑΝ ΣΤΙΓΜΗΝ

Αλλά τα συνέδρια, τα συλαλλητήρια, αι αποστολαί, η αρθρογραφία υπέρ της Θράκης και Μ. Ασίας έπρεπε να είχον οργανωθή προ πολλού και να είχε ψηθή το Θρακικόν και Μικρασιατικόν ζήτημα, όπως εψήθη εγκαίρως το Πολωνικόν, το Αρμενικόν, το Τσεχικόν, το Νοτιοσλαυικόν ζήτημα. Την παραμονήν ακόμη του Συλλαλητηρίου των εν Αθήναις Αλυτρώτων (14 Οκτωβρίου) δεν είχον αποφασίσει εάν έπρεπε να ζητηθή η ένωσις της Θράκης ή η αυτονομία.

 

ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΣ

Το Έθνος θα δρέψη τους καρπούς της πολιτικής του και θα υποστή τας συνεπείας των κακών του Κυβερνήσεων, διότι είναι άξιον των Κυβερνήσεων, τας οποίας έχει. Περί του Βενιζέλου μάλιστα ελέχθη ότι είναι κάτι περισσότερον από ό,τι αξίζει ο Ελληνισμός.
Εν τούτοις, εάν η Ελλάς εξέλθη του πολέμου τούτου χωρίς να εξασφαλίση την ελευθερίαν των αλυτρώτων αδελφών, ο Βενιζέλος θα έχη να απαντήση εις το εξής ερώτημα που θα του θέσουν οι εχθροί του:
- "Αφού λοιπόν επρόκειτο να μη πάρωμεν τίποτε, διατί να υποστώμεν τόσας συμφοράς και να χύσωμεν τόσον αίμα;" Θα απαντήση βεβαίως:
- "Ας εβγαίναμεν τον καιρόν που σας έλεγα δια να ελευθερώσωμεν την Μικράν Ασίαν. Τώρα θα τιμωρηθώμεν δια την κακήν μας πολιτείαν". Θα του απαντήσω εγώ:
- "Αλλά διατί να μη τιμωρηθούν και οι Βούλγαροι, οίτινες έλαβον τα όπλα εναντίον της ευεργέτιδος Ρωσσίας, της προστάτιδος Αγγλίας, της ευγενούς Γαλλίας; Ιδού ότι ημείς επανορθώσαμεν τουλάχιστον το λάθος μας, ότι συνετελέσαμεν εις την νίκην των Συμμάχων, ότι εχύσαμεν το αίμα μας μαζί τους, ότι εφέραμεν τους Σέρβους εις το Βελιγράδιον των, και εφθάσαμεν μετ' αυτών μέχρι Δουνάβεως. Εάν ο ελληνικός λαός έσφαλε πλανηθείς, περισσότερα σφάλματα έπραξαν οι Σύμμαχοι". Αλλά και αν έπταισε το Ελληνικόν Βασίλειον, τί έπταισαν οι δυστυχείς υπόδουλοι πληθυσμοί της Θράκης και της Μ. Ασίας; Είναι καλά αυτοί σφαγμένοι, διότι παρεφρόνησεν ο Κωνσταντίνος, ή διότι οι Έλληνες της Ελλάδος παρασυρθέντες δεν ήθελον να πολεμήσουν;
Τί Ευρώπη χριστιανική, φιλελεύθερος, δημοκρατική, σοσιαλιστική, είναι αυτή; Και πού είναι αι Αρχαί, τας οποίας εκήρυξαν ότι θα ελευθερωθούν όλοι οι υπόδουλοι λαοί;"
Ουδείς θα απήτει από τον Βενιζέλον να επιτύχη τα αδύνατα, αλλά τον κατηγορώ ότι η πολιτική του υπήρξεν εσφαλμένη. Ότι είναι πρόθυμος να ακούη τους περί αυτόν κόλακας και μικρανθρώπους, και ουχί την φωνήν των αληθινών πατριωτών, οίτινες δεν ηθέλησαν να τον προσεγγίσουν χάριν μικροφιλοδοξιών και μικροσυμφερόντων, αλλά χάριν των υψηλών ιδεών, τας οποίας είχεν αναπετάσει εις την σημαίαν του το Κόμμα των Φιλελευθέρων.
Αλλά το Κόμμα τούτο εις μεν την εσωτερικήν Διοίκησιν κινδυνεύει να υπερβή την παλαιάν φαυλοκρατίαν, εις δε την εξωτερικήν πολιτικήν επέδειξε λιποψυχίαν και ωδηγήθη από πλάνας, αίτινες θα στοιχίσουν ακριβά εις το Έθνος.
Ο Βενιζέλος έσφαλεν, ειδικώς, τροκρατήσας με την λογοκρισίαν του την ελευθέραν σκέψιν, αφού δεν επετράπη να δημοσιευθή ούτε άρθρον μου επικρίνον την επιτροπείαν των Αλυτρώτων. Εν πάση περιπτώσει ας εργασθώμεν την τελευταίαν στιγμήν και ας πράξωμεν ό,τι είναι δυνατόν και πρέπον δια να φέρωμεν προ του Συνεδρίου της Ευρώπης όλα τα εθνικά ζητήματα, προσπαθούντες να επιτύχωμεν την καλυτέραν λύσιν.

 

ΤΙ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙ Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

Δια την Κύπρον μας διαβεβαιούν πανταχόθεν ότι θα γίνη Ελληνική και έχομεν λόγους να πιστεύωμεν ότι η Αγγλία είναι υποχρεωμένη να την παραδώση εις την Ελλάδα. Εις τους Κυπρίους απόκειται να φροντίσουν όπως ενούμενοι μετά της Ελλάδος μη χάσουν όλα τα αγαθά με τα οποία τους επροίκισεν η Αγγλική διακυβέρνησις.
Η Ιταλία ώφειλε να είχεν ήδη εκκενώσει την Β. Ήπειρον και δηλώσει ότι τα Δωδεκάνησα θα εγίνοντο μετά τον πόλεμον Ελληνικά. Εάν δεν θελήση να ικανοποιήση τοιουτοτρόπως τας Ελληνικάς αξιώσεις επί χωρών ακραιφνώς Ελληνικών, είναι ζήτημα τιμής δια τους Συμμάχους να αναγκάσουν την Ιταλικήν διπλωματίαν εις τούτο. Ο δε Ιταλικός λαός ας μάθη ότι η διπλωματία του έκαμεν όλους τους Έλληνας ανεξαιρέτως Κόμματος να μισούν μετά τους Βουλγάρους τους Ιταλούς. Το συμφέρον δε αμφοτέρων των λαών απαιτεί όπως το μίσος τούτο αρθή το ταχύτερον.
Περί της Θράκης, εγράψαμεν τόσα, ώστε εξηντλήσαμεν το ζήτημα. Η προσάρτησις της Θράκης εις την Ελλάδα πρέπει να είναι το α και το ω της πολιτικής μας.
Προ της Βουλγαρικής κατακτήσεως η Θράκη εν τω συνόλω της, δηλαδη η νυν Βουλγαρική και Τουρκική, είχε 450.000 περίπου Έλληνας, 500.000 Μουσουλμάνους και 200.000 μόλις Βουλγάρους και τούτου, επήλυδας. Εν τίνι δικαίωματι οι 100.000 Βούλγαροι θα κατέκτων 1.000.000 Ελλήνων και Τούρκων; Εν τίνι δικαιώματι οι Βούλγαροι θα εξολοθρεύσουν 1.000.000 πληθυσμόν, ο οποίος έχει τόσα ιστορικά δικαιώματα επί της χώρας ταύτης; Δύναται να αντιλεχθή ότι η ύπαρξις τόσου Μουσουλμανικού πληθυσμού, αντιστρατεύεται εις την ιδέαν της προσαρτήσεως αλλ' η στιγμή αυτή είναι εκείνη, την οποίαν επερίμενεν ο Χριστιανικός κόσμος, όπως αι ορδαί των Μουσουλμάνων, αίτινες κατέστρεψαν και κατεδυνάστευσαν την Ανατολήν επί τόσους αιώνας επανέλθουν εις την Ασίαν. Όλοι οι Τούρκοι δέον να συγκεντρωθούν εις τα μέρη εκείνα της Ασίας, ένθα επικρατούν και ένθα δύνανται και αυτοί να ζήσουν σχηματίζοντες Κράτος, κατά τας νεωτέρας αντιλήψεις, όσοι δε Τούρκοι μείνουν εν Θράκη, θα ζήσουν ανενόχλητοι υπό την Ελληνικήν Διοίκησιν, ήτις όσον αφορά την ανεξιθρησκείαν, ομοιάζει προς την Αγγλικήν.
Δυστυχώς φοβούμεθα ότι, όπως διεχειρίσθη η Κυβέρνησις αρχήθεν το Θρακικόν ζήτημα, και με τον εν Αγγλία και Αμερική υπάρχοντα φιλοβουλγαρισμόν, δια την Βουλγαρικήν Θράκην δεν θα γίνη τίποτε, και ο Ελληνισμός αν θέλη να επανακτήση την πολύτιμον ταύτην χώραν θα αναγκασθή να κάμη νέον πόλεμον, διότι και αν δεν θέλη να τον κάμη ο ίδιος, θα του τον κηρύξη η Βουλγαρία, κατερχομένη να κατακτήση την Θεσσαλονίκην.
Όσον αφορά την Μ. Ασίαν, είμαι πλέον αισιόδοξος, διότι αν μεν διαμελισθή η Τουρκία, δεν αμφιβάλλω ότι οι Σύμμαχοι θα δώσουν εις την Ελλάδα τα ακραιφνώς Ελληνικά αυτής μέρη, εάν δε διατηρηθή η Τουρκία, η φυλή θα περισωθή και αυτό είναι το σπουδαιότερον, αφού ημείς οι Έλληνες είμεθα καταδικασμένοι να είμεθα διαρκώς διεσπαρμένοι και διαρκώς βασανισμένοι.
Αλλά και με τους Σέρβους πρέπει να έλθωμεν εις κάποιαν συνεννόησιν.
Η Σερβία πρόκειται να γίνη μέγα Βασίλειον και είναι δίκαιον όπως η γραμμή Δοϊράνης-Γευγελής-Μοναστηρίου δοθή εις την Ελλάδα, όχι μόνον διότι είναι γραμμή καθαρώς Ελληνική, αλλ' αποτελεί τα μόνα ισχυρά σύνορα Ελλάδος - Σερβίας και Βουλγαρίας. Η Στρώμνιτσα εκήρυξαν ήδη την ένωσίν της με την Ελλάδα.
Μένει ακόμη δια τον Ελληνισμόν το ζήτημα της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Εις το Συνέδριον της Ειρήνης πρέπει να δοθώσιν εγγυήσεις ότι οι Έλληνες της Βουλγαρίας θα έχουν δικαίωμα ιδιοκτησίας, σχολείων, εθνικής εκκλησίας.
Όλα τα αρπαγέντα κτήματα πρέπει να επιστραφούν. Εάν οι Βούλγαροι αλλάξουν κεφαλήν, υπάρχει έδαφος συνεννοήσεως. Οφείλομεν επίσης να λάβωμεν φροντίδα, όπως ασφαλισθή ο εθνισμός όλων των Ελλήνων, όσοι εκ τούτων ήθελον μείνει ή υπαχθή υπό ξένην κυριαρχίαν, έχομεν προ παντός κολοσσιαία συμφέροντα εν Συρία και Παλαιστίνη, όπου το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων αποτελεί μίαν ιστορικήν δόξαν δια τον Ελληνισμόν.
Πρόσωπον κατέχον την επισημοτέραν θέσιν εν Αιγύπτω μου έλεγε πέρυσιν, ότι είχεν επιτύχει όπως ο Ελληνικός στρατός εισέλθη εις Ιεροσόλυμα με τους Συμμάχους, αλλ' ότι η Κυβέρνησις δεν απεδέχθη την εισήγησιν. Και όμως οι Ιταλοί έσπευσαν όπισθεν των Άγγλων και Γάλλων.
Δυστυχώς δι' ημάς, όπως ήλθαν τα πράγματα, φοβούμεθα, ότι το Συνέδριον της Ειρήνης δεν θα λύση δια παντός τα Ελληνικά ζητήματα.
Οι Σύμμαχοι, λοιπόν, θα φανούν τόσον άδικοι προς τον Ελληνισμόν, παρ' όλας τας υψηλάς αρχάς, τας οποίας διακηρύττουν;
Τα κακουργήματα των Βουλγάρων υπήρξαν πρωτοφανή εις την ιστορίαν των φρικαλεοτήτων. Καμμία άλλη φυλή δεν εζήτησε να εξοντώση την άλλην με τόσην δίψαν αίματος, με τοιούτον "δελιταντισμόν" περί το έγκλημα. Τοιαύται ατιμώσεις γυναικών ουδέποτε έγιναν. Ξεκοίλιασμα γυναικών εγγύων δεν εφαντάσθησαν ουδέ οι πλέον αιμοχαρείς των βαρβάρων. Κανείς κατακτητής δεν εξερίζωσεν μίαν φυλήν ολόκληρον από τας εστίας της, αρκεσθείς να την υποδουλώση μόνον.
Εάν οι Σύμμαχοί μας δεν εννοούν να τιμωρήσουν τας φρικαλεότητας ταύτας, τότε σημαίνει ότι εις το βάθος δεν είναι πολύ καλύτεροι από τους Γερμανούς.
Παρέστημεν δε τότε εις το οικτρόν θέαμα να βλέπωμεν τους ολίγους διασωθέντας Έλληνας της Ανατολικής Μακεδονίας καταδιωκομένους υπό των Βουλγάρων και μέχρι των συνόρων και αποθνήσκοντας μέσα εις τας πολεμικάς γραμμάς μας. Και δεν ευρέθη ολίγος Ελληνικός στρατός, ο οποίος να ορμήση χωρίς δισταγμόν μέσα εις την Βουλγαρίαν και να μην αφήση Βούλγαρον ζωντανόν. Ώ, εάν ήμεθα ολιγώτερον "ευγενείς", οι Βούλγαροι δεν θα διέπραττον τόσα κακουργήματα. οι σύμμαχοι ώφειλον προ παντός να επιτρέψουν εις τον Ελληνικόν στρατόν να καταλάβη ωρισμένον μέρος της Θράκης, υπό την προστασίαν δε του Ελληνικού στρατού θα επέστρεφον όλοι οι πρόσφυγες Θράκες εις την πατρίδα των. Αλλ' οι σύμμαχοι εφρόντισαν μόνον δια τους ιδικούς των αιχμαλώτους.
Ιδού διατί δεν είμεθα αισιόδοξοι. Νέα μεγάλα προβλήματα θα προβάλλουν εσωτερικώς και εξωτερικώς. Θα έχωμεν εις το πλευρόν μας μίαν μεγάλην ιμπεριαλιστικήν Ιταλίαν, της οποίας το όνειρον είναι να εκταθή όπου άλλοτε η Βενετία και να καταστήση το Αιγαίον Ιταλικήν λίμνην. Θα έχωμεν απεπάνω μας μίαν μεγάλην Σεβίαν, της οποίας είναι γνωσταί αι φιλοδοξίαι. Θα έχωμεν μίαν μεγάλην Ρουμανίαν, αξιούσαν να ηγεμονεύη του Αίμου. Θα έχωμεν προ παντός μίαν Βουλγαρίαν διψώσαν εκδίκησιν.
Αλλά θα έχωμεν ακόμη φοβεράν εσωτερικήν κρίσιν, διότι άμα ο τόπος αποδυθή εις τον ελεύθερον κοινοβουλευτικόν βίον, ο Κομματικος σπαραγμός θα επαναρχίση δια τους γνωστούς λόγους. Το έθνος θα ηδύνατο να εξέλθη υπό τους αισιωτέρους οιωνούς της μεγάλης ταύτης εθνικής κρίσεως και της νέας κοσμογονίας, εάν κατωρθούτο όπως η Ελλάς ενισχυθή ως Κράτος και ελευθερωθούν όλοι οι αλύτρωτοι Έλληνες. Ίσως τότε το Έθνος ενούμενον και διδασκόμενον από τας συμφοράς επεδίδετο εις το έργον της Εθνικής Αναγεννήσεως, εις την Διοίκησιν, το Σχολείον, την Εκκλησίαν, την Οικογένειαν, διότι όπως πηγαίνουν τα πράγματα με την σημερινήν Διοίκησιν και την λοιπήν κοινωνικήν και πολιτικήν αναρχίαν, είναι αδύνατον να παρακολουθήσωμεν τους άλλους λαούς. Εάν το Έθνος εξακολουθεί να εξαρτά την ύπαρξίν του από περιοδικούς Μεσσίας, εάν ο λαός δεν αναπτυχθή όπως εις όλα τα κοινοβουλευτικά Έθνη, εάν δεν αναφανούν πολιτικοί άνδρες αληθινοί, ηγούμενοι ωρισμένων προγραμμάτων, και ωρισμένων αρχών, ο Ελληνισμός είναι αδύνατον να επιζήση.
Ας ελπίσωμεν εν τούτοις ότι τα πράγματα θα έλθουν εις το καλύτερον και ας δώση έκαστος από ημάς ό,τι δύναται δια το έργον αυτό της αναπλάσεως και της σωτηρίας της Πατρίδος.

 

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟΝ          

Τ' ανωτέρω έγραψα προ δύο περίπου μηνών, αλλ' επειδή η λογοκρισία δεν επέτρεψε την δημοσίευσιν του φυλλαδίου, ανέβαλα την έκδοσιν μέχρι της άρσεως της λογοκρισίας και μέχρι της συγκλήσεως της Βουλής, οπότε ήλπιζον, ότι η Κυβέρνησις θα προέβαινεν εις ευχαρίστους δηλώσεις.
Δυστυχώς όσα έκτοτε συνέβησαν επιβεβαιώνουν τους φόβους μου. Διότι είχομεν εν τω μεταξύ τας δηλώσεις του λόρδου Σέσιλ, Υφυπουργού των Εξωτερικών της Αγγλίας, όστις ομιλών εις την Βουλήν των Κοινοτήτων, την μίαν ημέραν είπεν, ότι η Κωνσταντινούπολις είναι πόλις Τουρκική, εις απάντησιν των εκεί ελληνικών εκδηλώσεων, την δε άλλην, ότι το ζήτημα της Μ. Ασίας ήτο δύσκολον, διότι ο εκεί Ελληνισμός είναι διεσπαρμένος!..
Και όμως απεφασίσθη η επέκτασις της Αρμενίας και μέχρι Κιλικίας, όπου είναι γνωστόν, ότι και προ των σφαγών των Αδάνων, οι Αρμένιοι ήσαν εν μεγάλη μειοψηφία, η δε Μερσίνα(46) είναι μάλλον ελληνική πόλις. Και όμως απεφασίσθη ένεκεν ιστορικών λόγων η δημιουργία κράτους Ιουδαϊκού εν Παλαιστίνη, ένθα ελάχιστοι υπήρχον μέχρι προ τινων χρόνων Εβραίοι. Τέλος ο Βενιζέλος ομιλών κατά την έναρξιν της τελευταίας Βουλής είπεν, ότι "Δια την Ελλάδα τίποτε δεν υπάρχει σήμερον ωρισμένον και ότι παλαίει εναντίον μυρίων δυσχερειών". Αντί δε ολόκληρος η Βουλή να εξεγερθή και να κάμη έκκλησιν εις όλα τα φιλελεύθερα Κοινοβούλια υπέρ των Ελληνικών Δικαίων και να προβή εις δηλώσεις αξίας ενός εθνικού Βουλευτηρίου, ηρκέσθη εις τον αναθεματισμόν των προδοτών και την αποθέωσιν του  Προέδρου της Κυβερνήσεως. Το ότι κυρία αιτία των δεινών είναι η προδοσία του πρώην καθεστώτος δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλ' ουδεμία επίσης υπάρχει αμφιβολία, ότι η κατάστασις αύτη κατέστη δεινοτέρα δια της κακής, ως εξεθέσαμεν ανωτέρω, διαχειρίσεως των εθνικών ζητημάτων υπό της Κυβερνήσεως των Φιλελευθέρων και ένεκα των μισελληνικών αισθημάτων, τα οποία επικρατούν εις την διπλωματίαν της Αντάντ.
Αι δυσχέρειαι, καθ' ων παλαίει ο Βενιζέλος, προέρχονται αφ' ενός μεν εκ της επιθυμίας της Αγγλικής διπλωματίας να προστατεύση την Βουλγαρίαν και Τουρκίαν αφ' ενός και αφ' ετέρου εκ της καταπληκτικώς μισελληνικής πολιτικής της Ιταλίας, η οποία δια μυστικών συνθηκών εξησφάλισεν υπέρ εαυτής τα Δωδεκάνησα και την Μ. Ασίαν, ζητεί δε να κρατήση την Β. Ήπειρον και να καταλάβη και την Κέρκυραν!.. Η Ιταλία θέλει να επανιδρύση το Ενετικόν Κράτος και να μας φέρη πίσω εις τους χρόνους των απαισίων Σταυροφοριών.
Η μετά της Βουλγαρίας Συνθήκη της ανακωχής δια τους προσεκτικούς παρατηρητάς διέφερε των άλλων συνθηκών ανακωχής με την Γερμανίαν, Αυστρίαν και Τουρκίαν, διότι εις τας τελευταίας ταύτας οι Σύμμαχοι επεφύλασσον εις εαυτούς το δικαίωμα να καταλάβουν εχθρικά εδάφη, ενώ εις την Συνθήκην με την Βουλγαρίαν οι Βούλγαροι θα περιωρίζοντο εις τα παλαιά των σύνορα χωρίς να επιτραπή εις τον Ελληνικόν στρατόν να εισέλθη εις Βουλγαρίαν, ίνα προφυλάξη τουλάχιστον τους παλιννοστούντας πληθυσμούς.
Ουδεμίαν έχω αμφιβολίαν ότι εννοήσας τώρα ο Βενιζέλος απεγνωσμένως αγωνίζεται υπέρ όλων των Εθνικών Δικαίων, αλλά το ζήτημα είναι, εάν η πολιτική, ην αρχήθεν ηκολούθησεν, εις το Θρακικόν ιδία ζήτημα, και η γενική πολιτική, την οποίαν ηκολούθησεν επανελθών εκ Θεσσαλονίκης εις Αθήνας, είναι εκείνη, την οποίαν ηκολούθησεν επανελθών εκ Θεσσαλονίκης εις Αθήνας, είναι εκείνη, την οποίαν έπρεπε να χαράξη όπως ευοδωθούν τα εθνικά ζητήματα. Παλαίει μόνος, ενώ έπρεπε να παλαίη μετ' αυτού ολόκληρον το έθνος, και παλαίει εις τους σκοτίους θαλάμους της διπλωματίας, ένθα λιβανίζεται μεν αυτός μέχρις αποπνιγμού, αλλ' ολίγον ακούονται τα εθνικά μας δίκαια· ενώ τα άλλα έθνη εδημιούργησαν τετελεσμένα γεγονότα, ο Ελληνισμός παλαίει με θεωρίας και ιδεολογίας του Βενιζέλου.
Κατά τους τελευταίους δύο μήνας εζήσαμεν εν τω μέσω διαδόσεων, ότε μεν αισιοδόξων, ότε δε απαισιοδόξων· εβεβαιούτο μέχρι των τελευταίων ημερών, ότι ελληνικός στρατός θα κατελάμβανεν αμέσως την Θράκην, ότι ελληνικός στρατός θα επήγαινεν εις Κωνσταντινούπολιν και Σμύρνην, ότι ελληνικός στρατός θα ελάμβανε μέρος εις την κατά των Μπολσεβίκων εκστρατείαν. Εάν το τελευταίον τούτο φαίνεται το μάλλον πιθανόν, δυστυχώς τα δύο πρώτα φαίνονται τα μάλλον απίθανα. Θα ήμην ο ευτυχέστερος των ανθρώπων εάν όλοι οι φόβοι μου απεδεικνύοντο προϊόν υπερβολικής και σπευδούσης φιλοπατρίας, αν και εις την υπεράσπισιν των εθνικών συμφερόντων το αγρυπνείν και υπερβάλλειν είναι καθήκον κάθε αληθινού πολίτου. Σκοπός δε και του φυλλαδίου τούτου είναι όπως εάν υπάρχη ακόμη καιρός, τονωθή δια μιας μεγάλης και πατριωτικής κραυγής η φωνή των αλυτρώτων και η φωνή Ελλάδος.
Τα εγγύτερον προς την Κυβέρνησιν φύλλα "Ελεύθερος Τύπος" και "Πατρίς" έγραφον προ τινος κύρια άρθρα, ότι ο Βενιζέλος δεν δύναται να επανέλθη εις την Ελλάδα άνευ της εκπληρώσεως των εθνικών πόθων. Του ευχόμεθα να επανέλθη θριαμβευτής, φέρων προ παντός μαζί του την Θράκην, και αποδεικνύων, ότι τα έθνη τα αμοιρούντα πολιτικών αρετών σώζονται κατά τας κρισίμους στιγμάς από εξαιρετικούς άνδρας.

Εν Αθήναις τη 15 Δεκεμβρίου 1918

 

 

Γ. Σ. ΦΡΑΓΚΟΥΔΗΣ  

 

 



Οι σημειώσεις προέρχονται από την ιστορική έρευνα που πραγματοποίησε η δημοσιογράφος Σοφία Διγενή-Κολιοτάση, προκειμένου να αποδειχθούν οι ακριβείς ιστορικές αναφορές και συμπτώσεις του δημοσιευμένου έργου με τίτλο: Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΘΝΙΚΗ ΚΡΙΣΙΣ του Γεωργίου Φραγκούδη το 1917.

ΠΗΓΕΣ

  • Ιωάννη Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού  Έθνους,
  • Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους,
  • Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, 1972,
  • Εγκυκλοπαίδεια Δομή,
  • Εγκυκλοπαίδεια Μαλλιάρη Παιδεία και,
  • Εγκυκλοπαίδεια της UNESCO.   

1. Κάιζερ Γουλιέλμος (1859-1941), βασιλεύς της Πρωσίας και αυτοκράτορας της Γερμανίας... Ανέβηκε στον θρόνο το 1888. Άρχισε τη βασιλεία του εξαναγκάζοντας τον Βίσμαρκ σε παραίτηση (1890) και η συνεχής ανάμιξή του στην πολιτική είχε συνήθως καταστρεπτικές συνέπειες.
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972).

2. Σόλων, Αθηναίος Νομοθέτης, Φιλόσοφος και Ποιητής (639-559 π.Χ.)

3. Θράκη η σημερινή Θράκη που εκτείνεται Α. του Νέστου και Ν. του Αίμου μεταξύ Ευξείνου, Βοσπόρου, Προποντίδος, Ελλησπόντου και Θρακικού Πελάγους, χωρίζεται πολιτικώς, σε Βουλγαρική, Τουρκική και Ελληνική... στα νεώτερα χρόνια και μέχρι τον ΙΘ΄ αιώνα η Θράκη ανήκε ολόκληρη στην Τουρκία. Με την Συνθήκη του Βερολίνου αποσπάσθηκε από αυτήν το τμήμα που απετέλεσε δύο ηγεμονίες: τη Βουλγαρική και της Ανατολικής Ρωμυλίας. Με την επανάσταση του 1885 η Ανατολική Ρωμυλία ενώθηκε με τη Βουλγαρία. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους οι περιοχές Ξάνθης, Κομοτηνής και Αλεξανδρουπόλεως πέρασαν στη Βουλγαρία. Ύστερα όμως από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ήττα της Βουλγαρίας πέρασαν στην Ελλάδα...
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972).

4. Στρατιωτικός Σύνδεσμος - Επανάστασις στο Γουδή: "Κίνημα των κατωτέρων αξιωματικών θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί η επανάσταση του 1909. Διότι αυτοί ετέθησαν επί κεφαλής της ένοπλης προσπάθειας που απέβλεπε στην ιστορική "Αλλαγή", αυτοί ίδρυσαν τον περίφημο "Στρατιωτικό Σύνδεσμο", ο οποίος εμφανίσθηκε ως εκπρόσωπος των Ενόπλων Δυνάμεων κατά την εξόρμηση της 15ης Αυγούστου 1909...
Φυσικά το αίτημα της "αλλαγής" ήταν γενικό όχι μόνο στο στράτευμα, αλλά και στον λαό".
(Βλ.: Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος 5ος, σελ. 87).

5. Επανάστασις στο Γουδή. "...ΤΑ ΑΙΤΙΑ. Τα προκαλέσαντα την επανάστασιν αίτια ήσαν ως είναι γνωστόν κυρίως τα εξής:
. Η Βουλευτοκρατία και η "συναλλαγή".
. Η οικονομική δυσπραγία ένεκα της πλημμελούς φορολογίας, επιβαρυνούσης ιδίως τας λαϊκάς τάξεις.
. Η κακή απονομή Δικαιοσύνης και η έλλειψις Δημόσιας Ασφάλειας.
. Ο ατυχής πόλεμος του 1897.
. Το Κρητικόν ζήτημα και το απαράσκευον του Κράτους προς οιανδήποτε πολεμικήν δράσιν....".
(Βλ.: Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος 5ος, σελ. 90).

6. Συνθήκη Αγ. Στεφάνου. Συνθήκη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας με την οποία τελείωσε ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (24.4.1877-3.3.1878). Με την Συνθήκη αυτή, εις την οποία εγινόταν λόγος και για την Κρήτη, τη Θεσσαλία και την Ήπειρο, η Τουρκία κηρυσσόταν σε διάλυση και μάλιστα προς όφελος της Ρωσίας, που εκτός από τα δικά της κέρδη, αναλάμβανε και την κηδεμονία της μεγάλης Βουλγαρίας που δημιουργούνταν με την Συνθήκη, ώστε να γίνεται κυρίαρχη στα Βαλκάνια και την Δ. Μεσόγειο. Μόλις όμως έγιναν γνωστοί οι όροι της Συνθήκης, η Αγγλία και η Αυστρία, που θίγονταν τα συμφέροντά τους, έδειξαν πως δεν ήταν καθόλου διατεθειμένες να δεχθούν τέτοια ρύθμιση των ανατολικών πραγμάτων. Πράγματι, η Ρωσία αναγκάσθηκε να υποχωρήσει και η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου αναθεωρήθηκε στο Συνέδριο του Βερολίνου.

7. Κούτρα: Μία από τις κορυφές των Ζαρκινών (Μπάμπου) ορέων στη Θεσσαλία. Στα χρόνια 1882-1897 ήταν υψίστης σημασίας τοποθεσία, γιατί βρισκόταν πάνω στο σημείο συναντήσεως των δύο ορεινών τάξεων, τα οποία με το κυρτό μέρος τους προς την Τουρκία σχημάτιζαν την οροθετική γραμμή της Ελλάδος. Το 1886 αιχμαλωτίσθηκε εκεί από τους Τούρκους ένα ελληνικό τάγμα.
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972).

8. Θεόδωρος Δεληγιάννης (Δηληγιάννης): Επί Πρωθυπουργίας του εξερράγη ο ατυχής πόλεμος κατά της Τουρκίας 1897. Υπήρξε αντίπαλος του Χαριλάου Τρικούπη.

9. Βουλγαρία... Στα 1393 ο τελευταίος Τσάρος σκοτώθηκε και η Βουλγαρία έγινε υποτελής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έμεινε Τουρκική έως το 1878, που ιδρύθηκε με τη Συνθήκη του Αγ. Στεφάνου το νεότερο Βουλγαρικό κράτος, που έμεινε όμως υποτελές στην Τουρκία έως το 1908...
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972).

10. Κομιτατζήδες. Βούλγαροι αντάρτες ανήκαν στο Βουλγαρομακεδονικό κομιτάτο που διεκδίκησε επικράτηση στην Μακεδονία.
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972).

11. Αίμος Παροικίες Ελληνικές ή Βαλκάνια (τουρκ. Μπάλκαν Βουλγ. Πλάνινα). Στην αρχαιότητα η χερσόνησος του Αίμου κατοικούνταν κυρίως από τους Ιλλυριούς και τους Θράκες, οι οποίοι χωρίζονταν σε πολλά συγγενικά έθνη. Σε μία εποχή, που δεν μπορεί να ορισθεί ακριβώς, πάντως όμως όχι μετά τον ΙΓ΄ αιώνα π.Χ., άρχισαν να κατεβαίνουν ελληνικές φυλές, οι οποίες κατέλαβαν την Ελλάδα και συγχωνεύθηκαν με τους παλαιούς κατοίκους. Στην εποχή της ιστορικής περιόδου βρίσκουμε τη χερσόνησο να κατοικείται από τρεις μεγάλες φυλές, τους Ιλλυριούς προς τα Β. και τα Δ. της, τους Έλληνες προς τα Ν. και το Κέντρο και τους Θράκες προς τα Α.

12. ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ: Στον πέμπτο τόμο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους του Γεωργίου Ρούσσου μεταξύ άλλων αναφέρονται: «Επεκράτησαν, όμως, οι κατώτεροι αξιωματικοί, οι οποίοι επέμεναν ότι ο νέος Πρωθυπουργός έπρεπε να μην είναι παλαιοκομματικός, να έχει «πυγμή» και «κύρος» και επίσης να μη διαπνέεται από φιλοδυναστικά αισθήματα. Και αυτός, βέβαια, ήταν μόνο ο Βενιζέλος. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο Πρακτικό, που υπεγράφη τότε από μέλη της Διοικητικής Επιτροπής αναφερόταν η φράση ότι ο Βενιζέλος προσεκαλείτο «ελλείψει άλλων καταλλήλων προσώπων εκ των ενταύθα». Πράγμα που άφηνε να εννοηθεί ότι ο πολιτικός της Κρήτης εκαλείτο από έσχατη ανάγκη και όχι από εκτίμηση ανεπιφύλακτη των κυβερνητικών ικανοτήτων του!..».
«- Να σας ανακηρύξωμεν δικτάτορα και να εφαρμόσητε το πρόγραμμά σας;»
- Γίνετε δικτάτωρ και σώσατε την Ελλάδα!» του είπε με φωνή, γεμάτη συγκίνηση, ένας από τους λοχαγούς, που είχε υπηρετήσει στην Κρήτη και τον θαύμαζε. Ο Βενιζέλος στις ελκυστικές αυτές εκκλήσεις έδωσε σκληρή απόκριση:
- «Ο Σύνδεσμος, κύριοι, δεν έχει πλέον ισχύ να προβεί εις παρόμοιον πραξικόπημα. Και το κύριον θέμα, το οποίον έχει σήμερον να σκεφθεί, είναι πώς θα τερματίσει την επανάστασιν . Είναι ανάγκη να ασχοληθεί με το κύριον έργον του, δια να ετοιμασθεί μέχρι του Μαρτίου, δια την λύσιν του Κρητικού Ζητήματος!..»
Η ουσία των λόγων του Βενιζέλου ήταν σκληρή για τους αξιωματικούς . Τους ετόνιζε, απερίφραστα σχεδόν, ότι είχαν αποτύχει, μερικώς τουλάχιστον, και ότι εν πάση περιπτώσει έπρεπε να γυρίσουν στους στρατώνες των .
- «Κρίνω εντελώς ασύμφορον, κύριοι , και δια την χώραν και δι΄ εμέ τον ίδιον, να αναλάβω την Κυβέρνησιν. Είμαι ξένος!..»
Αυτός εννοούσε ν΄ αδράξει το τιμόνι της πολιτείας σαν εθνικός αρχηγός, κι όχι, με κανέναν τρόπο, σαν εντολοδόχος στρατιωτικού «προνουντιαμέντου».
- Ο Βενιζέλος δεν είχε ακόμα ιδρύσει Κόμμα. Κατά τη διάρκεια του εκλογικού αγώνα είχε απουσιάσει, επίτηδες, από την Ελλάδα. Είχε επιχειρήσει ένα ταξίδι στην Ευρώπη, κατά το οποίο ήρθε σε επαφή με επιφανείς πολιτικούς της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας. Τον υποδέχθηκαν όλοι με εκδηλώσεις εξαιρετικής εκτιμήσεως. Ανεγνώριζον στο πρόσωπό του τον αυριανό , βέβαιο Κυβερνήτη της Ελλάδας. Ώστε και από της πλευράς της ξένης Διπλωματίας είχε καθιερωθεί ο νέος ηγέτης. Κατά το μεταξύ διάστημα ο Κρητικός πολιτικός έκανε αυτό που χαρακτηρίζουν οι επικριτές του ως «στροφή προς τον θρόνο».
Το συμπέρασμα είναι ότι ο Κρητικός Ηγέτης όχι μόνο δεν ήταν αντιδυναστικός εκ πεποιθήσεως, αλλά αντίστροφα κατεχόταν από μια συνεχή συμβιβαστική διάθεση έναντι όλων των Γκλύξμπουργκ. Και συνεπώς η διαθρυλούμενη «στροφή» του 1910 ήταν μια συνεπής, προς την πολιτική γραμμή του απόφαση. Και ας προσθέσομε ακόμα, ότι τη Δημοκρατία ως πολίτευμα δεν την θεωρούσε - τότε και μέχρι του 1923 ακόμα- κατάλληλη για μια ομαλή διακυβέρνηση της χώρας.

13. Συμμαχία Βουλγάρων Σέρβων Ελλάδος: Τον Φεβρουάριο του 1912 υπογράφηκε Συνθήκη Συμμαχίας Σερβίας - Βουλγαρίας και ακολούθησε την υπογραφή της Στρατιωτικής Συμβάσεως κατά τον Μάϊο. Με αυτή καθορίζονταν και τα σχετικά με τη διανομή των Μακεδονικών εδαφών μεταξύ τους... Τον ίδιο μήνα υπογράφηκε Συνθήκη Συμμαχίας Ελλάδος-Βουλγαρίας και τον Σεπτέμβριο η στρατιωτική μεταξύ τους Συνθήκη. Η συμμετοχή της Ελλάδος στη Συμμαχία έγινε χωρίς όρους...
...Οι λόγοι που προκάλεσαν τον Β΄ Συμμαχικό πόλεμο κατά της Βουλγαρίας ήταν:
1) το γεγονός ότι η Ελλάς είχε μπει χωρίς όρους στον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας, γι΄ αυτό και η Βουλγαρία δεν ήθελε να αναγνωρίσει την ελληνική κατοχή στη Θεσσαλονίκη.
2) το γεγονός ότι η Σερβοβουλγαρική Συνθήκη βασιζόταν στην προϋπόθεση ότι η Σερβία θα έπαιρνε έξοδο προς τηνΑδριατική αλλά η επέμβαση των Δυνάμεων, με την οποία ιδρύθηκε κράτος Αλβανικό, δεν επέτρεψε την πραγμάτωση της προϋποθέσεως αυτής· γι΄ αυτό και η Σερβία αρνιόταν να παραχωρήση εδάφη που κατέλαβε αυτή στη Βουλγαρία, η οποία αξίωνε την εφαρμογή της Συνθήκης και
3) η προκλητική στάση της Βουλγαρίας απέναντι στη Σερβία και την Ελλάδα.
Έτσι για να εξασφαλίσουν τα δύο κράτη τα «κεκτημένα», συνήψαν τον Μάιο του 1913 Συμμαχία. (Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972).
... Αλλά τα πράγματα μετ΄ ολίγον διεσαφηνίσθησαν δια της εκρήξεως του Βαλκανικού λεγόμενου πολέμου του 1912, οπότε κατεδείχθησαν και οι σκοποί της ελληνο-βουλγαρικής προσεγγίσεως. Η Συμμαχία αύτη, ως εδηλώθη εν τοις προειρημένοις, απεφασίσθη υπό του Ελ. Βενιζέλου. Και ελέγχθη μεν ότι ήτο αντεθνική συμμαχία αποβλέπουσα εις την οριστικήν απαλλαγήν της ελληνικής Κυβερνήσεως από την εκ Κρήτης δημιουργουμένων αντιπολιτευτικών ενεργειών, αλλά κατά βάθος ήτο βήμα επί τα πρόσω δια την επίλυσιν των εθνικών ζητημάτων.
... Αλλά και μεταξύ Ελλάδος και Βουλγαρίας αι σχέσεις προσελάμβανον χαρακτήρα μάλλον εχθρικόν, ιδία δ΄ ένεκα της Θεσσαλονίκης, ην δεν έπαυον αξιούντες υπέρ εαυτών οι Βούλγαροι ως και της Νοτίου καθ' όλου Μακεδονίας. Του Πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου δηλώσαντος ότι οι Έλληνες θα αποσυρθώσιν εκ Θεσσαλονίκης μόνον κατόπιν δυσμενούς πολέμου.
. .. Υπέρ της μετά των Σέρβων συμμαχίας εναντίον της Βουλγαρίας συνηγόρει και ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος παρά πάσας τας επιφυλάξεις του Πρωθυπουργού, όστις εφαίνετο θέλων ν΄ αποφύγη δια παντός τρόπου πόλεμον προς την Βουλγαρίαν, πιστεύων πάντοτε εις την σύμπηξιν μίας Βαλκανικής Ομοσπονδίας, καίτοι η Κοινή Γνώμη εν Ελλάδι και του εν τη Τουρκία Ελληνισμού ήτο σφόδρα εξηρεθισμένη κατά των Βουλγάρων.
(Βλ. Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 147, 167).

14. Παπαναστασίου Αλέξανδρος: Πολιτικός (1876 -1963) Γεννήθηκε στην Τρίπολη. Ίδρυσε την ομάδα των Κοινωνιολόγων. Το 1916 ίδρυσε την Εταιρεία Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Διετέλεσε Υπουργός της προσωρινής Κυβερνήσεως στη Θεσσαλονίκη και από το 1917- 1920 Υπουργός της Συγκοινωνίας. Όταν έγινε η Επανάσταση του 1922, ο Παπαναστασίου ίδρυσε τη «Δημοκρατική Ένωση». Τον Μάρτιο του 1924 σχημάτισε Κυβέρνηση, η οποία κήρυξε τη Δημοκρατία στην Ελλάδα. Κατόπιν ονόμασε το κόμμα του «Αγροτικό και Εργατικό Κόμμα». Έγινε Υπουργός της Γεωργίας στην Οικουμενική κυβέρνηση (1926) με Πρωθυπουργό τον Ζαΐμη. Τον Οκτώβριο του 1929 προήδρευσε του Διεθνούς Συνεδρίου της Ειρήνης στην Αθήνα και εισηγήθηκε σ΄ αυτό την ιδέα της Βαλκανικής Ενώσεως. Διετέλεσε Πρόεδρος της Α΄ Βαλκανικής Διασκέψεως (Οκτώβριος του 1930). Το 1932 ανέλαβε για μερικές ημέρες την Πρωθυπουργία και αργότερα έγινε μέλος της Κυβερνήσεως του Βενιζέλου σαν Υπουργός της Γεωργίας.
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972, τόμος Β΄, σελ. 2111).


15. Ρέπουλης Εμμανουήλ. Δημοσιογράφος και Πολιτικός από το Κρανίδι (1863-1924). Διετέλεσε πολλές φορές Υπουργός των Κυβερνήσεων Βενιζέλου.

16. Ανατολική Ρωμυλία: Παλαιά αυτόνομη επαρχία της Τουρκίας που δημιουργήθηκε με την Συνθήκη του Βερολίνου (1878) στο Β. μέρος της Θράκης στη λεκάνη του Έβρου μεταξύ Αίμου, Ροδόπης και Ευξείνου. Το 1885 ενώθηκε με τη Βουλγαρία υπό Τουρκική επικυριαρχία. Από το 1908, όμως, αποτελεί τμήμα της Βουλγαρίας.
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972, τόμος Α΄, σελ. 225).

17. Γκέσωφ Ιωάννης: Βούλγαρος Πολιτικός, Αγωνιστής της Βουλγαρικής Ανεξαρτησίας (1849-1924). Διετέλεσε Υπουργός των Εξωτερικών και Πρωθυπουργός (1911- 1913). Μετά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο υποστήριζε διαλλακτική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα και τη Σερβία, τούτο δε τον ανάγκασε να παραιτηθεί (17-5-1913). Αντικαταστάθηκε από τον Ντάνεφ επί της Πρωθυπουργίας του οποίου εξερράγη ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος.
(Βλ. Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, έκδοση 1972, τόμος Α΄).

18. Κορομηλάς Λάμπρος: Πολιτικός και Διπλωμάτης (1854-1923). Σαν Γενικός Πρόξενος στη Θεσσαλονίκη έγινε ένας από τους κύριους εμψυχωτές του Μακεδονικού Αγώνα. Διετέλεσε Πρεσβευτής στην Ουάσιγκτον και Ρώμη, Βουλευτής και Υπουργός των Οικονομικών (1911- 1913). Επανεξέδοσε την «Εφημερίδα», δημοσιογράφησε πολλά χρόνια, ασχολήθηκε με τη Νεότερη Ελληνική Ιστορία  και έγραψε θεατρικά έργα και μυθιστορήματα.

19. Σφαγάς του Δοξάτου: Κατά  τον Ελληνοβουλγαρικό Πόλεμο το 1913 οι Βούλγαροι στην υποχώρησή τους το ελεηλάτησαν και πολλοί κάτοικοι βρήκαν μαρτυρικό θάνατο!..

20. Καταστροφή των Σερρών: ... Οι Τούρκοι είχαν την (πόλιν των Σερρών) έως το 1912, που κυριεύθηκε από τους Βούλγαρους, οι οποίοι όταν υπεχώρησαν το 1913 την κατέστρεψαν τελείως.

21. Συνθήκη Αθηνών (1.11.1913). ...Η ούτως έναντι της Βουλγαρίας στρατιωτικώς και πολιτικώς θριαμβεύουσα Τουρκία εστράφη είτα και προς την Ελλάδα ζητούσα να συνάψη μετ΄ αυτής την της 1ης Νοεμβρίου Συνθήκης των Αθηνών...
Εν αυτή τη Βουλή ηγέρθησαν διαμαρτυρίαι εναντίον της Κυβερνήσεως δια να μη εγκαταλείψουν τοσούτον σημαντικόν μέρος της Μακεδονίας εις τους Βουλγάρους και ιδίως των Ελληνικωτάτων πόλεων Σερρών και Καβάλλας, ο δε Πρωθυπουργός απαντών εις τας διαμαρτυρίας των ενισταμένων είπε το περίφημον περί του «ασπονδύλου» της Ανατολικής Μακεδονίας...
... Δια της Συνθήκης των Αθηνών δεν ελύθη και το σπουδαιότατον μεταξύ των δύο κρατών εκκρεμές παραμένον έτι ζήτημα των νήσων του Αιγαίου, όπως δεν είχε λυθεί τούτο εν Βουκουρεστίω.
(Βλ. Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 173).

22. Συνθήκη του Βουκουρεστίου: (28-7-1913) Συνθήκη μεταξύ Ελλάδος, Σερβίας, Μαυροβουνίου, Ρουμανίας από την μία πλευρά και Βουλγαρίας από την άλλη που ετερμάτισε τον Β΄ Βαλκανικό Πόλεμο.

23. Συνθήκη του Λονδίνου: (17-5-1913) Συνθήκη με την οποία τερματίστηκε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος.

24. Πολίτης Ιωάννης: Διπλωμάτης και  Πολιτικός (1890-1959). Πρεσβευτής σε διάφορες χώρες, πολλές φορές Βουλευτής, Υπουργός Εξωτερικών.

25. Ηπειρωτικόν Ζήτημα: Η Β. Ήπειρος το 1912 δόθηκε από τις μεγάλες Δυνάμεις στην Αλβανία.

26. Βασιβουζούκος ή Βασιβοζούκος: Έτσι  λέγονταν στην Τουρκία όσοι αποτελούσαν τα άτακτα σώματα που σε παλαιότερες εποχές ακολουθούσαν  στις εκστρατείες τον τακτικό στρατό... Διακρίνονταν για την αγριότητά τους.

27. Κλεμανσώ Γεώργιος - Clemenceau: Γάλλος Πολιτικός (1841-1929). Σπούδασε Γιατρός και ήταν Δήμαρχος της Μονμάρτης κατά τον πόλεμο του 1870. Βγήκε Βουλευτής το 1876 και γρήγορα του δόθηκε το όνομα «Τίγρης» για τις βίαιες επιθέσεις του εναντίον των Συντηρητικών. Ήταν τότε αδιάλλακτος Δημοκράτης. Το 1893 έχασε το βουλευτικό αξίωμα και επιδόθηκε στη δημοσιογραφία με ίση μαχητικότητα. Υπεστήριξε τον Ντρέυφους. Το 1902 βγήκε Γερουσιαστής και το 1906 πάλι Βουλευτής. Αναδείχθηκε, όμως, κυρίως κατά τις σκοτεινότερες ημέρες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν έγινε Πρωθυπουργός και οδήγησε τη Γαλλία στη νίκη. Απέτυχε το 1920, όταν ζήτησε να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας και αποσύρθηκε από την πολιτική. Το τελευταίο έργο του ήταν «Μεγαλείο και Αθλιότητα μιας νίκης (1930).

28. Άγιον Όρος - Άθως: ...Με το πέρασμα του χρόνου σχηματίσθηκε στο Άγιον Όρος η Μοναχική Πολιτεία, που την ανεξαρτησία και την αυτοδιοίκηση της σεβάσθηκε κατόπιν η Τουρκία.

29. Συνθήκη των Αθηνών, Βλ. ανωτέρω σημείωση 21.

30.  Αντάντ: (Entente = Συνεννόηση). Η Συνθήκη φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας που υπεγράφη το 1914 μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας και που ονομάσθηκε Εγκάρδια Συνεννόηση. Στο διάστημα του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, ο όρος, με ευρύτερη έννοια, σήμαινε το σύνολο των κρατών που πολέμησαν τη Γερμανία και τους συμμάχους της.

31. Η Επανάστασις της Θεσσαλονίκης, Το 1916 εξερράγη σ' αυτήν το Κίνημα της Εθνικής Άμυνας, που είχε σαν αποτέλεσμα τη συμμετοχή της Ελλάδος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων της Αντάντ.

32. Η πολιτική του Πουργατορίου: Η πολιτική του Καθαρτήριου.

33. Πολίτης Ν: Διεθνολόγος (1872-1942). Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού (1910-1914). Υπουργός των Εξωτερικών της Ελλάδος (1917-1920). Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στην Κοινωνία των Εθνών και Πρεσβευτής στο Παρίσι.

34. Ναπολέων (Λέων) Λαπαθιώτης: (1893-1944), Υπουργός Στρατιωτικών, που πέρασε τη ζωή του στους στρατώνες, ο οποίος παύθηκε από την Κυβέρνηση Μαυρομιχάλη.

35. Σπυρομήλιος: Αγωνιστής της Επαναστάσεως του 1821. Το 1823 πήρε μέρος στον Αγώνα επικεφαλής των Χειμαριωτών. Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους έγινε αξιωματικός και τρεις φορές Υπουργός των Στρατιωτικών.

36. Συγχρόνως οι Ιταλοί επεξέτειναν την πολεμική δράση τους στην Τουρκοκρατούμενη Ήπειρο, όπου βομβάρδισαν την Πρέβεζα, αποκαλύπτοντας έτσι τους μύχιους σκοπούς τους για μια μελλοντική προσάρτηση της Αλβανίας και μέρους της Β. Ηπείρου. Εν συνεχεία η δράση τους απλώθηκε και στο Αιγαίο... (Πηγή: Γ. Ρούσσου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους).

37. ...Στη διεθνή Κοινή Γνώμη απεκαλύφθησαν σε όλη τη σκληρότητα που χαρακτηρίζει κάθε αποικιοκράτη. Ο μύθος ότι επρόκειτο περί ενός λαού με αισθήματα φιλελεύθερα διελύθη!.. Η Ευρώπη ανεκάλυψε ένα Βάρβαρο μέσα στους κόλπους της. Βάρβαρο κρυπτόμενο υπό το προσωπείο ενός Έθνους εκπολιτισμένου... (Πηγή: Γ. Ρούσσου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους).

38. Μποσδάρι ή Μποσντάρι Αλέξανδρος, Κόμις Bosdari. Ιταλός Διπλωμάτης.... Πρεσβευτής στην Αθήνα (1912-1918). Έγραψε: "Για τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μερικά γεγονότα που προηγήθηκαν από αυτούς".

39. Ντεμίντωφ (Πρίγκιπας Ελίμ-Παύλοβιτς). Πρεσβευτής της Ρωσίας στην Ελλάδα κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι το 1917.

40. Όμσκ, πόλη της Σοβιετικής Ενώσεως στη Σιβηρία, πρωτ. ομώνυμης περιοχής στη συμβολή των ποταμών Ομ και Ipris. κατ. 721.000 (1965). Αναπτύχθηκε γύρω από φρούριο του 1716. Τώρα μεγάλο βιομηχανικό κέντρο, που συνδέεται με πετρελαιαγωγό μήκους 1.500 χλμ. με το Τουΐμάζι της Βασκιρίας.

41. Γαριβάλδης (Garibaldi), Ι. Ιωσήφ. Ιταλός πατριώτης (1807-1882). Γεννήθηκε στη Νίκαια και στην αρχή εργάσθηκε σαν ναυτικός. Το 1834 προσχώρησε στην εταιρεία "Νέα Ιταλία"του Ματσίνι, καταδικάσθηκε σε θάνατο για προδοσία και κατέφυγε στη Ν. Αμερική. Γύρισε στην Ιταλία κατά την επανάσταση του 1848, υπηρέτησε στο στρατό της Σαρδηνίας εναντίον των Αυστριακών και ανέλαβε την αρχηγία του στρατού της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας εναντίον των Γάλλων. Κατόπιν έζησε εξόριστος έως το 1854, που εγκαταστάθηκε σην Καπρέρα. Πολέμησε πάλι εναντίον των Αυστριακών το 1859 και το 1860, επικεφαλής των 1.000 Ερυθροχιτώνων, κατέλαβε τη Σικελία και τη Νεάπολη για το νέο Βασίλειο της Ιταλίας. Έκανε δύο αποτυχημένες απόπειρες για να απελευθερώσει τη Ρώμη από την παπική εξουσία, το 1862 και το 1867, υπηρέτησε στον Αυστριακό Πόλεμο του 1866 και πολέμησε με το μέρος των Γάλλων στο Γαλλοπρωσσικό Πόλεμο του 1870. Στο τέλος της ζωής του έζησε μακριά από την πολιτική δράση. Έγραψε "Απομνημονεύματα".

42. Ματσίνι (Ιωσήφ Mazzini). Ιταλός πατριώτης, επαναστάτης και πολιτικός, συγγραφέας (1805-1872). Έλαβε ενεργό μέρος στον αγώνα για την ανεξαρτησία της Ιταλίας και της πολιτικής της ενότητας και της διαδόσεως των Δημοκρατικών ιδεών.

43. Γκράνβιλ (Granville). 2. Γεώργιος του Λήβεζοκ. Διπλωμάτης (1872-1939), Διπλωματικός Πράκτορας στην Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης 1917 και κατόπιν Πρεσβευτής (1917-1921) στην Αθήνα.

44. Φερδινάνδος, Βασιλεύς της Ρουμανίας (1865-1927). Διαδέχθηκε στο θρόνο τον θείο του (από τον πατέρα του) Κάρολο Α΄ το 1914, δύο μήνες μετά την έκρηξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Αν και Γερμανός υπεστήριξε την είσοδο της Ρουμανίας στο αντιγερμανικό στρατόπεδο στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

45. Ραδοσλαύωφ ή Ραντοσλάβωφ (Βασίλειος). Βούλγαρος πολιτικός (1854-1929). Πολλές φορές Υπουργός και Πρωθυπουργός. Αρχηγός της Γερμανόφιλης και αντιρωσικής πολιτικής. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιον Πόλεμον έφυγε στη Γερμανία, όπου και πέθανε.

46. Μερσίνα (Mersin). Πόλη της Τουρκίας στη Ν.Α. Μικρά Ασία, επίνειο της Ταρσούς, 65 χλμ. ΔΝΔ των Αδάνων.